Περίπου εννέα χρόνια μετά την εκλογή του στη θέση του προέδρου της Νέα Δημοκρατίας,ο Κυριάκος Μητσοτάκης παραμένει πρώτος –με μεγάλη διαφορά– στην καταλληλότητα για πρωθυπουργός οδηγώντας και τη ΝΔ στην πρώτη θέση για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Και αυτό δεν οφείλεται μόνο στην αδυναμία των κομμάτων της αντιπολίτευσης και των αρχηγών τους να πείσουν ότι μπορούν να οδηγήσουν τη χώρα στην επόμενη ημέρα.

Τα κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν αλλάξει αρχηγούς, έχουν αλλάξει στελέχη, εν τούτοις η αδυναμία τους να αντιπαρατεθούν σε επίπεδο πολιτικής στη ΝΔ και στον Κυριάκο Μητσοτάκη δεν είναι απλά εμφανής αλλά ξεκάθαρη, χωρίς να μπορεί να διαψευστεί από κανέναν. Το καταλαβαίνουν όλοι, ακόμη και οι ψηφοφόροι τους που σε ορισμένες περιπτώσεις –όπως συμβαίνει με το ΠΑΣΟΚ– εμφανίζονται να στηρίζουν παρεμβάσεις και τομές της σημερινής κυβέρνησης.

Δεν είναι τυχαίο επίσης ότι οι αρχηγοί και τα στελέχη της αντιπολίτευσης επιλέγουν ως πεδίο αντιπαράθεσης τη σκανδαλολογία και επιχειρούν την ποινικοποίηση της πολιτικής ζωής μέσα από τη δημιουργία κλίματος τοξικότητας. Η επιλογή του λαϊκισμού έχει μετατραπεί σε μονόδρομο, όπως και η λάσπη στον ανεμιστήρα.

Και εδώ έρχεται το ερώτημα: Γιατί συμβαίνει αυτό; Η απάντηση είναι μάλλον απλή. Υπάρχει μια λεπτομέρεια που κάνει τη διαφορά. Και ποια είναι αυτή; Ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης αφενός έχει συγκεκριμένο πρόγραμμα και ένα κυβερνητικό σχέδιο με αρχή, μέση και τέλος. Με στόχευση και με χρονοδιαγράμματα που ναι μεν παραβιάζονται από εξωγενείς και διεθνείς εξελίξεις, εν τούτοις δεν αλλάζουν ως προς την στοχοπροσήλωση.

Δεν είναι μόνο αυτό. Υπάρχει κάτι ακόμη: ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ο πρώτος πρωθυπουργός που αναγνωρίζει λάθη, αναγνωρίζει πότε και πού ένας σχεδιασμός δεν πέτυχε ή καθυστέρησε με αποτέλεσμα να μην υλοποιηθεί ο κεντρικός στόχος. Αυτό του επιτρέπει να αναπροσαρμόζει τη στρατηγική του και να επιδιώκει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.

«Ας είμαστε ειλικρινείς, αποτύχαμε» αναφέρει στην κυριακάτικη ανάρτησή του ο πρωθυπουργός αναφορικά με την υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ και τις απάτες με τις επιδοτήσεις που αποκαλύπτονται, στέλνοντας παράλληλα ένα μήνυμα που ήδη γίνεται πράξη μέσω της μεταφοράς των αρμοδιοτήτων του Οργανισμού στην ΑΑΔΕ.

Συγκεκριμένα σημειώνει: «Γνωρίζω ότι μας εμπιστευτήκατε για να αλλάξουμε τα κακώς κείμενα και όχι για να τα διαιωνίσουμε. Όσο δύσκολη κι αν είναι η μάχη με το βαθύ κράτος. Όπως αποδεικνύεται, οι διαχρονικές αδυναμίες του ΟΠΕΚΕΠΕ επέτρεπαν πελατειακές συμπεριφορές ρουσφετολογικού χαρακτήρα. Δυστυχώς και από τη δική μας παράταξη. Έγιναν σημαντικές προσπάθειες εξυγίανσης. Όμως ας είμαστε ειλικρινείς. Αποτύχαμε. Οι διάλογοι που έρχονται στο φως προκαλούν αγανάκτηση και οργή».

Και τονίζει: «Όποιος αποδεδειγμένα έλαβε ευρωπαϊκούς πόρους που δεν δικαιούται θα κληθεί να τους επιστρέψει. Οι πολλοί αγρότες και κτηνοτρόφοι μας που μοχθούν και παράγουν ποιοτικά προϊόντα, αλλά και όλοι οι νομοταγείς πολίτες, δεν ανέχονται απατεώνες που δηλώνουν ανύπαρκτα βοσκοτόπια και κοπάδια, ούτε εκείνους που τους διευκόλυναν να το κάνουν».

Για να καταλήξει στέλνοντας σαφές μήνυμα προς όλες τις πλευρές –και εντός κυβερνώσας παράταξης– θέτοντας και το σύνολο του πολιτικού κόσμου προ των ευθυνών του:

«Όσο για τις πολιτικές συμπεριφορές, ένα μόνο θα πω: αν θέλουμε να είμαστε πραγματικά ευρωπαϊκή Δημοκρατία, δεν μπορούμε να ανεχόμαστε πρακτικές που παραπέμπουν, ή που δίνουν την εντύπωση ότι παραπέμπουν, σε συναλλαγές για λίγους σταυρούς. Κι αυτό αφορά όλον τον πολιτικό κόσμο που πρέπει, επιτέλους, να πει όχι στον παλαιοκομματισμό».

Λάθη και παραλείψεις υπάρχουν. Όπως λένε άλλωστε, όταν κάποιος δουλεύει θα κάνει και λάθη. Το ζήτημα είναι αυτά να καταγράφονται, ν’ αναγνωρίζονται και να επιχειρείται η διόρθωσή τους. Αυτό κάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης και αυτή είναι τελικά η λεπτομέρεια που κάνει τη μεγάλη διαφορά…