Η συζήτηση στη Βουλή για το νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης αποκάλυψε ακόμη μία φορά την πολιτική αμηχανία του ΣΥΡΙΖΑ. Με μια ένσταση αντισυνταγματικότητας που στηρίζεται σε επιχειρήματα αδύναμα και αντιφατικά, το κόμμα επιχειρεί να δείξει ότι υπερασπίζεται τα δικαιώματα των κατηγορουμένων, την ώρα που η ίδια διάταξη είχε νομοθετηθεί και παραμείνει σε ισχύ επί δικών του κυβερνήσεων. Η αποδόμηση ήρθε άμεσα και κατηγορηματικά από τον υπουργό Δικαιοσύνης, Γιώργο Φλωρίδη.
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης για την ενσωμάτωση ευρωπαϊκής οδηγίας, ο Γιώργος Φλωρίδης ήρθε αντιμέτωπος με την απαίτηση ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ να αποσυρθεί η διάταξη που προβλέπει υπό προϋποθέσεις περιορισμό πρόσβασης σε δικογραφία. Ο υπουργός υπενθύμισε ότι το ίδιο πλαίσιο είχε θεσπιστεί τον Ιανουάριο του 2015 και παρέμεινε σε ισχύ και επί ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς τότε να υπάρξουν αντίστοιχες ευαισθησίες. Ταυτόχρονα, προανήγγειλε νομοτεχνική βελτίωση που θωρακίζει περαιτέρω τα δικαιώματα του κατηγορουμένου. Από την πλευρά του, ο ΣΥΡΙΖΑ κατέθεσε ένσταση αντισυνταγματικότητας, χαρακτηρίζοντας τη διάταξη «casus belli» για την επιστημονική κοινότητα και επιμένοντας ότι παραβιάζει την ΕΣΔΑ, παρότι παραδέχεται ότι όμοια πρόβλεψη υπήρχε στον παλαιό Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
Τα δύο αυτά γεγονότα είναι αλληλένδετα: η ένσταση του ΣΥΡΙΖΑ αποδεικνύεται όχι προϊόν αρχής, αλλά αποτέλεσμα πολιτικής σκοπιμότητας. Ο Φλωρίδης έδειξε με απλά λόγια ότι ο ΣΥΡΙΖΑ καταγγέλλει σήμερα αυτό που ανέχτηκε χθες. Και εδώ αναδεικνύεται η ουσία: η συζήτηση για τη διάταξη λειτουργεί ως καθρέφτης της αξιοπιστίας ενός κόμματος που αναζητεί ρόλο, αλλά σκοντάφτει στις ίδιες του τις αντιφάσεις.
Επιλεκτική ευαισθησία
Ο ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε να κλείσει τα μάτια όταν η διάταξη ίσχυε επί των δικών του κυβερνήσεων. Σήμερα, την παρουσιάζει ως «θεσμικό έγκλημα». Αυτή η αναδρομική ευαισθησία δεν είναι τίποτα περισσότερο από πολιτικός τακτικισμός. Αν πράγματι πίστευε ότι πρόκειται για αντισυνταγματική πρόβλεψη, θα την είχε καταργήσει το 2015. Δεν το έκανε. Αντίθετα, τώρα προσπαθεί να χτίσει πάνω της μια δήθεν θεσμική μάχη.
Ο Φλωρίδης βάζει τα πράγματα στη θέση τους
Ο υπουργός Δικαιοσύνης εξήγησε καθαρά: η πρόσβαση στη δικογραφία μπορεί να περιοριστεί μόνο σε περιπτώσεις όπου κινδυνεύει η ζωή τρίτων ή όταν τίθεται ζήτημα εθνικής ασφάλειας. Μάλιστα, η απαγόρευση θα αποφασίζεται αποκλειστικά από εισαγγελέα και ο κατηγορούμενος θα έχει δικαίωμα προσφυγής. Πρόκειται για εγγυήσεις που ενισχύουν την ισορροπία ανάμεσα στο δικαίωμα του κατηγορουμένου και στην προστασία του κοινωνικού συνόλου. Το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αποσιωπά αυτές τις ασφαλιστικές δικλίδες δείχνει την αδυναμία του να αντικρούσει ουσιαστικά το νομοσχέδιο.
Ο ανέξοδος «δικαιωματισμός»
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο ΣΥΡΙΖΑ παγιδεύεται σε έναν ανέξοδο δικαιωματισμό. Με υπερβολές και δραματικούς τόνους, επιχειρεί να εμφανιστεί ως υπερασπιστής των αδυνάτων, ακόμη κι όταν το αποτέλεσμα είναι να δίνει την εντύπωση ότι νοιάζεται περισσότερο για τους καταδικασμένους εγκληματίες παρά για τα θύματα ή το κοινωνικό συμφέρον. Αυτή η στάση δεν πείθει, αλλά αποξενώνει τον ΣΥΡΙΖΑ από τους πολίτες που αναζητούν σοβαρότητα και υπευθυνότητα.
Η ουσία της διάταξης
Το δικαίωμα ακρόασης του κατηγορουμένου δεν θίγεται. Αντίθετα, κατοχυρώνεται θεσμικά και ενισχύεται με δικαίωμα ένστασης στο Δικαστικό Συμβούλιο. Η διάταξη απλώς προβλέπει όρια σε εξαιρετικές περιπτώσεις όπου υπερέχει το δημόσιο συμφέρον. Αυτό είναι το πραγματικό περιεχόμενο που ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να διαστρεβλώσει για μικροπολιτικά οφέλη.
Ο... πολιτικός κατοπτρισμός
Η υπόθεση του άρθρου 18 δεν είναι νομικό δράμα, αλλά πολιτικός κατοπτρισμός. Η κυβέρνηση δείχνει ότι νομοθετεί με σεβασμό και εγγυήσεις, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ αποδεικνύει πως προτιμά να κατασκευάζει εχθρούς και να καταγγέλλει τα ίδια που διατήρησε. Σε τελική ανάλυση, η κοινωνία βλέπει ποιος υπερασπίζεται θεσμούς με συνέπεια και ποιος εγκλωβίζεται σε αντιφάσεις που αποδομούν κάθε ίχνος αξιοπιστίας.