Η 7η Οκτωβρίου έχει καταχωριστεί στο βιβλίο της Ιστορίας ως η μεγαλύτερη σφαγή Εβραίων μετά το Ολοκαύτωμα. Σαν σήμερα, ακριβώς δύο χρόνια πριν, τα μέλη της Χαμάς, της παλαιστινιακής τρομοκρατικής οργάνωσης, εισέβαλαν στο Νότιο Ισραήλ και σκόρπισαν τον θάνατο και τη βία: δολοφόνησαν βάναυσα 1.200 άμαχους πολίτες, βίασαν και κακοποίησαν αμέτρητους ανθρώπους και πήραν μαζί τους στη Λωρίδα της Γάζας 251 ομήρους.

Η βαρβαρότητα και η φρικαλεότητα της επίθεσης σήμαναν συναγερμό στο Ισραήλ, «χτυπώντας» τον πυρήνα του ζητήματος της ασφάλειας ενός κράτους του οποίου οι πολίτες αντιμετώπισαν πολεμική απειλή από τους γείτονές του ήδη από την πρώτη ημέρα της ίδρυσής του.

Η ισραηλινή κυβέρνηση, υπό την ηγεσία του πρωθυπουργού, Μπενιαμίν Νετανιάχου, αποφάσισε να αντιδράσει δυναμικά στη σφαγή της 7ης Οκτωβρίου, η οποία σηματοδότησε την έναρξη του πολέμου που σήμερα συμπληρώνει δύο χρόνια. Η ισραηλινή αντίδραση είχε αρχικά την ηθική υποστήριξη της πλειονότητας του πολιτισμένου κόσμου. Ωστόσο, όταν αυτή η δράση εξελίχθηκε σε υπεραντίδραση, οι περισσότερες χώρες άρχισαν να διακρίνουν τη Χαμάς από τον παλαιστινιακό λαό και, σε επόμενη φάση, να αντιτίθενται στην εισβολή του Ισραήλ αρχικά στη Λωρίδα της Γάζας και αργότερα στην ομώνυμη πόλη του παλαιστινιακού θύλακα αλλά και σε όσα αυτή συνεπάγεται.

Το τρέχον διάστημα, το εβραϊκό κράτος έχει απολέσει τα περισσότερα από τα διεθνή ερείσματά του· βασικός σύμμαχός του παραμένει ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, παρότι και αυτός ασκεί συχνά πυκνά ασφυκτικές πιέσεις στην ισραηλινή ηγεσία.

Κατά τη διετία που μεσολάβησε σημειώθηκαν κρίσιμα γεγονότα στον πόλεμο της Γάζας: απώλειες, μάχες, επιχειρήσεις διάσωσης ομήρων, εκεχειρίες, διαπραγματεύσεις αλλά και περιφερειακές συρράξεις.

Στα τέλη Νοεμβρίου του 2023 επήλθε η πρώτη μεγάλη μεσολαβημένη εκεχειρία μεταξύ των δύο πλευρών, με ανταλλαγή γυναικών και παιδιών ομήρων έναντι της απελευθέρωσης Παλαιστινίων κρατουμένων – σε εκείνη τη φάση απελευθερώθηκαν περισσότερα από 100 άτομα.

Οι μάχες, ωστόσο, συνεχίζονταν, με τις Ισραηλινές Δυνάμεις Αμυνας (IDF) να πραγματοποιούν επιχειρήσεις διάσωσης ομήρων αλλά και επεκτατικές ενέργειες. Τον Μάιο του 2024 οι IDF επεκτάθηκαν προς τη Ράφα. Σε δεύτερη περίπτωση, μεταξύ 6 και 8 Ιουνίου 2024, πραγματοποιήθηκε επιχείρηση διάσωσης τεσσάρων ομήρων, συνοδευόμενη όμως από καταγγελίες για μεγάλο αριθμό νεκρών Παλαιστινίων.

Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους αναζωπυρώθηκε η ένταση μεταξύ Ισραήλ και Λιβάνου, που οδήγησε στις 27 Νοεμβρίου 2024 σε εκεχειρία μεταξύ Ισραήλ και Χεζμπολάχ. Στις 15 Ιανουαρίου 2025, λίγες ημέρες πριν από την ανάληψη της διακυβέρνησης των ΗΠΑ από τον Ντόναλντ Τραμπ, συμφωνήθηκε νέα εκεχειρία μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς, η οποία προέβλεπε τρεις φάσεις. Μετά την ολοκλήρωση της πρώτης φάσης –που περιελάμβανε απελευθέρωση ομήρων σε ανταλλαγή με Παλαιστίνιους κρατούμενους– η εκεχειρία κατέρρευσε, εν μέσω αλληλοκατηγοριών των δύο πλευρών.

Ενώ οι μάχες των IDF στη Γάζα μαίνονταν, τον περασμένο Ιούνιο ξέσπασε πόλεμος διάρκειας δώδεκα ημερών μεταξύ Ισραήλ και Ιράν. Έπειτα από αμερικανικούς βομβαρδισμούς στο ιρανικό έδαφος και υπό την πίεση της Ουάσιγκτον, οι εχθροπραξίες τερματίστηκαν. Το τελευταίο κομβικό γεγονός ήταν η επίθεση του Ισραήλ στην Ντόχα στις αρχές Σεπτεμβρίου, με στόχο την εξόντωση της εναπομείνασας ηγεσίας της Χαμάς. Άλλα κρίσιμα περιφερειακά γεγονότα υπήρξαν η κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ στη Συρία (Δεκέμβριος 2024), καθώς και η πλήρης διάρρηξη των τουρκοϊσραηλινών σχέσεων, με αφορμή τόσο τη Γάζα όσο και το Συριακό.

Για το Ισραήλ, η σημερινή ημέρα φέρει έναν διπλό συμβολισμό: υπενθυμίζει ότι η επιβίωση απαιτεί διαρκή αγώνα – άλλωστε 48 Ισραηλινοί παραμένουν ακόμη όμηροι, και δεν είναι όλοι ζωντανοί. Την ίδια στιγμή, όμως, ο αγώνας αυτός οφείλει να έχει σκοπό την ειρήνη· όχι τον όλεθρο.