Το πόρισμα του καθηγητή Καρώνη, αλλά και αυτό του μεταλλειολόγου καθηγητή στον οποίο είχε ανατεθεί από τον αρμόδιο ανακριτή η διερεύνηση τυχόν ενδείξεων για την ύπαρξη θραυσμάτων που να υποδεικνύουν έκρηξη σε τμήματα της εμπορικής αμαξοστοιχίας στα Τέμπη, κατεδαφίζουν το αφήγημα της δήθεν συγκάλυψης, τα fake news περί ύπαρξης παράνομου φορτίου και τις θεωρίες συνωμοσίας που στήθηκαν πάνω στην τραγωδία, φτάνοντας στο σημείο να κάνουν λόγο για βαγόνια που «χάθηκαν» και νεκρούς που «εξαφανίστηκαν».
Η εργαλειοποίηση μιας εθνικής τραγωδίας στην προσπάθεια κάποιων να φτιάξουν πολιτικές καριέρες και άλλων να διασωθούν πολιτικά, είναι δεδομένη. Στηρίχθηκε σε ψέματα και σε ψεκασμένες θεωρίες που στόχο είχαν τη φθορά της κυβέρνησης και κυρίως του πρωθυπουργού μέσα από συνθήκες πολιτικής αποσταθεροποίησης.
Κόμματα μετατράπηκαν σε αναμεταδότες θεωριών του διαδικτύου και καταγγελιών χωρίς κανένα στοιχείο. Έφτασαν στο σημείο να κατηγορούν τον Κυριάκο Μητσοτάκη ως «ενορχηστρωτή της συγκάλυψης» ενός παράνομου φορτίου και ενός «αόρατου» λαθρέμπορου. Βλέποντας μάλιστα ότι η κοινωνία μέσα από την αναμετάδοση των fake news αντιδρά, κατέθεσαν προτάσεις δυσπιστίας και διέσυραν σύροντας πολιτικούς αντίπαλους μέσω προανακριτικών επιτροπών.
Το πόρισμα του καθηγητή του ΕΜΠ που αναφέρει ότι η πυρόσφαιρα δύναται να προκληθεί από τα έλαια σιλικόνης στις συνθήκες που προκλήθηκαν από τη σύγκρουση των δύο αμαξοστοιχιών, θα μπορούσε να βάλει τέλος στις ψεκασμένες θεωρίες. Το μπαλάκι τώρα βρίσκεται στα χέρια της αντιπολίτευσης και κυρίως των κομμάτων εξουσίας.
Τα πρώτα δείγματα δεν είναι ενθαρρυντικά αφού ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζονται να εμμένουν στην εργαλειοποίηση της τραγωδίας, την ώρα που έχει καταρρεύσει το «χυδαίο, όπως το αποκάλεσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, αφήγημα της συγκάλυψης», ενώ το πόρισμα τους δίνει τη δυνατότητα να ανακαλέσουν ύβρεις, ακραίους χαρακτηρισμούς και συκοφαντικές αναφορές που φτάνουν στο σημείο της δολοφονίας χαρακτήρων.
Τώρα θα φανεί ποιος μπορεί να αποτελέσει την αποκαλούμενη σοβαρή αντιπολίτευση. Ιδού η Ρόδος...
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση του «Μανιφέστο».