Κυριακή 15/06/2025, γιορτή του Πατέρα. Από το 2018 που ξεκίνησε να λειτουργεί το 2ο ιατρείο μου στην Καλαμπάκα (τόπο καταγωγής αμφοτέρων των γονέων μου), για να τιμήσω -και ανήμερα της γιορτής του Πατέρα- τη μνήμη του δικού μου πατέρα, Χρυσοστόμου Χ. Λιάπη, Αξιωματικού (ε.α) της Πολεμικής Αεροπορίας που έπασχε από νόσο του Πάρκινσον και έφυγε από τη ζωή όταν ήμουν στο 5ο έτος της Ιατρικής του Α.Π.Θ., κάθε χρόνο την 3η Κυριακή του Ιουνίου, προσέφερα δωρεάν ιατρικές υπηρεσίες σε όσους πάσχοντες από τη νόσο προσέφευγαν στις ιατρικές υπηρεσίες του ιατρείου μου για την αντιμετώπιση των ψυχικών διαταραχών που συχνὰ συνοδεύουν τα εξωπυραμιδικά (παρκινσονικά) σύνδρομα.

Η περασμένη Κυριακή ήταν η πρώτη Γιορτή του Πατέρα, κατά την τελευταία επταετία που το ιατρείο μου δεν δέχθηκε αυτήν την ιδιαίτερη κατηγορία πασχόντων, ούτε άλλους ασθενείς, καθώς έχω αναστείλει τη λειτουργία του από την στιγμή που τοποθετήθηκα Επίκουρος Καθηγητής Ψυχιατρικής στο Δ.Π.Θ., στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Αλεξανδρούπολης. Το ιατρείο στην Καλαμπάκα λειτουργούσε Σαββατοκύριακα, Δευτέρες και Αργίες, γιατί αυτές τις ημέρες επέτρεπαν οι υποχρεώσεις του βασικού μου ιατρείου στην Αθήνα. Τώρα στα Μετέωρα πηγαίνω για να βλέπω τη μητέρα μου και τους ανθρώπους με τους οποίους δέθηκα όλα αυτά τα χρόνια. Πηγαίνω και για να θυμάμαι…και, χωρίς ιατρικές υποχρεώσεις, αυτήν την Κυριακή, γιορτή του Πατέρα, βρήκα χρόνο για καφέ κάτω από τους ευλογημένους βράχους…και έτσι, ήρθε στη σκέψη μου ο χορός του δικού μου πατέρα και ξεκίνησε ο μακρόσυρτος χορός των αναμνήσεων. «Τις σκόρπιες λέξεις της ζωής… γύρευε να μαζέψει, εκείνο το βράδυ… και να τις βάλει στη σειρά, χεροπιασμένες με τα γράμματα, να σύρουν πάνω στο χαρτί τον τραγικό χορό της ανθρώπινης ύπαρξης». [από «ΤΑ ΔΑΚΡΥΑ ΤΟΥ ΠΕΡΣΕΑ»].

img-4043.jpg

«"Που έχει πάντα συννεφιά - συννεφιά…"

Ο πατέρας τέντωσε τα χέρια του και έγειρε μπροστά το σώμα του. Λύγισε τα γόνατα και κάθισε αργά, πολύ αργά. Οι κινήσεις του φαινόταν αγχώδεις, μηχανικές, και η έκφραση στο πρόσωπό του σοβαρή, αλλά σε λίγο, καθώς χαστούκιζε την ξύλινη πίστα με την παλάμη και την ανάποδή της, το ύφος του έγινε κάπως απόμακρο. Τα πόδια του έκλεισαν σαν σκιέρ που κάνει σλάλομ και έπιασε την τσάκιση του παντελονιού του με δυο δάχτυλα, με τον τρόπο που σηκώνει μια γυναίκα τη φούστα της για να περάσει μια λακούβα νερό….όταν το τραγούδι τελείωσε ο πατέρας δεν γύρισε στο τραπέζι. Παρέμεινε σκυφτός με τα μπράτσα τεντωμένα σαν φτερά κουρασμένου πουλιού…». Όπως γράφει ο Νίκος Παπανδρέου για τον χορό του πατέρα του, στο βιβλίο του που στα αγγλικά είχε κυκλοφορήσει υπό τον τίτλο «Father Dancing».

img-4047-1.WEBP

Η τελευταία φορά που είδα τον πατέρα μου να χορεύει ζεϊμπέκικο ήταν τον Δεκαπενταύγουστο του 2001, σε ένα γειτονικό σπίτι όπου γιόρταζαν τη Μαρία. «Πού σουν μάγκα τον χειμώνα, που ‘σουν μάγκα τον χειμώνα βρε…που την είχες την κρυψώνα», στρίγγλιζαν τα στερεοφωνικά κι εκείνος χόρευε, με τις χοριοαθετωσικές κινήσεις της νόσου του Parkinson, από την οποία υπέφερε για χρόνια, να μετατρέπουν σε απόκοσμη, ιαμβική μυσταγωγία τη χορογραφία του, με τα κοφτά βήματα κάθε φιγούρας να μπλέκονται με τις σπασμωδικές κινήσεις της νόσου, λες και πάλευε να ξετυλιχθεί από ένα αόρατο χορευτικό πέπλο που γύρευε να τον γκρεμίσει, τυλιγμένον στην ασταθή ισορροπία μιας μεταφυσικής σαγήνης. Καμπτοκορμία και οπισθώθηση, όχι γιατί έτσι επέβαλε ο χορευτικός ρυθμός, αλλά λόγω των ντοπαμινεργικών προταγμάτων της νόσου και της φαρμακευτικής του αγωγής. Νευρόσπαστες κινήσεις, κοφτές σαν προσταγή και ανάλαφρες σαν χάδι, μια γκρεμισμένη πυραμίδα που παλεύει να ξαναστηθεί όρθια, με εξωπυραμιδικά τινάγματα, στο τσιμεντένιο κέντρο μιας πιλοτής που είχε μεταβληθεί σε πίστα. «Ποτέ μη δίνεις ένα σπαθί σε έναν άνδρα που δεν ξέρει να χορεύει», όπως λέει μια κέλτικη παροιμία. Και εκείνος ο άνδρας ήξερε να χορεύει, τουλάχιστον πριν αρρωστήσει…

img-4050.webp
img-4048.webp