Ο Άδωνις Γεωργιάδης βρίσκεται για μία ακόμη φορά στο στόχαστρο. Δεν είναι μόνο οι εμπρησμοί στο βιβλιοπωλείο του, που εδώ και χρόνια αποτελούν αγαπημένο «άθλημα» μιας ομάδας αναρχικών, αλλά τώρα και οι ωμές απειλές ενάντια στη ζωή του.
Ένας 52χρονος, κρυμμένος πίσω από την ανωνυμία των κοινωνικών δικτύων, προέτρεπε δημόσια σε βία, εκτόξευε ύβρεις και καλούσε άλλους να «τελειώσουν» τον Υπουργό. Η υπόθεση δεν είναι απλώς προσωπική· αφορά τη δημοκρατία και την αντοχή της απέναντι σε όσους επιχειρούν να την εκβιάσουν με φόβο.
Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ο Τσάρλι Κερκ δολοφονήθηκε επειδή ακριβώς ενσάρκωνε τα ίδια χαρακτηριστικά που μισούν και στον Γεωργιάδη. Οι ομοιότητες είναι ανατριχιαστικές. Και οι δύο δεινοί ρήτορες. Και οι δύο υπερασπιστές της ελευθερίας. Και οι δύο απέναντι στη βία. Και οι δύο μισητοί από μια Αριστερά που δεν ξέρει πώς να απαντήσει αλλιώς.
Αυτό που παρατηρούμε είναι η πιο ωμή εκδήλωση του αριστερόστροφου φασισμού. Μιας νοοτροπίας που, ενώ μιλά για «ελευθερία» και «δημοκρατία», στην πραγματικότητα δεν αντέχει ούτε την αντίθετη άποψη ούτε τον δημόσιο διάλογο. Εκεί όπου τελειώνουν τα επιχειρήματα, αρχίζουν οι απειλές. Εκεί όπου χάνει το επιχείρημα, μπαίνει μπροστά η μολότοφ και το πληκτρολόγιο που στάζει μίσος
Η κοινωνία μας δεν μπορεί να μείνει αμέτοχη απέναντι σε αυτή την κατάπτωση. Η βία και η στοχοποίηση συντηρητικών πολιτικών και διανοουμένων δεν είναι μια «ακραία εξαίρεση», αλλά μια συνειδητή στρατηγική: να επιβληθεί ο φόβος ώστε να φιμωθεί ο αντίπαλος. Αν αυτό επικρατήσει, τότε η δημοκρατία παύει να υπάρχει· γιατί εκεί όπου ο διάλογος υποχωρεί μπροστά στην απειλή, το μόνο που μένει είναι η τυραννία του όχλου.
Η απάντηση δεν μπορεί να είναι άλλη από μηδενική ανοχή. Μηδενική ανοχή στη βία, μηδενική ανοχή στην τοξικότητα, μηδενική ανοχή στον φασισμό με αριστερό πρόσημο. Γιατί η ελευθερία του λόγου δεν είναι διαπραγματεύσιμη και η φωνή όσων έχουν το θάρρος να μιλούν καθαρά δεν πρόκειται να φιμωθεί.