Το ξέσπασμα του (πρώην αθλητή της καλαθοσφαίρισης) Νίκου Παππά και οι χυδαίες αναφορές του σε «κυβέρνηση δολοφόνων» μπορεί να ξένισαν κάποιους, αλλά σίγουρα όχι όσους είναι υποψιασμένοι για το ύφος και το ήθος του «βαθέος ΣΥΡΙΖΑ». Των στελεχών, δηλαδή, που κατά κυριολεξία έκαναν πολιτική καριέρα συκοφαντώντας τους πολιτικούς αντιπάλους τους ή προχωρώντας σε δολοφονίες χαρακτήρων, βουτώντας στο μίσος και την τοξικότητα. Τούτο υπήρξε άλλωστε ένα από τα χαρακτηριστικά του ΣΥΡΙΖΑ, ιδιαίτερα την περίοδο 2012-2015 που βρέθηκε αιφνιδιαστικά στον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, επενδύοντας με την ανοχή, τουλάχιστον, του Αλέξη Τσίπρα στον ιδιότυπο αυτόν διχασμό που έμοιαζε βγαλμένος από άλλες, σκοτεινές εποχές της νεότερης ελληνικής ιστορίας.

Γράφει η Έρση Παπαδάκη

Είναι δε σοκαριστικό το γεγονός ότι αρκετές φορές αυτή η ρητορική μίσους ουδεμία διαφορά έχει από την αντίστοιχη που χρησιμοποιούσαν και χρησιμοποιούν φασιστικά και αντιδημοκρατικά κόμματα, όπως έκαναν στο πρόσφατο παρελθόν η Χρυσή Αυγή και οι έγκλειστοι πρωταγωνιστές της. Κι όμως, αντί τότε να κάνουν την αυτοκριτική τους στην Κουμουνδούρου και ν’ απομονώσουν αυτά τα φαινόμενα, ως διά μαγείας εγκαλούν τους πολιτικούς αντιπάλους τους ότι βάζουν, τάχα, στο ίδιο τσουβάλι τον ΣΥΡΙΖΑ με την ακροδεξιά και υιοθετούν την αποκαλούμενη «θεωρία των άκρων».

Η ρητορική μίσους και ο ακροδεξιός λόγος έφτασε συνεπώς κάποια στιγμή να είναι πολιτική επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ και κορυφαίων στελεχών του. Και δεν είναι μόνο ο... γνωστός και μη εξαιρετέος Παύλος Πολάκης ή τώρα ο Νίκος Παππάς, αλλά και άλλα στελέχη που στο πρόσφατο ή το απώτερο παρελθόν υπέκυψαν σ’ αυτήν τη λογική. Ποιος θα ξεχάσει π.χ. τους βουλευτές και τα στελέχη που υιοθέτησαν μέσω social media το χυδαίο, υβριστικό σύνθημα κατά του Κυριάκου Μητσοτάκη κατά την προεκλογική περίοδο; Ποιος θα ξεχάσει αντίστοιχα όσους άδραξαν την ευκαιρία να επιτεθούν με εξίσου χυδαίους χαρακτηρισμούς κατά στελεχών της Νέας Δημοκρατίας με κάθε αφορμή και μάλιστα κάποιοι από αυτούς να μη διστάσουν να στραφούν και κατά μελών των οικογενειών τους – καταπατώντας έτσι κάθε έννοια πολιτικού fair play και ηθικής;

Με το ίδιο νόμισμα...

Είναι δε εντυπωσιακό πως μετά τις εσωκομματικές εκλογές και την αλλαγή ηγεσίας στην Κουμουνδούρου, ο ΣΥΡΙΖΑ πληρώνει αυτήν τη στάση του με το ίδιο νόμισμα, καθώς η αποχώρηση των στελεχών της Νέας Αριστεράς ή η κριτική κατά του Αλέξη Τσίπρα για όσα είπε πριν από το 4ο Συνέδριο του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης συνοδεύτηκαν από πυρά εκ των έσω για «τοξικότητα και διχασμό». Ακριβώς διότι επιχειρήθηκε να σπιλωθούν στελέχη που διαφώνησαν ή αποχώρησαν με χτυπήματα κάτω από τη ζώνη και με μεθόδους που σε κανονικές συνθήκες θα έπρεπε να είναι ξένες προς την ιδιοσυγκρασία της Αριστεράς.

Η εμφυλιοπολεμική λογική που ακολούθησε άλλωστε ο ΣΥΡΙΖΑ την περίοδο 2012-2015 και τα τρομακτικά διλήμματα του τύπου «ή μαζί μας ή απέναντί μας» ήταν αυτά που κυρίως πλήρωσε το κόμμα στις εθνικές εκλογές του Μαΐου και του Ιουνίου 2023, με την ηχηρή αποδοκιμασία των ψηφοφόρων. Μια αντιμνημονιακή υστερία και ένας φανατισμός με (τάχα) αντισυστημικά χαρακτηριστικά, πολιτικές και συμπεριφορές των άκρων που ουδεμία σχέση έχουν με αυτό που η Ελλάδα βιώνει στη μεταπολιτευτική περίοδο και την ποιότητα της δημοκρατίας μας.

Υπό αυτήν την έννοια, η επιστροφή του ΣΥΡΙΖΑ στο περιθώριο μοιάζει ως μια απόλυτα φυσιολογική εξέλιξη και μια απόλυτα φυσιολογική αντανακλαστική αντίδραση του πολιτικού περιβάλλοντός μας. Ο χυδαίος πολιτικός λόγος, τα ακροδεξιά παραληρήματα και οι δολοφονίες χαρακτήρων από την περιβόητη «υπόγα» της Κουμουνδούρου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης εκφράζουν πλέον ένα πολύ μικρό κομμάτι της κοινωνίας και η υγιής πλειοψηφία όχι απλώς αποδοκιμάζει αυτές τις καταστάσεις, αλλά επιπλέον αυτό που αναζητεί είναι αξιοπιστία και ικανότητα διαχείρισης των ζητημάτων που απασχολούν τους πολίτες. Είτε πρόκειται για την καθημερινότητά τους είτε πρόκειται για πιο σοβαρά, μεγάλα ζητήματα που αφορούν π.χ. την Οικονομία ή την εικόνα της χώρας στο εξωτερικό.