Ο Ντόναλντ Τραμπ βρίσκεται μπροστά σε ένα σημαντικό δίλημμα: να εμπλακεί στρατιωτικά στον πόλεμο Ισραήλ-Ιράν ή να επιμείνει στη διπλωματία. Ο 47ος πρόεδρος των ΗΠΑ εξελέγη υποσχόμενος πως θα τελειώσει τους πολέμους και θα απομακρύνει τη χώρα του από τις συρράξεις ανά τον κόσμο. Κινούμενος προς τη συμμετοχή στον πόλεμο, μπορεί να πετύχει την αλλαγή καθεστώτος στο Ιράν, πράγμα που θα ήταν σαφώς υπέρ των ΗΠΑ. Από την άλλη, θα πήγαινε ενάντια σε μία από τις βασικές πεποιθήσεις του MAGA κινήματος (για την ακρίβεια, των deep MAGA): αυτήν του απομονωτισμού.

Η βάση του GOP είναι διχασμένη. Περίπου το 65% των υποστηρικτών του, οι παραδοσιακοί Ρεπουμπλικάνοι, στηρίζουν τη σκληρή γραμμή υπέρ του Ισραήλ, βλέποντας τον πόλεμο ως ευκαιρία να «τελειώσει» το Ιράν. Αντίθετα, το 35%, κυρίως οι νεότεροι και πιο απομονωτιστές MAGA, απορρίπτουν την εμπλοκή, φοβούμενοι έναν νέο «πόλεμο του Νετανιάχου» που θα παρασύρει τις ΗΠΑ. Στις νεότερες ηλικίες, μάλιστα, τα ποσοστά είναι σαφώς υπέρ της μη συμμετοχής. Αυτή η διάσπαση έχει φέρει τον Τραμπ σε αμηχανία και εξηγεί σε μεγάλο βαθμό τη στάση αναμονής και τις δηλώσεις των τελευταίων ημερών. Η εσωτερική αυτή κρίση μπορεί να επηρεάσει τις ενδιάμεσες εκλογές του 2026. Οι Ρεπουμπλικάνοι κινδυνεύουν να χάσουν έδαφος αν ο Τραμπ επιλέξει πόλεμο. Οι απομονωτιστές του MAGA, απογοητευμένοι, μπορεί να απέχουν, δίνοντας ανάσα στους Δημοκρατικούς, που και οι ίδιοι έχουν πρόβλημα κατεύθυνσης. Αν, από την άλλη, ο Τραμπ επιλέξει διπλωματία, κινδυνεύει να αποξενώσει τους «σκληρούς», που θέλουν δράση.

Η στρατηγική ισορροπίας του Τραμπ, που πατάει σε «δύο βάρκες» –στρατιωτική απειλή και διπλωματική πίεση– φαίνεται πως θα περάσει σε δεύτερη φάση. Ο Αμερικανός πρόεδρος καλείται να εμπλακεί σε πόλεμο, δίχως να δείξει ότι εμπλέκεται. Να βοηθήσει ουσιαστικά το Ισραήλ δηλαδή, αλλά με τρόπο τέτοιο ώστε οι MAGA να μη θεωρήσουν ότι ήταν απευθείας βοήθεια. Να ισορροπήσει ανάμεσα στη γεωπολιτική και στις ενδιάμεσες εκλογές του 2026. Θα τα καταφέρει;