...και λωτούς φρέσκους έχουμε! Και κολοκύθες για Halloween και σπόρους λεφτόδεντρων μοιράζουμε πάλι στους αδικημένους και χρυσά κουτάλια για να τρώνε και από τους πλούσιους θα αρπάξουμε τα ευρά να τα ρίξουμε βουταρία στον όχλο. Και δραχμές, για τη φτωχολογιά –...για σένα κάθε μου τραγούδι που τους καημούς μου τους πλέκεις ψιλοβελονιά...–, αυτά έλεγε και ξαναλέει τώρα ο ηγέτης, ο σωστός, ο πρόστυχος κι άλλα πολλά. Στο τέλος, ο λεγάμενος την ήπιε, όπως λένε στην ποδοσφαιρική διάλεκτο, και το γύρισε στο συρτοτσιφτετέλι, ο ίδιος ο οργανοπαίκτης, ο καλαμπόρτζος! Χορός, εμού του ιδίου.

Να από τι πρέπει να φυλαγόμαστε, διότι καλόν είναι να παραμυθιάζεσαι, αλλά μέχρις ενός ορισμένου σημείου, ας μην το ξεφτιλίζουμε ξανά και ξανά. Μάλιστα θυμήθηκα περίπτωση άλλου ομοειδούς τυπάκου, ο οποίος σιχτίριζε μέρα νύχτα τους πολιτικούς του αντιπάλους επειδή υποστήριζαν ότι αυτά τα κουφά που λέει στο πόπολο δεν γίνονται και ότι πρέπει όλοι μαζί να εφαρμόσουν σχέδιο εθνικής σωτηρίας για να λύσουν το πρόβλημα της χώρας. Υπερφίαλος, αλαζών και αλαλάζων, αποκαλούσε τους άλλους σάπιους, πουλημένους και δωσίλογους.

Λίγο αργότερα, όταν σφίξαν οι βόλοι και είδε τα δύσκολα, από τη μια τους παρακαλούσε να συναινέσουν για γλουτοβλενώσεις και οπισθοπεθουσίες και από την άλλη τους απειλούσε να τους κλείσει στην ψειρού. Αλλος έκανε τον γκιουλέκα και, αφού έπρηξε στα φούμαρα και σε εξοντωτική σανοφαγία τους υπηκόους, στο τέλος, αντί για πρόγραμμα εξόδου απ’ την κρίση, εφάρμοσε στον εαυτό του κάτι πολύ διαφορετικό, που δεν μπορώ να σας το περιγράψω ακριβώς. Εμπίπτει στο νόμο περί Τύπου. Χάλια ήτανε, σας λέω.

Ηθικόν δίδαγμα, ε ας μασάμε λίγο παραμύθι, αλλά με ρέγουλα. Οχι να πιστεύουμε τον κάθε παραμυθά και να χάφτουμε τα μούσια του τη Δευτέρα και την Τρίτη άλλα τριχωτά μέρη, μετά συγχωρήσεως.

Ενας φύλαρχος στη χώρα των μαύρων διατυμπάνιζε πως η φυλή του τον λατρεύει, αλλά δεν κούναγε ρούπι απ’ την καλύβα του, μη γίνει καμιά στραβή, κι ενώ οι πάντες έβλεπαν πως είχε γύρω-γύρω κάτι κλούβες με τσοπανόσκυλα να τον φυλάνε, τους έβγαζε όλους τρελούς. Μετά, επέστρεφε στον πλούσιο μπουφέ του, έπνιγε την οργή του στη σαμπάνια και ηρεμούσε με καπνιστό σολομό, καπνίζοντας κι ένα πούρο - από τα καλά που του είχε δωρίσει άλλος λαοπρόβλητος και λατρεμένος φύλαρχος. Μακριά, βέβαια, πολύ μακριά από μας όλα αυτά, ευτυχώς. Γι’ αυτό σας λέω, τα παραμύθια δεν είναι για χόρταση.