Γράφει ο Βαγγέλης Παπακωνσταντίνου
Ενα συνέδριο στην Ελλάδα για την τεχνητή νοημοσύνη (Quo Vadis AI, Ευρωπαϊκός Οργανισμός Δημοσίου Δικαίου – EPLO, 17 Ιουνίου) αποτελεί μια πολύ καλή αφορμή να συζητήσουμε για ένα θέμα που εξελίσσεται γύρω μας, μας αφορά, αλλά σπάνια δίνεται η ευκαιρία να το αναλύσουμε – και μάλιστα επί της αρχής.
Τα ζητήματα που θέτει η τεχνητή νοημοσύνη είναι, προφανώς, ανεξάντλητα. Στην πλήρη εξέλιξή της θα φτάσει να αφορά και να επηρεάζει κάθε λεπτό της ζωής μας. Από το πρωί μέχρι το βράδυ (αλλά και κατά τη διάρκεια του ύπνου μας!) εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης θα μας βοηθούν να ζούμε με πληρέστερο και παραγωγικότερο τρόπο.
Εργασίες που τώρα μας βαραίνουν θα αυτοματοποιηθούν, οι προτιμήσεις μας θα καταγράφονται και θα ικανοποιούνται κατά το δυνατόν, η καθημερινότητά μας θα γίνει καλύτερη. Αντίστοιχα, στους χώρους εργασίας η τεχνητή νοημοσύνη υπόσχεται καλύτερο αποτέλεσμα με λιγότερο κόπο. Εργασίες που σήμερα είτε κουράζουν είτε είναι εντελώς ασύμφορες με τη βοήθεια της τεχνητής νοημοσύνης θα απλοποιηθούν ή και θα αναληφθούν εντελώς από μηχανές. Αν είναι έτσι τα πράγματα, γιατί η αντίδραση του μέσου Ευρωπαίου στην τεχνητή νοημοσύνη είναι, βασικά, φοβική; Αυτό τουλάχιστον δείχνει τόσο το Ευρωβαρόμετρο (Σεπτεμβρίου 2021) όσο και η νομοθετική πρωτοβουλία της Ευρώπης για την τεχνητή νοημοσύνη μέσω κανονισμού που αυτήν την περίοδο οριστικοποιείται στις Βρυξέλλες. Γιατί, λοιπόν, στην Ευρώπη φοβόμαστε την τεχνητή νοημοσύνη; Δεν θέλω να πιστέψω ότι η φοβία μας, που δεν συναντάται, για παράδειγμα, στην Κίνα ή στην Αμερική, είναι εγγενής. Οτι δηλαδή σε μια «γηρασμένη ήπειρο» οι «γηρασμένοι κάτοικοί της» είναι φυσικό να φοβούνται καθετί νέο που απειλεί να ανατρέψει τη, βολεμένη, καθημερινότητά τους. Δεν πιστεύω ότι είναι θέμα γονιδίων εμείς να είμαστε φοβικοί και οι Κινέζοι, για παράδειγμα, ενθουσιώδεις.
Προτιμώ να πιστέψω ότι είναι θέμα πολιτικής: η αντίδραση του μέσου Ευρωπαίου οφείλεται στον τρόπο που του έχει παρουσιαστεί η τεχνητή νοημοσύνη από τους πολιτικούς και από τους ανθρώπους των οποίων τη γνώμη σέβεται και εκτιμά. Δηλαδή, για τον φόβο των Ευρωπαίων φταίνε οι Ευρωπαίοι πολιτικοί και οι διανοούμενοι. Οταν καθημερινά ο μέσος Ευρωπαίος βομβαρδίζεται από φοβικές αναλύσεις περί παρακολούθησης των προσωπικών δεδομένων του και ελέγχου της ζωής του από εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης, πώς θα μπορούσε να αντιδράσει διαφορετικά; Οταν επιχειρηματίες του λένε ότι θέσεις εργασίας θα χαθούν, πώς να σπεύσει να εφαρμόσει αντίστοιχες τεχνολογίες στη δουλειά του;
Οταν η Κομισιόν σε 85 άρθρα κανονισμού για την τεχνητή νοημοσύνη αφιερώνει τα 82 σε αναλύσεις ρίσκου και κινδύνων και μόλις τρία στην έρευνα και ανάπτυξη, τι εικόνα να σχηματίσει ο μέσος Ευρωπαίος; Είναι ψεύτικοι φόβοι όλοι αυτοί; Οχι. Πράγματι ελλοχεύουν κίνδυνοι από την εισαγωγή της τεχνητής νοημοσύνης στη ζωή μας. Ταυτόχρονα όμως προκύπτουν και μεγάλες προκλήσεις. Για κάθε ρίσκο υπάρχει μια ευκαιρία – ή, αν προτιμάτε, κάθε ευκαιρία φέρνει πίσω της και ένα ρίσκο.
Τελικά, δηλαδή, το θέμα είναι αν κανείς βλέπει το ποτήρι μισοάδειο ή μισογεμάτο. Αντιλαμβάνομαι βέβαια ότι εν τέλει αυτό είναι θέμα χαρακτήρα: κάποιοι είναι φύσει αισιόδοξοι και κάποιοι απαισιόδοξοι. Ποιο είναι το πρόβλημα με τη διαπίστωση αυτήν; Οτι εδώ δεν παίζεται η ικανοποίηση του χαρακτήρα του ενός ή του άλλου, αλλά το μέλλον της Ευρώπης. Αν συνεχίσουμε να είμαστε φοβικοί τότε θα χάσουμε το τρένο της τεχνητής νοημοσύνης, όπως χάσαμε και το τρένο της πληροφορικής (τουλάχιστον σε επίπεδο online αγοράς).
Καιρός λοιπόν να σφίξουμε τα δόντια και να αρχίσουμε να βλέπουμε το ποτήρι μισογεμάτο, με πλήρη φυσικά επίγνωση των προβλημάτων και των δυσκολιών. Αυτή άλλωστε θα μπορούσε να είναι η ευρωπαϊκή προσέγγιση στο θέμα: μετρημένη και προσγειωμένη, με μέτρο και επίκεντρο τον άνθρωπο, αλλά πάντως θετική. Πάντα θετική.
Από την έντυπη έκδοση της εφημερίδας “Τo Μanifesto”