Την κρισιμότητα των ευρωεκλογών ως μία «εθνική κάλπη, αλλά με ευρωπαϊκή διάσταση» υπογραμμίζει, σε άρθρο του στον ιστότοπο iefimerida.gr, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ και κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης.
Ο κ. Μαρινάκης παραθέτει τα πεπραγμένα της προηγούμενης κυβερνητικής θητείας, με πρώτα την επιτυχή διαχείριση κρίσεων παγκόσμιας εμβέλειας, όπως η πανδημία του κορωνοϊού και επικαλείται τις μεταρρυθμίσεις που έχει ψηφίσει η δεύτερη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας τους τελευταίους 11 μήνες.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κατηγορεί την αντιπολίτευση ότι με την προεκλογική τακτική της επιδιώκει την «αποσταθεροποίηση και την επαναφορά της ακινησίας» και καταλήγει λέγοντας: «Μετά τη Δευτέρα, ακολουθούν 3 χρόνια χωρίς εκλογές, στα οποία η κυβέρνηση θα υλοποιήσει απρόσκοπτα το σύνολο του προγράμματός της, για το οποίο ψηφίστηκε τον Ιούνιο του 2023. Γι' αυτό είναι κρίσιμο να αποτυπωθεί η σταθερότητα, η οποία ωστόσο δεν συνεπάγεται στασιμότητα, αλλά μεγάλες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, ώστε οι πολίτες να μας αξιολογήσουν συνολικά το 2027».
Ακολουθεί ολόκληρο το άρθρο του κυβερνητικού εκπροσώπου, Παύλου Μαρινάκη:
«Όλοι ίδιοι είναι», «δεν θα αλλάξει τίποτε», «να στείλουμε μήνυμα», «δεν κινδυνεύει η σταθερότητα», «δεν έχουν σημασία οι ευρωεκλογές», «θέλουμε να τρέξετε πιο γρήγορα».
Αυτές είναι μερικές από τις αντιλήψεις που ακούγονται στον δημόσιο διάλογο ακόμη και λίγες ώρες πριν ανοίξουν οι κάλπες της Κυριακής, με σύμμαχο την παραδοσιακά χαλαρή ψήφο των ευρωεκλογών από το 1981 έως το 2019.
Είναι όμως έτσι;
Πάμε να τα δούμε ένα ένα...
Πρώτον: Οι ευρωεκλογές είναι εθνική κάλπη, αλλά με ευρωπαϊκή διάσταση. Στις Βρυξέλλες λαμβάνονται αποφάσεις που μας αφορούν όλους, άρα έχουν σημαντικό αποτύπωμα στην καθημερινότητά μας: Από τα κονδύλια που εξασφαλίζονται μέχρι τις οδηγίες που εφαρμόζονται. Στον επόμενο πενταετή κύκλο της ΕΕ έχουμε μεγάλες προκλήσεις: Εάν θα υπάρξει νέο Ταμείο Ανάκαμψης, εάν θα βγει η Ευρώπη από τον λήθαργο, ενεργοποιώντας το Σύμφωνο για την Άμυνα, εάν θα ορθώσει ανάστημα στις πρακτικές πολυεθνικών για το θέμα της ακρίβειας, εάν θα προχωρήσει στην ήπια προσαρμογή της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής.
Είναι, λοιπόν, σημαντικό να στείλουμε ανθρώπους που αντιλαμβάνονται ότι στο Ευρωκοινοβούλιο φοράμε τη φανέλα της Εθνικής Ελλάδος... Και την ιδρώνουμε. Όχι ευρωβουλευτές που δεν δίνουν βάρος στο εθνικό συμφέρον αλλά στο κομματικό, ούτε ακραίους -από δεξιά και αριστερά- που εχθρεύονται και πολεμούν την ίδια την ιδέα της Ε.Ε. Και ποιο άλλο κόμμα έχει το DNA της Ευρώπης μέσα του, εκτός από τη Νέα Δημοκρατία; Την παράταξη που μας ενέταξε στη μεγάλη ευρωπαϊκή οικογένεια και που μας κράτησε όρθιους στις πιο δύσκολες στιγμές;
Δεύτερον: Δεν είμαστε όλοι ίδιοι και αυτό καλό είναι να το θυμηθούμε μπροστά στην κάλπη. Φανταστείτε την Ελλάδα, σήμερα, εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δεν θα υπήρχε κανένα από όλα τα μεγάλα έργα που χαιρόμαστε ή τις ενισχύσεις που εξασφάλισαν οι αγρότες, οι επιχειρήσεις μας, τα νοσοκομεία και τα σχολεία μας. Όμως αυτές οι ενισχύσεις δεν έρχονται από το πουθενά, ως διά μαγείας. Είναι αποτέλεσμα διαπραγμάτευσης, κύρους και πειθούς.
O Κυριάκος Μητσοτάκης έδωσε αυτές τις μάχες στο Ευρωκοινοβούλιο, μεγάλωσε την Ελλάδα, μετέτρεψε ελληνικές προτάσεις σε πανευρωπαϊκές πολιτικές.
Στον αντίποδα, η αντιπολίτευση όχι μόνο μηδένιζε τα πάντα, αλλά, εν τέλει, έβλαπτε τη χώρα.
Όταν μέσα στη λαίλαπα του Covid-19 εξασφαλίσαμε 42 δισεκατομμύρια ευρώ για να κρατηθούν όρθιες επιχειρήσεις και νοικοκυριά, η αντιπολίτευση μιλούσε για «πανδημία Μητσοτάκη». Όταν η κυβέρνηση έφερνε το ευρωπαϊκό πιστοποιητικό εμβολιασμού, που άνοιξε τον τουρισμό, εκείνοι χυδαιολογούσαν για «ξεστοκάρισμα εμβολίων». Όταν οχύρωνε τη χώρα με τον φράχτη στον Έβρο, οι πολιτικοί μας αντίπαλοι επιχειρούσαν να μπλοκάρουν την ευρωπαϊκή χρηματοδότησή του. Όταν έφερνε 36 δισ. του Ταμείου Ανάκαμψης, τα οποία μετατρέπονται σε έργα προς όφελος του πολίτη, στην Υγεία, στην Παιδεία, στις υποδομές, εκείνοι δεν υπέγραψαν την επέκταση της χρηματοδότησης αυτής, ενώ οργάνωναν ψηφίσματα για να περικοπούν κονδύλια από την πατρίδα μας. Όταν εκείνοι προσπαθούσαν να εργαλειοποιήσουν τα μπλόκα των αγροτών, ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η κυβέρνηση έβρισκαν λύσεις.
Τη στιγμή που η Ελλάδα ψήλωνε, τη συκοφαντούσαν με ψηφίσματα και έφτασαν στο σημείο να υιοθετούν fake news για τη «νεκρή Μαρία» στην Έβρο, διασύροντας τη χώρα που -υποτίθεται- εκπροσωπούν.
Τρίτον: Έχουμε κεντρικό σύνθημα «Η Ελλάδα σταθερά, πιο κοντά στην Ευρώπη». Τι έκανε η ΝΔ γι' αυτό και τι οι αντίπαλοί μας; Μέσα σε λιγότερο από πέντε χρόνια, η κυβέρνηση Μητσοτάκη έκανε άλματα και προχώρησε μεταρρυθμίσεις που λίμναζαν επί δεκαετίες, κυρίως λόγω πολιτικού κόστους, καλύπτοντας μεγάλη απόσταση που μας χώριζε από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Και μετά από 5 χρόνια, ναι, η Ελλάδα επιστρέφει.
Οι 1.500 ψηφιακές υπηρεσίες του Gov.gr, είναι Ευρώπη.
Το γεγονός ότι οι συντάξεις βγαίνουν σε δύο μήνες και όχι σε τρία χρόνια, είναι Ευρώπη.
Το ότι στηρίζονται οι νέες μητέρες στα πρώτα τους βήματα ισότιμα, χωρίς να υπάρχουν δύο κατηγορίες και με πρόσθετα επιδόματα, είναι Ευρώπη.
Το ότι θα μπορούμε να έχουμε Μη Κρατικά Πανεπιστήμια, όπως και το ψηφιακό σχολείο και φροντιστήριο, είναι Ευρώπη.
Το ότι τα γήπεδά μας λειτουργούν, επιτέλους, με κανόνες και ασφάλεια, είναι Ευρώπη.
Όμως ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, σε ένα μέτωπο ακινησίας, φόβου, αναχρονισμού και λαϊκισμού, ναρκοθετούσαν κάθε μεταρρυθμιστική προσπάθεια, καταψήφιζαν κάθε νομοσχέδιο που θα μας έφερνε πιο κοντά στον ευρωπαϊκό τρόπο ζωής.
Μέσα σε 10 μόλις μήνες, η κυβέρνηση έφερε και ψήφισε μόνη της 10 εμβληματικά νομοσχέδια: Από την πάταξη της φοροδιαφυγής και τη διαφάνεια στους ΟΤΑ μέχρι την αύξηση του εισοδήματος των γιατρών του ΕΣΥ, τις δωρεάν διαγνωστικές εξετάσεις, τη δημιουργία ηλεκτρονικής λίστας χειρουργείων για περισσότερη διαφάνεια, επιτάχυνση των χειρουργείων και μείωση των καθυστερήσεων. Και από το νέο αδιάβλητο σύστημα επιλογής διοικήσεων φορέων του Δημοσίου μέχρι την επιστολική ψήφο, την αυστηροποίηση του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, τη λειτουργία μη κρατικών μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα και τον νέο δικαστικό χάρτη.
Όλα αυτά ήταν μεταρρυθμίσεις που η κοινωνία τις ήθελε, αλλά η αντιπολίτευση τις αρνήθηκε, δέσμια των ιδεοληψιών και των φοβικών της συνδρόμων.
Η ΝΔ τις νομοθέτησε μόνη της, αποδεικνύοντας στην πράξη ποιος ενδιαφέρεται για τη σύγκλιση της Ελλάδας με την Ευρώπη και ποιοι όχι.
Τέταρτον, γιατί η Ελλάδα δεν πρέπει να ξαναγυρίσει στις μαύρες εποχές της κρίσης.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει συγκεκριμένο σχέδιο, σαφές χρονοδιάγραμμα και μετρήσιμα αποτελέσματα γι' αυτόν τον στόχο: Για το πώς θα αντιμετωπίσουμε τις συνέπειες μιας πολυετούς κρίσης σε όλα τα επίπεδα.
Αντιθέτως, η αντιπολίτευση, με όσα εξαγγέλλει εντελώς ακοστολόγητα, μας υπενθυμίζει τις αιτίες που μας οδήγησαν στην κρίση. Αμετανόητοι, τάζουν τα πάντα στους πάντες, προτείνοντας πρόγραμμα δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ, χωρίς, προφανώς, ποτέ να εξηγούν πού θα βρουν τα λεφτά. Αυτή ήταν και η λογική που μας οδήγησε στο χείλος του γκρεμού.
Είναι κρίσιμο, λοιπόν, να καταδικαστεί εκκωφαντικά η πολιτική της ανέξοδης πλειοδοσίας, που έδιωξε κατά κύματα τους νέους ανθρώπους στο εξωτερικό.
Πέμπτον, γιατί η σταθερότητα είναι η λέξη-κλειδί για να επανακάμψει η Ελλάδα στην καρδιά της Ευρώπης και να πρωταγωνιστήσει.
Εμείς δεν έχουμε αυταπάτες, όπως άλλοι. Ξέρουμε ότι μετά από μια υπερδεκαετή κρίση, που διανύσαμε την άνυδρη χώρα της ύφεσης, η Ελλάδα έχει πολύ δρόμο ακόμη για να φτάσει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο - ειδικά για διαθέσιμο εισόδημα.
Όμως, η «δεξιά» κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και του Κυριάκου Μητσοτάκη, και όχι κάποια «κεντροαριστερή» -δήθεν κοινωνικά ευαίσθητη- κυβέρνηση, είναι αυτή που ασκεί πραγματικά ωφέλιμη και δημοσιονομικά υπεύθυνη κοινωνική πολιτική.
Μέσα σε 5 χρόνια δημιουργήσαμε 400.000 νέες θέσεις εργασίας και μάλιστα με καλύτερους μισθούς από πριν, μειώσαμε την ανεργία σχεδόν σε μονοψήφιο ποσοστό, δώσαμε αυξήσεις μετά από χρόνια στους δημοσίους υπαλλήλους και στους συνταξιούχους, ήρθαμε πρώτοι στην ΕΕ σε ρυθμούς ανάπτυξης του ΑΕΠ, αυξήσαμε κατά 28% τον κατώτατο μισθό και κατά 20% τον μέσο μισθό, μειώσαμε πάνω από 50 φόρους.
Φέραμε χρήματα, ανάπτυξη και επενδύσεις στη χώρα. Για να συνεχιστεί αυτός ο ρυθμός, είναι βασική προϋπόθεση το σταθερό πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον, όπως αυτό που είδαν οι αγορές και μας έδωσαν πίσω την επενδυτική βαθμίδα. Δεν πρέπει, λοιπόν, με την ψήφο μας, να διακινδυνεύσουμε να σταματήσει να αιμοδοτείται η ελληνική οικονομία.
Και τέλος, το ζητούμενο στις ευρωεκλογές δεν είναι ποιος θα κυβερνήσει, αλλά πώς θα κυβερνήσει.
Όλο αυτό το διάστημα, η αντιπολίτευση παίζει τα ρέστα της: Ποντάρουν σε ένα μέτριο ή και κακό αποτέλεσμα, για να αμφισβητήσουν κάθε μεγάλη μεταρρύθμιση. Ναι, αυτές τις μεταρρυθμίσεις που καταψήφιζαν με ζήλο. Άρα, μην έχει κανείς αμφιβολία ότι σε μια τέτοια περίπτωση, το βράδυ της Κυριακής, οι αντίπαλοί μας θα αρχίσουν το αφήγημα περί έλλειψης νομιμοποίησης της κυβέρνησης.
Στην πραγματικότητα, θέλουν αποσταθεροποίηση και να επαναφέρουν την ακινησία και το καταστροφικό αφήγημά τους.
Αυτό δεν πρέπει να επιτρέψουμε να συμβεί.
Μετά τη Δευτέρα, ακολουθούν 3 χρόνια χωρίς εκλογές, στα οποία η κυβέρνηση θα υλοποιήσει απρόσκοπτα το σύνολο του προγράμματός της, για το οποίο ψηφίστηκε τον Ιούνιο του 2023. Γι' αυτό είναι κρίσιμο να αποτυπωθεί η σταθερότητα, η οποία ωστόσο δεν συνεπάγεται στασιμότητα, αλλά μεγάλες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, ώστε οι πολίτες να μας αξιολογήσουν συνολικά το 2027.
Να γιατί το μόνο μήνυμα υπέρ των μεγάλων τομών και μεταρρυθμίσεων προς όφελος του πολίτη είναι η ψήφος στη Νέα Δημοκρατία. Γιατί δυνατή ΝΔ στην Ελλάδα ισοδυναμεί με ισχυρή Ελλάδα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.