Ξεκινώντας από τις τελευταίες εξελίξεις στην υπόθεση των Τεμπών, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ Θανάσης Κοντογεώργης εξέφρασε, σε συνέντευξή του το βράδυ της Τρίτης στο «Kontra Channel», την πεποίθησή του ότι η κυβέρνηση κινείται θεσμικά στο ζήτημα.
Απευθυνόμενος στο πολιτικό προσωπικό, ζήτησε «να διδαχθούμε από όσα έγιναν τις τελευταίες εβδομάδες, όταν γεγονότα ήρθαν σε σύγκρουση με αιτιάσεις που είχαν φθάσει και σε ακρότητες, και ένα μέρος του πολιτικού συστήματος εκτέθηκε. Έχουμε υποχρέωση να διαφυλάξουμε τη σοβαρότητα του πολιτικού συστήματος», επέμεινε μάλιστα. «Με σεβασμό στις οικογένειες των θυμάτων, αλλά και στο μέγεθος αυτής της τραγωδίας πρέπει να λειτουργήσουμε υπεύθυνα», τόνισε ακόμη.
Ταυτοχρόνως, ζήτησε να υπάρξει μελέτη της δικογραφίας -«δεν πρέπει να προτρέχουμε, αν και κάποια κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν έφεση σε αυτό», παρατήρησε και υπογράμμισε ότι μοναδικός γνώμονας πρέπει να είναι «η αποκάλυψη της αλήθειας, η απόδοση της δικαιοσύνης».
Για τα βίντεο δε, αφού παρατήρησε ότι «προέκυψε ότι ήταν αληθή», συμπέρανε: «Καταρρίπτονται σε πολύ μεγάλο βαθμό κάποιες αιτιάσεις». Υπενθύμισε ότι «διεξάγεται προκαταρκτική εξέταση για ποιο λόγο αυτά δεν δόθηκαν αμέσως», συμπληρώνοντας ότι έχουν ενταχθεί πάντως στη δικογραφία. Σε επόμενο δε, σημείο της συνέντευξης, επανέλαβε τον στόχο για ισότιμη μεταχείριση πολιτικών και πολιτών, υπογραμμίζοντας την κυβερνητική βούληση, οι υποθέσεις αυτές να προχωρούν στο φυσικό δικαστή.
Στο ερώτημα αν η τρέχουσα δικογραφία οδηγεί σε επανάληψη της διαδικασίας που τηρήθηκε με τον Χρήστο Τριαντόπουλο, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ παρατήρησε ότι «σε αντίθεση με τον κύριο Τριαντόπουλο που υπήρχε ένα πλαίσιο κατηγορητηρίου, αυτή τη στιγμή (κάτι τέτοιο) στη δικογραφία δεν υπάρχει. Η δικογραφία εστάλη γιατί έπεσε πάνω σε πολιτικά πρόσωπα, υπάρχουν γεγονότα που θα αξιολογηθούν κατά πόσο μπορούν να οδηγήσουν σε δικανικές κρίσεις. Θέλω να πιστεύω ότι αυτό θα γίνει ψύχραιμα από όλα τα κόμματα, τουλάχιστον η κοινοβουλευτική πλειοψηφία αυτό θα κάνει», διαβεβαίωσε, κλείνοντας τη συγκεκριμένη απάντηση.
Σε άλλο θέμα της επικαιρότητας, την «Ομάδα Αλήθειας», ο Θ. Κοντογεώργης κατηγόρησε τον ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία και τον πρόεδρό του, Σωκράτη Φάμελλο ότι «δείχνουν κάποια επιμονή σε κάποια ζητήματα, τα οποία έχουν απαντηθεί. Πάντοτε χρειάζεται μια τεκμηρίωση του δημοσίου λόγου σε μια περίοδο που τα fake news οργιάζουν. Πάντοτε υπήρχαν προσωπικές επιθέσεις κατά πολιτικών, από το 2010 και μετά όμως αλλάξαμε πίστα (οπότε και) οι επιθέσεις αυτές επενδύθηκαν με ένα τοξικό και διχαστικό λόγο, μια ρητορική μίσους. Εκεί αρκετοί άνθρωποι, όπως και οι δύο της "Ομάδας Αλήθειας", αισθάνθηκαν την ανάγκη να αντικρούσουν αυτό το κλίμα».
Αλλάζοντας θέμα, όσον αφορά την ηλεκτρονική αξιολόγηση δημόσιων υπηρεσιών από τους πολίτες, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ διευκρίνισε πως η κυβερνητική πρωτοβουλία «δεν έχει τιμωρητικό χαρακτήρα, είναι ένα εργαλείο, θέλουμε με τη βοήθεια των πολιτών να γίνουμε καλύτεροι στο πώς θα τους εξυπηρετούμε». Το μέτρο θα ξεκινήσει από τον ΕΦΚΑ, την ΑΑΔΕ, το Κτηματολόγιο, τις δημόσιες συγκοινωνίες αλλά και κάποιες υπηρεσίες των δήμων σε πρώτη φάση.
Με την επισήμανση ότι οι απαντήσεις των πολιτών θα συγκεντρώνονται δύο φορές το χρόνο, ο Θ. Κοντογεώργης έκανε επίσης λόγο για «μια μεγάλη, πανελλαδική "δημοσκόπηση" για τις υπηρεσίες», ενώ θύμισε την αξιολόγηση προϊσταμένων και υπαλλήλων, και με μισθολογικά κίνητρα για την επίτευξη στόχων. Στόχος είναι τυχόν αρνητικές απαντήσεις να προβληματίζουν την ηγεσία κάποιας υπηρεσίας και μετά από ένα εξάμηνο ή ένα χρόνο η εμπειρία να είναι διαφορετική, εξήγησε εν κατακλείδι.
Στο θέμα των ημερών, τη βία εντός των πανεπιστημίων, «τουλάχιστον υπάρχει μια σχετικά ομόθυμη καταδίκη τέτοιων γεγονότων», ήταν το πρώτο σχόλιό του, με την ταυτόχρονη υπόμνηση ότι «παλαιότερα υπήρχε πολιτική κάλυψη από συγκεκριμένους χώρους», γεγονός που «εμπόδισε την κοινωνία να δει τι χρειάζεται να κάνουμε με αυτές τις περιπτώσεις, δεν υπήρχε πίεση να λήξουν αυτά τα φαινόμενα».
Υπενθυμίζοντας εξάλλου βήματα, όπως την αλλαγή του νόμου για το άσυλο το 2019, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ επεσήμανε ότι «πρέπει να δούμε πώς θα συλλειτουργήσουν τα δύο μέρη», κυβέρνηση και πανεπιστήμια δηλαδή. Σε κάθε περίπτωση, συνέχισε, «τα σχέδια ασφάλειας πρέπει να ενδυναμωθούν», και προανήγγειλε ότι «θα υπάρξει ένα πιο αυστηρό, κυρωτικό πλαίσιο κατ' αρχήν για αυτούς που κατ' όνομα είναι φοιτητές. Δεν μπορείς να συμμετέχεις στην εκπαιδευτική κοινότητα και να τραμπουκίζεις». Εν προκειμένω, «εφόσον αποδεικνύεται η συμμετοχή φοιτητών (σ.σ. σε τέτοια περιστατικά), πρέπει να ακολουθούνται διαδικασίες για να τεθούν εκποδών από το ίδρυμα».
Τέλος, παρέπεμψε στην επικείμενη Σύνοδο των Πρυτάνεων με τη συμμετοχή και της υπουργού Παιδείας Σοφίας Ζαχαράκη και κατέληξε με το συμπέρασμα, «στα λίγα φαινόμενα σε σχέση με το παρελθόν θα πρέπει όλοι συντεταγμένα να δώσουμε οριστική λύση».