Το ΠΑΣΟΚ συνεχίζει την πολιτική του φιέστα με τη «Μαύρη Βίβλο», προσπαθώντας να εμφανιστεί ως εγγυητής της δικαιοσύνης και των θεσμών, ενώ η ίδια του η ιστορία καταρρίπτει κάθε τέτοιο αφήγημα. Η εξαετής παρουσία του στη διακυβέρνηση έχει αφήσει πίσω της πληθώρα ανεπίλυτων θεσμικών ζητημάτων, τα οποία τώρα προσπαθεί να φορτώσει στη Νέα Δημοκρατία με έναν εντυπωσιοθηρικό λόγο και παραπλανητικά «πράσινα» στατιστικά.

Οι κατηγορίες για «αποτυχίες» και «συγκάλυψη» δεν αντέχουν σε στοιχειώδη έλεγχο: το ΠΑΣΟΚ ποτέ δεν διεκδίκησε την ουσιαστική διαφάνεια ούτε πραγματοποίησε μεταρρυθμίσεις που θα μπορούσαν να αλλάξουν τη δομή της δημόσιας διοίκησης ή των δικαστηρίων. Η τωρινή του προσπάθεια να αναδείξει «ζητήματα ανεξάρτητων αρχών» είναι απλώς ένα επικοινωνιακό τέχνασμα για να κρύψει τη δική του ανεπάρκεια, που σήμερα παρουσιάζεται σαν δήθεν ηθική υπεροχή απέναντι στην κυβέρνηση.

Η εμμονή με την προανακριτική για πρώην υπουργούς και οι επικλήσεις σε «τακτικισμούς» αποκαλύπτουν μια κομματική στρατηγική που βασίζεται στη λασπολογία και την εκμετάλλευση θεσμικών διαδικασιών για μικροπολιτικό όφελος. Το ΠΑΣΟΚ, αντί να προτείνει λύσεις, παραμένει προσκολλημένο σε έναν κύκλο κατηγοριών που δεν έχει κανένα πραγματικό αντίκρισμα για την καθημερινότητα των πολιτών.

Τέλος, η επικέντρωση σε θέματα όπως η ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας – Κύπρου και οι «υπεκφυγές» της κυβέρνησης δείχνει πόσο πρόχειρη είναι η επιχειρηματολογία τους. Αντί να συνεισφέρουν με σοβαρές προτάσεις, περιορίζονται σε επικοινωνιακά σόου, επιχειρώντας να εμφανιστούν ως υπερασπιστές του δημόσιου συμφέροντος, ενώ στην πραγματικότητα η μόνη τους επιδίωξη είναι η ανάδειξη σε πρωτοσέλιδα και ο θόρυβος για εσωκομματική κατανάλωση.