Είναι Οκτώβριος του 2020 και ο Σταύρος Κοντονής, υπουργός Δικαιοσύνης επί ΣΥΡΙΖΑ μέχρι την ημέρα που αντικαταστάθηκε από τον Μιχάλη Καλογήρου, αποκαλύπτει ότι ο ποινικός κώδικας που άλλαξε το 2019 –μια εβδομάδα πριν από την προκήρυξη των εθνικών εκλογών στις οποίες σύρθηκε ο Αλέξης Τσίπρας– περιελάμβανε διατάξεις που ευνοούσαν τα καταδικασθέντα μέλη της Χρυσής Αυγής.

Δεν ήταν η πρώτη φορά που η σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση ως κυβέρνηση κρατούσε περίεργη στάση έναντι της ακροδεξιάς. Δεν ήταν και η τελευταία. Προηγήθηκαν διάφορες περίεργες καταστάσεις, ακολούθησαν και άλλες μέχρι σήμερα που ο ΣΥΡΙΖΑ, ως αξιωματική αντιπολίτευση, εμφανίζεται από τη μία να καταγγέλλει τη δεξιά –πιο πολύ– και την ακροδεξιά –όχι τόσο– και από την άλλη να αποφεύγει να συμμετάσχει σε ενέργειες που θα αποτρέπουν τη συμμετοχή ναζιστικών, φασιστικών και ακροδεξιών μορφωμάτων σε εκλογικές διαδικασίες.

Είναι κοινό μυστικό άλλωστε ότι η Κουμουνδούρου ήταν πάντα της άποψης ότι οι ψήφοι είναι καλές όταν κατευθύνονται στον ΣΥΡΙΖΑ ή όταν απομακρύνονται από τη Νέα Δημοκρατία με κατεύθυνση τα δεξιά της κυβερνώσας παράταξης. Θεωρούν, για πολλά χρόνια, ότι με αυτόν τον τρόπο μειώνονται τα ποσοστά του κυβερνώντος κόμματος. Θεωρούν θετικό γεγονός το να μειώνονται τα ποσοστά των άλλων κομμάτων αφού αυτοί δεν μπορούν να αυξήσουν τα δικά τους.

Όπως και να έχει. Το θέμα του ποινικού κώδικα δεν ήταν το μοναδικό, αν και μεταξύ άλλων επέτρεπε στα καταδικασθέντα μέλη να κρατήσουν τα πολιτικά δικαιώματά τους. Να μπορούν να εκλέγουν και να εκλέγονται δηλαδή. Κορυφαίο ήταν και το γεγονός ότι επί σειρά ετών ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάφερε να μεριμνήσει ως κυβέρνηση προκειμένου να βρεθεί χώρος για να διεξαχθεί και να ολοκληρωθεί η δίκη των μελών της Χρυσής Αυγής.

Αποτέλεσμα, τα ηγετικά μέλη της Χρυσής Αυγής συνελήφθησαν με βάση τις διώξεις που ασκήθηκαν από την κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου και καταδικάσθηκαν επί κυβερνήσεως Κυριάκου Μητσοτάκη αφού κατέστη εφικτή η ολοκλήρωση της δίκης που καθυστερούσε, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, διότι δεν μπορούσε να βρεθεί κατάλληλη αίθουσα.

Τα δύο πιο πρόσφατα γεγονότα αφού το κόμμα Σπαρτιάτες, που παραπέμπεται με την κατηγορία της εξαπάτησης των ψηφοφόρων, διότι επί της ουσίας είχε ως ηγέτη τον Ηλία Κασιδιάρη (έδιναν λόγο σε αυτόν) και πιο πριν το κόμμα του Ηλία Κασιδιάρη στις εθνικές εκλογές του 2023. Και στις δύο περιπτώσεις ο προοδευτικός ΣΥΡΙΖΑ δεν κατέθεσε υπόμνημα τον Άρειο Πάγο, όπως έπραξε η ΝΔ αλλά και το ΠΑΣΟΚ. Και στις δύο περιπτώσεις οι δικαιολογίες ήταν αστείες. Μάλιστα, στην περίπτωση του κόμματος Σπαρτιάτες μέχρι και ο Χρήστος Σπίρτζης έθεσε θέμα κατηγορώντας εμμέσως την ηγεσία του κόμματος για τη στάση της.

Δεν είναι όμως μόνο αυτές οι περιπτώσεις που επιβεβαιώνουν μια περίεργη στάση στοργής μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και άκρας δεξιάς. Επί κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ υπήρξαν διάφορες… συμπτώσεις. Ξεπερνώντας για παράδειγμα το γεγονός πως ο Αλέξης Τσίπρας επέλεξε τον Ιανουάριο του 2015 να συνεργαστεί με τον Πάνο Καμμένο για να κάνει κυβέρνηση (σ.σ.: οι πολίτες δεν έδωσαν ποτέ αυτοδυναμία στον Αλέξη Τσίπρα και τελικά η ζημιά έγινε). Το ίδιο έπραξε και τον Σεπτέμβριο του 2015.

Η δικαιολογία ήταν βέβαια πως υπήρξε σύμπραξη για τα μνημόνια. Για να τα σκίσουν. Τελικά έφεραν ένα τρίτο και η συνέχεια γνωστή. Και επίπονη για όλους.

Ήταν και πάλι Οκτώβριος, αυτήν τη φορά το 2015, όταν ο Νίκος Κοτζιάς καλούσε στο Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής εκπρόσωπο της Χρυσής Αυγής να καταθέσει και απόψεις και θέσεις ακόμη και για τα Σκόπια. Ίσως να παρασύρθηκε από τις σχέσεις των δύο πλευρών στις πλατείες των αγανακτισμένων, ίσως από το γεγονός ότι ψήφισαν μαζί κατά της πρότασης Σαμαρά για Πρόεδρο της Δημοκρατίας το 2014 με στόχο να πέσει η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου.

Ποιος ξέρει; Το θέμα είναι πως η Χρυσή Αυγή βρέθηκε στο Συμβούλιο, διέρρευσε ό,τι συζητήθηκε ενώ έφτασαν να βάλλουν κατά της τότε κυβέρνησης ακόμη και μέσα ενημέρωσης φίλα προσκείμενα σε αυτήν.

Παρά το γεγονός αυτό, εκπρόσωποι της Χρυσής Αυγής βρέθηκαν μαζί με βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ και επικεφαλής τον πρόεδρο των ΑΝΕΛ και τότε υπουργό Άμυνας στη Ρω και να φωτογραφίζονται όλοι μαζί. Στη συνέχεια, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ έψαχνε ψήφους για να περάσει τον νόμο της απλής αναλογικής και να ισχύσει από το 2019, δήλωναν από τον ΣΥΡΙΖΑ ότι όλες οι ψήφοι είναι ευπρόσδεκτες. Αυτό δηλαδή που είπε προχθές και ο ξάδελφος Κασσελάκη, ο Βασίλης Κασσελάκης, υποψήφιος ευρωβουλευτής του κόμματος.

Στα παραπάνω να προσθέσουμε και την υπερψήφιση της Βασιλικής Θάνου για τη θέση της προέδρου της Επιτροπής Ανταγωνισμού από τη Χρυσή Αυγή σε μια περίοδο που οι επικεφαλής της αντιμετώπιζαν τη Δικαιοσύνη.

Αυτά είναι παραδείγματα γνωστά. Έχουν ειπωθεί και στο πρόσφατο παρελθόν. Υπάρχουν και άλλα που συνεχίζουν να συζητούνται ειδικά στους χώρους της Βουλής και εκτός αυτής.

Υπάρχει και μια ακόμη πλευρά της ιστορίας. Αν δεν υπήρχε η άκρα δεξιά και αν δεν είχε αρχίσει να… αναπτύσσεται μετά το πρώτο μνημόνιο πατώντας πάνω στην αγανάκτηση των πολιτών ίσως να μην είχε φτάσει στο σημείο να κυβερνήσει ο ΣΥΡΙΖΑ.

Ας δούμε και το σήμερα. Με τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ να φωνάζει περί ακροδεξιάς καταγγέλλοντας όμως τη ΝΔ ως τέτοια. Να επιχειρεί να επαναφέρει συνθήματα άλλων εποχών προκειμένου να συσπειρώσει ό, τι αριστερό του έχει απομείνει στο κόμμα σε επίπεδο οπαδών και ψηφοφόρων. Το έκανε θα πει κανείς και ο Τσίπρας και απέτυχε παταγωδώς. Ναι, όντως απέτυχε. Όμως ως προς το σημείο να αλλάξει τα δεδομένα. Ή να πείσει αυτούς που έπειθε στο παρελθόν. Οι φανατικοί όμως οπαδοί είχαν συσπειρωθεί, όπως και κάποιοι που ζουν με ένα φάντασμα μιας δήθεν κακιάς δεξιάς.

Πέτυχε όμως να δημιουργήσει συνθήκες επιβίωσης στα κόμματα δεξιά της Ν.Δ. και τα αποτελέσματα τα βλέπουμε σήμερα. Άλλωστε και ο Στέφανος Κασσελάκης μπορεί να απευθύνεται σε ένα απολιτίκ κοινό, σίγουρα όμως αν όχι ο ίδιος κάποιοι στον ΣΥΡΙΖΑ γνωρίζουν πως αυτό το κοινό δεν είναι βέβαιο αν θα πάει να ψηφίσει. Καθώς και ότι για να υπάρξει ένα ποσοστό που θα αποτρέψει το πολιτικό του/τους τέλος απαιτούνται οι ψήφοι των δικών τους φανατικών. Αυτων που ζουν με τα συνθήματα προηγούμενων δεκαετιών.