Πριν από λίγο καιρό ο Παύλος Γερουλάνος μίλησε για «κολλημένη βελόνα» στο ΠΑΣΟΚ.
Τότε κάποιοι χαμογέλασαν αμήχανα. Σήμερα, η βελόνα όχι μόνο εξακολουθεί να είναι κολλημένη, αλλά πλέον γρατζουνάει το ίδιο φθαρμένο βινύλιο με μεγαλύτερη ένταση. Δηλώσεις, αυτοαναιρέσεις, ανοίγματα προς τον ΣΥΡΙΖΑ, εσωκομματικές βεντέτες και ένας αρχηγός που μοιάζει να παρακολουθεί την κρίση από την κερκίδα.
Το ΠΑΣΟΚ, από προχθές,ζει άλλη μία στιγμή πολιτικής αυτοϋπονόμευσης, με πρωταγωνιστή τον βουλευτή Λέσβου, Παναγιώτη Παρασκευαΐδη, που άνοιξε την πόρτα διάπλατα όταν δήλωσε ότι το κόμμα του έχει ευθύνη για τη χρεοκοπία της χώρας, έβαλε στο ίδιο κάδρο όλα τα κόμματα, συμπεριλαμβανομένου του ΣΥΡΙΖΑ, και ταυτόχρονα ξεκαθάρισε ότι δεν απορρίπτει τον Αλέξη Τσίπρα.
Το επιχείρημα γνωστό και πολυχρησιμοποιημένο, «να λέμε τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη». Μόνο που στην πράξη αυτό μεταφράζεται σε πλήρη θόλωση γραμμής. Γιατί όταν ένα κόμμα που φιλοδοξεί να παίξει ρόλο αξιωματικής αντιπολίτευσης ανοίγει συζήτηση για συμπόρευση με τον πρωθυπουργό των capital controls και της μεγαλύτερης θεσμικής περιπέτειας της μεταπολίτευσης, τότε δεν μιλάμε για ειλικρίνεια, αλλά για στρατηγικό μπέρδεμα.
Ποιος κάνει κουμάντο;
Ο Παρασκευαΐδης λέει πως αρχηγός είναι ο Νίκος Ανδρουλάκης. Το λέει, το ξαναλέει, το υπογραμμίζει. Την ίδια στιγμή όμως αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να φύγει, αν δεν τον θέλει το ΠΑΣΟΚ. Στην πολιτική αυτά λέγονται εκβιαστικά διλήμματα. Όχι τυχαία, στη Χαριλάου Τρικούπη άρχισαν να ακούγονται φωνές για διαγραφή. Και εδώ προκύπτει το πραγματικό ερώτημα: ποιος κάνει κουμάντο στο ΠΑΣΟΚ; Ο πρόεδρος ή κάθε βουλευτής που μιλάει «αυθόρμητα» σε μικρόφωνο;
Η σύγκρουση με τον Παναγιώτη Δουδωνή ανέβασε ακόμη περισσότερο τους τόνους με αφορμή την πιθανή κάθοδο του βουλευτή Επικρατείας στην ίδια εκλογική περιφέρεια. «Αλεξιπτωτιστής», «δεν έχει ζήσει ούτε μία μέρα στη Μυτιλήνη», «θα βάλουμε δύο γλάστρες». Εκφράσεις βαριές που δεν ταιριάζουν ούτε σε εσωκομματική συζήτηση ούτε σε δημόσια σύγκρουση που εκθέτει συνολικά το κόμμα. Ο τοπικός πατριωτισμός είναι θεμιτός. Η δημόσια αποδόμηση επιλογών της ηγεσίας όμως, ειδικά όταν συνοδεύεται από προσωπικές βεβαιότητες τύπου «εγώ σίγουρα θα εκλεγώ», δείχνει περισσότερο αλαζονεία παρά πολιτική αυτοπεποίθηση.
Ο Παρασκευαΐδης επανέφερε στο προσκήνιο και τον Γιώργο Παπανδρέου, μιλώντας για «κορόιδεμα» και για έναν άνθρωπο που τα πήρε όλα πάνω του. Το ΠΑΣΟΚ όμως δεν μπορεί να πορεύεται διαρκώς κοιτώντας πίσω, ούτε αναμασώντας αφηγήματα που έχουν κριθεί από την κοινωνία. Οσο ανακυκλώνει το παρελθόν, τόσο αφήνει ελεύθερο χώρο στη Νέα Δημοκρατία να κυβερνά χωρίς σοβαρό αντίπαλο. Η πολιτική δεν είναι μνημόσυνο, είναι σχέδιο για το αύριο.
Η, δε, διαρκής επίκληση της «ενότητας της Κεντροαριστεράς» ακούγεται ωραία στα λόγια. Στην πράξη, βέβαια, όταν αυτή περιλαμβάνει από τον Αλέξη Τσίπρα μέχρι τη Ζωή Κωνσταντοπούλου, μετατρέπεται σε πολιτικό αχταρμά. Οι συνεργασίες γίνονται με προγράμματα, λέει ο Παρασκευαΐδης. Σωστά. Μόνο που μέχρι σήμερα το μόνο σαφές πρόγραμμα που βλέπει ο πολίτης είναι της κυβέρνησης. Τα υπόλοιπα είναι δηλώσεις προθέσεων χωρίς πυξίδα.
Όλοι οι... καλοί χωράνε
Ο Παρασκευαΐδης είπε ορθά κοφτά ότι «θα δοκιμάσουμε την αυτόνομη κάθοδο τώρα κι αν δεν μας βγει, τότε δεν υπάρχει άλλη λύση, θα είμαστε υπέρ των συνενώσεων όλων των κεντροαριστερών δυνάμεων». Σε αυτές τις δυνάμεις συμπεριέλαβε τον συγγραφέα της «Ιθάκης», καθώς «αν ο Τσίπρας αποδεχτεί το πρόγραμμα που θα προτείνουμε εμείς, γιατί να τον απορρίψουμε; Μπορεί να συγκλίνουν και στα προγράμματα, δηλαδή ο ένας να κάνει λίγο πίσω, ο άλλος λίγο μπροστά και έτσι να συγκλίνουν».
Εν κατακλείδι, ο Νίκος Ανδρουλάκης βρίσκεται μπροστά σε μια καθαρή επιλογή. Ή θα επιβάλει γραμμή, πειθαρχία και σαφή πολιτικό προσανατολισμό, ή θα συνεχίσει ως θεατής μιας εσωκομματικής σφαγής που φθείρει το κόμμα του μέρα με τη μέρα. Η κοινωνία δεν περιμένει άλλες κολλημένες βελόνες. Περιμένει καθαρές απαντήσεις. Και όσο το ΠΑΣΟΚ ανακυκλώνει τις ίδιες εσωτερικές κρίσεις, τόσο η πραγματική πολιτική πρωτοβουλία παραμένει αλλού.