Υπάρχει μια γκρίζα ζώνη μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας, στην οποία ορισμένα κράτη της Δύσης έχουν προνομιακή σχέση με τη Μόσχα.

Χθες ο Πρόεδρος Ερντογάν έθεσε 10 όρους ώστε να μην μπλοκάρει την ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ. Σημειωτέον ότι, σύμφωνα με το άρθρο 10 της Συνθήκης, η ένταξη ενός νέου μέλους πρέπει να αποφασιστεί ομόφωνα.

Και δεν είναι μόνο η Τουρκία, είναι και η Ουγγαρία του Ορμπαν που κάνει δύσκολη τη ζωή στους Δυτικούς. Επί της ουσίας, έχουμε δύο «βέτο», το πρώτο που αφορά το ΝΑΤΟ και το δεύτερο που αφορά το εμπάργκο της ΕΕ στο ρωσικό πετρέλαιο. Δύο «βέτο» που κάνουν σχετικά εύκολη τη ζωή του Πούτιν.

Το παράδοξο είναι ότι τόσο η Τουρκία όσο και η Ουγγαρία, αν και μετέχουν στη δυτική συμμαχία, έχουν εκλεκτική συγγένεια με τον Πούτιν. Ο Ορμπαν άλλαξε πρόσφατα το ουγγρικό σύνταγμα αναλαμβάνοντας πλήρεις εξουσίες. Ο δε Ερντογάν, μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα, μετέτρεψε την κυβέρνησή του σε καθεστώς.

Από τυπική άποψη είναι δημοκρατίες, αλλά με έντονο αυταρχικό αποτύπωμα. Θα μπορούσε κανείς να τις ορίσει με αντίστοιχες «δημοκρατίες» από τη Λατινική Αμερική ώστε να εξηγήσει γιατί αυτές οι δύο χώρες –και εν προκειμένω οι κυβερνήσεις τους– βρίσκονται στην «γκρίζα ζώνη» μεταξύ των δυτικών δημοκρατιών και των ανατολικών αυταρχικών καθεστώτων.

Πρόκειται για «κρυφούς συμμάχους» του καθεστώτος Πούτιν, που αποκαλύφθηκαν λόγω της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία και του πολέμου που συνεχίζεται. Πολέμου που είναι, πάνω απ’ όλα, ένας πόλεμος αξιών, που έχει σημασία για ένα κομμάτι της ανθρωπότητας, δεν έχει όμως για ένα άλλο. Ελάχιστη σημασία έχει αν η Ουγγαρία και η Τουρκία είναι αντίστοιχα μέλη της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Για τον Ορμπαν και τον Ερντογάν αυτές οι αξίες είτε δεν έχουν καθόλου σημασία, είτε σχετικά λίγη.

Και αφού δεν ήρθε το τέλος της ιστορίας, όπως φανταζόταν ο Φουκουγιάμα, δηλαδή οι φιλελεύθερες δημοκρατίες δεν επικράτησαν στον κόσμο, το Κρεμλίνο κερδίζει χρόνο εκμεταλλευόμενο την αδυναμία της Δύσης να κατανοήσει ότι οι ανοιχτές κοινωνίες της και η φιλελεύθερη κουλτούρα που τις συγκροτούν δεν συμβαδίζουν με οριεντάλ αντιλήψεις, που εν τέλει υπονομεύουν την υπόστασή της.

Πάμε σαν άλλοτε…

Εφυγε ο κορονοϊός και επιστρέφει ο λαϊκισμός, ύστερα από ένα διάστημα που ποικίλλει ανάλογα με το κράτος και τον λαό του. Στη Γαλλία επανεμφανίστηκαν η Μαρίν Λεπέν και ο Μελανσόν από δύο διαφορετικές γωνίες. Η πρώτη από τα δεξιά και ο δεύτερος από τα αριστερά. Στην Ιταλία η Μελόνι επαναλανσάρει τον νεοφασισμό του Αλμιράντε, ενώ στην Ισπανία ο Σάντσεθ συγκυβερνά με τους Ποδέμος χωρίς τον Πάμπλο Ιγκλέσιας. Σε κάποια κράτη, όπως στην Ουγγαρία o Ορμπαν, σε κάποια άλλα κάνουν όνειρα επανόδου. Ενα από αυτά, η Ελλάδα, διαθέτει λαϊκιστές για όλα τα γούστα. Από τον Αλέξη Τσίπρα και τον Γιάνη Βαρουφάκη μέχρι τον Κυριάκο Βελόπουλο, που ντουμπλάρει τον Πάνο Καμμένο στον ρόλο του πατριώτη. Κι εδώ αρχίζουν τα δύσκολα για τον Αλέξη Τσίπρα. Γιατί ενώ θα έκανε κυβέρνηση ακόμα και με τον κορονοϊό προκειμένου να ξαναγίνει πρωθυπουργός, δεν αντέχει τις εντριβές με κηραλοιφή το μέτωπο, το λαϊκό.

Από την στήλη «Επίκεντρο» της έντυπης έκδοσης