Το ΚΚΕ για ακόμα μια φορά επιλέγει να αντιδράσει με πανηγυρικό λαϊκισμό στις δηλώσεις του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη για τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, παρουσιάζοντας κάθε κυβερνητική πρωτοβουλία σαν «αντεργατικό οδοστρωτήρα». Αντί να αναγνωρίσει τις προσπάθειες για αύξηση μισθών και βελτίωση των εργασιακών συνθηκών, το κόμμα επιδίδεται σε υπερβολές που περισσότερο μπερδεύουν παρά ενημερώνουν τον πολίτη.
Η κατηγορία περί «νέας τρόικας» κυβέρνησης–επιχειρήσεων–ΓΣΕΕ είναι όχι μόνο υπερβολική αλλά και αναχρονιστική. Η πραγματικότητα των συλλογικών διαπραγματεύσεων είναι πολύ πιο σύνθετη από την αφηρημένη εικόνα που σκιαγραφεί το ΚΚΕ, και η εμμονή του στην καταγγελία χωρίς τεκμηρίωση δείχνει ότι το ενδιαφέρον του κόμματος δεν είναι η βελτίωση των εργαζομένων, αλλά η πολιτική αντιπαράθεση.
Παράλληλα, η προσπάθεια του ΚΚΕ να εμπλέξει το ΠΑΣΟΚ και να μιλήσει για «συναίνεση» θυμίζει παλιά προπαγάνδα, υποτιμώντας τη λογική των πολιτών. Η κριτική μετατρέπεται σε λαϊκιστικό σόου, με στόχο περισσότερο την εντυπωσιακή καταγγελία παρά την ουσιαστική ανάλυση των μέτρων που ανακοινώθηκαν για τις συλλογικές συμβάσεις και τους μισθούς.
Τελικά, το ΚΚΕ αποδεικνύει ότι παραμένει παγιδευμένο σε μια πολιτική ρητορική που δεν αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα της αγοράς εργασίας. Αντί να προτείνει ρεαλιστικές λύσεις, περιορίζεται σε κραυγές και γενικόλογες καταγγελίες, αποδομώντας τις προσπάθειες που γίνονται για σταθερότητα, δικαιώματα και αυξήσεις στους μισθούς. Η λαϊκίστικη κριτική του ΚΚΕ για τις συλλογικές συμβάσεις λειτουργεί περισσότερο ως πολιτικό θέαμα παρά ως ουσιαστική παρέμβαση.