Η πρόσφατη επίθεση με μπογιές στο πολιτικό γραφείο της βουλευτού Χανίων της Νέας Δημοκρατίας, Σέβης Βολουδάκη, αποδεικνύει για άλλη μια φορά πως ο αριστερός «ακτιβισμός» δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας σύγχρονος φασισμός, μεταμφιεσμένος σε δήθεν «αντίσταση».
Είχε προηγηθεί η προχθεσινή επίθεση με μπογιές στον βουλευτή Ηρακλείου της Νέας Δημοκρατίας Μάξιμου Σενετάκη. Οι γνωστοί-άγνωστοι κουκουλοφόροι, που δρουν ανενόχλητοι, επιλέγουν τη βία και τη στοχοποίηση ως μέσο επιβολής, αποδεικνύοντας πως δεν αντέχουν τον διάλογο, τις πολιτικές αντιπαραθέσεις και, φυσικά, τη δημοκρατία.
Η αριστερά και οι παραφυάδες της αρέσκονται να καπηλεύονται έννοιες όπως η ελευθερία και η δημοκρατία, την ίδια στιγμή που επιτίθενται σε όσους δεν συμφωνούν με τις απόψεις τους. Δεν μιλάμε απλά για μια πράξη βανδαλισμού. Πρόκειται για μια οργανωμένη προσπάθεια εκφοβισμού, για έναν ακόμη κρίκο στην αλυσίδα της πολιτικής τρομοκρατίας που έχουμε δει να εκδηλώνεται επανειλημμένα κατά στελεχών της κεντροδεξιάς παράταξης και κάθε φιλελεύθερης φωνής.
Το πρόβλημα, όμως, δεν είναι μόνο αυτοί που ρίχνουν τις μπογιές, αλλά και εκείνοι που τους υποθάλπουν, που τους δικαιολογούν ή που επιλέγουν τη σιωπή. Η ανοχή στη βία από την πλευρά της αριστεράς είναι συστηματική. Από τις «επαναστατικές» ομάδες που καταστρέφουν δημόσια και ιδιωτική περιουσία μέχρι τις φοιτητικές παρατάξεις που επιβάλλουν με τη βία τις απόψεις τους στα πανεπιστήμια, βλέπουμε μια κοινή νοοτροπία: «αν δεν συμφωνείς μαζί μας, θα σε κάνουμε να σωπάσεις».
Η δημοκρατία, όμως, δεν εκβιάζεται. Και όσο κι αν προσπαθούν κάποιοι να τρομοκρατήσουν τους πολιτικούς αντιπάλους τους, τόσο πιο ξεκάθαρο γίνεται ότι η μόνη απάντηση σε αυτόν τον αριστερό φασισμό είναι η προσήλωση στις αρχές της ελευθερίας, της τάξης και του κράτους δικαίου.
Η δικαιοσύνη οφείλει να δράσει άμεσα, και η κοινωνία να καταδικάσει απερίφραστα κάθε απόπειρα πολιτικής βίας, από όπου κι αν προέρχεται.