Η προσπάθεια να επανέλθει εργαλειοποίηση της τραγωδίας των Τεμπών είναι εμφανής, ειδικά ως προς την επαναφορά λέξεων που χρησιμοποιήθηκαν προκειμένου να διεγείρουν το κοινό αίσθημα και να υπάρξει διασπορά των fake news και των θεωριών συνωμοσίας.
Λέξεις όπως «συγκάλυψη», «μπάζωμα», «παράνομο φορτίο» επανέρχονται, σε συνδυασμό με δηλώσεις σχετικά με τη γνησιότητα των τριών βίντεο, των οποίων την αυθεντικότητα πιστοποίησε η πλέον αρμόδια υπηρεσία της ΕΛ.ΑΣ., αλλά και αναφορές στα «έλαια σιλικόνης».
Δεν είναι τυχαίο. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το ποσοστό των πολιτών που δήλωνε ότι υπάρχει «συγκάλυψη» έχει μειωθεί τουλάχιστον στο 50%, αφού τα στοιχεία που αποσαφηνίζουν ότι δεν υπήρξαν δεξαμενές στην εμπορική αμαξοστοιχία κατέρριψαν τα περί «συγκάλυψης».
Επίσης, το γεγονός ότι στη δικογραφία υπάρχουν τεχνικές εκθέσεις που καταγράφουν τη δυνατότητα ανάφλεξης και των ελαίων σιλικόνης, ήρθαν να προστεθούν στον δημόσιο διάλογο και να χαλάσουν το αφήγημα όσων μέσω της επιλεκτικής διαρροής στοιχείων ήθελαν να προκαλέσουν φθορά στην κυβέρνηση.
Έτσι, η δημοσκοπική ανάκαμψη της ΝΔ σε συνδυασμό με την κατάσταση στην αντιπολίτευση οδηγούν σε επαναφορά των θεμάτων αυτών. Ακόμη και για την υπόθεση με την Ομάδα Αλήθειας χρησιμοποιήθηκαν οι λέξεις-κλειδιά από κόμματα και στελέχη της αντιπολίτευσης σε μια προσπάθεια ταύτισης διαφορετικών περιπτώσεων και αξιοποίησης του θυμικού των πολιτών.
Μόνο που πλέον αυτό δεν λειτουργεί. Όχι διότι οι πολίτες δεν επιθυμούν την απόδοση δικαιοσύνης για την εθνική τραγωδία, αλλά επειδή είναι άλλο οι ευθύνες που θα εξεταστούν από τους δικαστικούς λειτουργούς και άλλο η επιχείρηση πολιτικής αποσταθεροποίησης που στήθηκε.
Θα αναρωτηθεί κανείς, αφού είναι έτσι γιατί κάποιοι επιμένουν; Μα, διότι δεν διαθέτουν άλλα μέσα άσκησης αντιπολίτευσης. Δεν διαθέτουν πρόγραμμα και προτάσεις ικανές να προσελκύσουν ψηφοφόρους και ως εκ τούτου παραμένουν θιασώτες της καταστροφολογίας και της τοξικότητας αλλά και της εύκολης λύσης των κραυγών και των καταγγελιών...
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση του «Μανιφέστο».