Μακροσκελές άρθρο με τίτλο «Ολα όσα θέλεις να ξέρεις για τις υποκλοπές (αλλά ντρέπεσαι να ρωτήσεις)», που δημοσιεύτηκε στο σάιτ inside story, επιχειρεί μια σύνοψη της δημοσιογραφικής έρευνας των Ελίζας Τριανταφύλλου και Τάσου Τέλλογλου για το εν λόγω θέμα. Το συγκεκριμένο σάιτ είναι συνδρομητικό, το οποίο σημαίνει ότι τα άρθρα του τα διαβάζουν μόνο όσοι πληρώνουν. Ωστόσο, το άρθρο το παρέχει δωρεάν στο αναγνωστικό κοινό ο συνδρομητής «ATHANASIOS KOUKAKIS», ο οποίος –αν δεν πρόκειται για κάποια διαβολική συνωνυμία– είναι ο γνωστός δημοσιογράφος Θανάσης Κουκάκης που έπεσε θύμα των παρακολουθήσεων.
Γράφει ο ΕΙΔΙΚΟΣ ΣΥΝΕΡΓΑΤΗΣ
Πρόθεση των συντακτών είναι να «ξετυλίξουν το νήμα του σκανδάλου των υποκλοπών» με βάση τα «όσα γνωρίζουμε μέχρι σήμερα». Είναι όμως έτσι; Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Το άρθρο ξεκινά με το ερώτημα «μπορεί το κράτος να παρακολουθεί πολίτες;» για να απαντήσει ότι «ναι, αλλά μόνο με λογισμικά νόμιμης επισύνδεσης, που είναι εγκατεστημένα στους παρόχους τηλεπικοινωνιών. Η χρήση κακόβουλου λογισμικού παρακολούθησης, του λεγόμενου spyware (όπως είναι το Pegasus, το Predator κ.ά.), είναι παράνομη».
Στη συνέχεια, το άρθρο καταπιάνεται με το πώς ήρθε στην Ελλάδα το λογισμικό Predator: «Μετά τις εκλογές του 2019, όταν στην κυβέρνηση ανεβαίνει η Νέα Δημοκρατία, ένας Ισραηλινός έρχεται στην Ελλάδα για να παρουσιάσει το Predator. Λίγους μήνες αργότερα, μία αντιπροσωπεία Ελλήνων κυβερνητικών αξιωματούχων και ιδιωτών ταξιδεύει στο Ισραήλ και αποφασίζεται να εγκατασταθεί η εταιρεία Intellexa του Ταλ Ντίλιαν στη χώρα μας». Εδώ υπάρχει μια αντίφαση. Σε παλαιότερη ανάρτησή του στο Twitter (06.8.2022, 07:48), o Τάσος Τέλλογλου ισχυριζόταν ότι ο ιδιώτης που κάνει τις παρακολουθήσεις «[...] δραστηριοποιείτο επί της προηγούμενης κυβέρνησης (ενν. επί ΣΥΡΙΖΑ) στο να ακούει τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης (ενν. τον Κυριάκο Μητσοτάκη) στις πιο προσωπικές του στιγμές όταν μιλάει με τη σύζυγο ή την κόρη του και τώρα κάνει το ίδιο με άλλους...». Τι απ’ τα δύο ισχύει; Ηρθε επί Νέας Δημοκρατίας ή έκανε ήδη μπίζνες με τον ΣΥΡΙΖΑ; Μάλλον δεν θα μάθουμε…
Απλές εικασίες...
Στη συνέχεια, το άρθρο αναφέρει ότι «η ΕΥΠ αγοράζει για 7 εκατ. ευρώ το Predator, κρύβοντάς το σε άλλη σύμβαση. Η ίδια η πολιτεία το έχει αρνηθεί επανειλημμένα». Το συγκεκριμένο συμπέρασμα παρουσιάζεται ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Δεν προέκυψε ούτε από τη δημοσιογραφική έρευνα (κατά την οποία δημοσιεύθηκε το σύνολο των απόρρητων συμβάσεων στην «Καθημερινή») ούτε από την ποινική διερεύνηση. Απλώς εικάζεται προς επίρρωση του βασικού αφηγήματος ότι «η κυβέρνηση χρησιμοποιούσε το Predator».
Σε άλλο σημείο του άρθρου αναφέρεται ότι «από τα 87 πρόσωπα που έλαβαν μολυσμένο SMS, οι 27 παρακολουθούνταν νομότυπα και από την ΕΥΠ. Αυτό δεν είναι τυχαίο». Τι σημαίνει «αυτό δεν είναι τυχαίο» δεν μπαίνουν στον κόπο να μας εξηγήσουν οι συντάκτες του άρθρου και κυρίως δεν μπαίνουν στον κόπο να μας λύσουν μια απλή απορία: εάν η κυβέρνηση, ο πρωθυπουργός, ο Δημητριάδης ή όποιος άλλος τους παρακολουθούσε με τον «υπερκοριό» του Predator που παρακολουθεί τα πάντα (εφαρμογές, μηνύματα, μέιλ, συνομιλίες μέσω Διαδικτύου) για όσο θέλει, για ποιον λόγο να τους παρακολουθεί και μέσω της ΕΥΠ, η οποία έχει τη δυνατότητα να παρακολουθεί μόνο την επικοινωνία μέσω των δικτύων κινητής και σταθερής τηλεφωνίας και μάλιστα για περιορισμένο χρονικό διάστημα;
Στη συνέχεια, το άρθρο επιχειρεί να «αναδείξει μεθοδεύσεις» της κυβέρνησης Μητσοτάκη για να «θαφτεί το σκάνδαλο». Οπως εύπεπτα αναφέρουν οι συντάκτες «η κυβερνητική πλειοψηφία προχώρησε σε υπονόμευση της ΑΔΑΕ, αντικαθιστώντας εσπευσμένα και με αντισυνταγματικό τρόπο δύο μέλη (από τα συνολικά επτά), των οποίων η θητεία είχε λήξει, με πρόσωπα της αρεσκείας της». Από πότε είναι αντισυνταγματική η αντικατάσταση μελών μιας Αρχής που η θητεία τους έχει λήξει; Το άρθρο σιωπά βολικά.
Σε άλλο σημείο το άρθρο «αποκαλύπτει» ότι οι εν λόγω συντάκτες είχαν τεθεί και αυτοί υπό παρακολούθηση: «Σύμφωνα με πληροφορίες από δύο πηγές των υπηρεσιών πληροφοριών, στη διάρκεια της δημοσιογραφικής έρευνας για το Predator τέσσερις δημοσιογράφοι, μεταξύ των οποίων ο Τάσος Τέλλογλου και η Ελίζα Τριανταφύλλου του insidestory, τέθηκαν υπό παρακολούθηση με τα δεδομένα θέσης-κίνησης των κινητών τους, αλλά και με φυσική παρακολούθηση, τουλάχιστον από τον Απρίλιο μέχρι τον Αύγουστο του 2022». Απόδειξη δεν παρατίθεται, φυσικά. Ωστόσο, όπως γίνεται και στις αμερικανικές ταινίες, σε μια υπόθεση παρακολουθήσεων, όσο περισσότεροι παρακολουθούνται τόσο καλύτερα.
...και υπονοούμενα
Το άρθρο δεν θα μπορούσε να αφήσει ασχολίαστη τη δικαστική διερεύνηση: «Μετά 14 μήνες έρευνας, η υπόθεση των υποκλοπών αφαιρείται από τους δύο εισαγγελείς Πρωτοδικών, που στο μεταξύ είχαν στοιχειοθετήσει την ύπαρξη κακουργήματος και ετοιμάζονταν να ασκήσουν έως το τέλος του 2023 διώξεις κατά δύο κρατικών αξιωματούχων που συνδέονταν με τη δραστηριότητα της ΕΥΠ. Η έρευνα ανατίθεται από την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Γεωργία Αδειλίνη, στον αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Αχιλλέα Ζήση». Ποιοι ήταν οι δύο κρατικοί αξιωματούχοι και γιατί τελικώς δεν ασκήθηκε δίωξη εις βάρος τους; Υπάρχει μομφή εναντίον του κ. Ζήση ότι μαγείρεψε τα στοιχεία για να τους «βγάλει λάδι»; Και αυτό αφήνεται στη φαντασία του καθενός – μάλλον για λόγους σασπένς.
Το άρθρο καταλήγει ως εξής: «Τον Ιούλιο του 2024 βγαίνει το πόρισμα, στο οποίο ο εισαγγελέας αγνόησε όσα έχουν αποκαλυφθεί μέσα από τη δημοσιογραφική έρευνα και αποφάσισε μόνο την άσκηση ποινικών διώξεων για το πλημμέλημα της παραβίασης του απορρήτου των επικοινωνιών σε βάρος ορισμένων νόμιμων εκπροσώπων και πραγματικών ιδιοκτητών εταιρειών. Σύμφωνα με ανακοίνωση της εισαγγελέως Γεωργίας Αδειλίνη, δεν υπήρξε ελληνική κρατική υπηρεσία που να χρησιμοποίησε το Predator».
Είναι προφανές ότι η δικαστική έκβαση δεν ικανοποίησε τους συντάκτες. Ωστόσο, η Δικαιοσύνη δεν χρειάζεται να είναι αρεστή ή ικανοποιητική. Αρκεί να είναι τυφλή. Οποιος θεωρεί ότι εν προκειμένω δεν έγινε η ενδεδειγμένη κατά νόμο έρευνα, μπορεί να παρουσιάσει τα στοιχεία που απεκρύβησαν. Στοιχεία όμως. Οχι μακροσκελή άρθρα με συμπεράσματα και λογικές ασυνέχειες. Σε διαφορετική περίπτωση, το όλο ζήτημα κινδυνεύει να γίνει γραφικά εμμονικό.