Γιατί ο Κυριάκος Μητσοτάκης επανέφερε τώρα το θέμα της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα και μάλιστα με τέτοια ένταση που ο Guardian σχολίασε χαρακτηριστικά πως «λίγοι Ελληνες ηγέτες έχουν δώσει τόσο μεγάλη προτεραιότητα στον επαναπατρισμό των Γλυπτών όπως ο Μητσοτάκης»;
Η απάντηση δεν είναι μονοδιάστατη, αλλά πολυπαραγοντική, υπάρχει ωστόσο ένα σημείο που αποτέλεσε την ιδανική αφορμή ώστε το θέμα, που απασχολεί την ελληνική πλευρά από τα μέσα του 19ου αιώνα και έφερε εμφατικά στο προσκήνιο η Μελίνα Μερκούρη, να απασχολήσει και πάλι τη δημόσια ζωή.
Η διαφορετική προσέγγιση
Σύμφωνα με πληροφορίες της «Καθημερινής», το σημείο-τομή που έδωσε την αφορμή επιστροφής της συζήτησης ήταν η απόφαση της UNESCO τον περασμένο Οκτώβριο. Από το 1984, όταν τέθηκε για πρώτη φορά από τη Μελίνα Μερκούρη το ζήτημα της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα, το θέμα εντάσσεται διαρκώς στην ατζέντα της ετήσιας Συνόδου της Διακυβερνητικής Επιτροπής της UNESCO. Φέτος όμως, στις εργασίες της 22ης Συνόδου, η Επιτροπή για πρώτη φορά, πέραν της συνήθους σύστασης, την οποία παγίως υιοθετεί για το θέμα, άλλαξε στάση και ψήφισε ομόφωνα ένα επιπλέον κείμενο-απόφαση αποκλειστικά στοχευμένο στο ζήτημα της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα.
Με το κείμενο η Επιτροπή καλεί σαφώς το Ηνωμένο Βασίλειο να αναθεωρήσει τη στάση του και να συνομιλήσει με την Ελλάδα, αναγνωρίζοντας ότι το θέμα έχει διακυβερνητικό χαρακτήρα, σε αντίθεση με τα όσα υποστηρίζει η βρετανική πλευρά, ότι η υπόθεση αφορά το Βρετανικό Μουσείο. Επιπλέον, στην απόφαση αναφέρεται ρητώς ότι η Ελλάδα διεκδικεί δικαίως και νομίμως την επιστροφή των Γλυπτών στη γενέθλια γη. Η μετατόπιση του θέματος από ζήτημα Μουσείου σε διακυβερνητικό ζήτημα χτύπησε πολλαπλά καμπανάκια στο Μαξίμου, που θεώρησε πως η ευκαιρία αυτή δεν μπορεί και δεν πρέπει να πάει χαμένη.
Νέες καμπάνιες
Στο οπλοστάσιο της Αθήνας υπάρχουν όμως και άλλα «όπλα», τα οποία λειτουργούν προσθετικά υπέρ του αιτήματος. Ολες οι δημοσκοπήσεις που έχουν γίνει για το θέμα στη Μεγάλη Βρετανία δείχνουν πως η κοινή γνώμη εκεί κάθε άλλο παρά αρνητική είναι στο αίτημα επαναπατρισμού των Γλυπτών, κάτι που αποτελεί σύμμαχο της ελληνικής πλευράς. Για παράδειγμα, το 2009 είχε γίνει μεγάλη διαδικτυακή δημοσκόπηση του Guardian με κεντρικό ερώτημα «Is it time to return the Parthenon Marbles?» (Ηρθε η ώρα να επιστρέψουμε τα Γλυπτά του Παρθενώνα;). Το αποτέλεσμα της δημοσκοπικής έρευνας υπέρ του επαναπατρισμού των Γλυπτών άγγιξε το 95% των συμμετεχόντων.
Ενα χρόνο νωρίτερα –τον Σεπτέμβριο του 2008– η εταιρεία δημοσκοπήσεων Mori πραγματοποίησε έρευνα σε δείγμα 2.109 Βρετανών ηλικίας μεγαλύτερης των 16 ετών. Το 50% των ερωτηθέντων είχε γνώση του ζητήματος, ενώ από αυτούς το 69% δήλωσε ότι υποστηρίζει την επιστροφή των Γλυπτών στην Ελλάδα.
Μόλις 19% δήλωσαν αντίθετοι. Από το 2002, οπότε και είχε πραγματοποιηθεί η προηγουμένη δημοσκόπηση από τη Mori, το ποσοστό υπέρ της επιστροφής είχε αυξηθεί κατά 7 μονάδες, ενώ κατά 6 μονάδες έχει μειωθεί το ποσοστό που επιθυμεί να παραμείνουν τα Γλυπτά στο Λονδίνο.
Τα παραπάνω είναι ενδεικτικά της άποψης που επικρατεί στη Βρετανία για το θέμα, που αναμφίβολα αποτελεί βασικό μοχλό πίεσης για την επιστροφή. Ο κ. Μητσοτάκης στην πρόσφατη επίσκεψή του στο Λονδίνο ανέφερε πως το αίτημα της ελληνικής πλευράς δεν αποτελεί «φωτοβολίδα» και «θα επιμείνουμε με μεθοδικότητα για να χτίσουμε τα απαραίτητα ερείσματα και στη βρετανική κοινή γνώμη για την ανάγκη επανένωσης με τα Γλυπτά του Μουσείου Ακροπόλεως».
Σύμφωνα με πληροφορίες της «Καθημερινής», στη συγκεκριμένη φράση του κ. Μητσοτάκη κρύβεται όλος ο σχεδιασμός. Ο πρωθυπουργός θα ήθελε να δει να ξετυλίγονται καμπάνιες υπέρ της επανένωσης και στο εξωτερικό, με πρωτοβουλίες που θα στοχεύουν στη βρετανική κοινή γνώμη, ώστε να εμπεδωθεί η άποψη υπέρ της επιστροφής. «Η μάχη, είναι μια μάχη σε επίπεδο κυβέρνησης, σε επίπεδο Βρετανικού Μουσείου, αλλά και σε επίπεδο βρετανικής κοινής γνώμης, η οποία πιστεύω ότι εκπαιδεύεται ολοένα περισσότερο και αρχίζει πια και στηρίζει με μεγαλύτερη θέρμη αυτό το αίτημα», είπε ο πρωθυπουργός την Παρασκευή, κατά τη συνάντησή του με την Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου, προσθέτοντας πως «θα είναι ένας μακρύς δρόμος αυτός.
Πιστεύω όμως ότι θα έχουμε μια στρατηγική κι ένα σχέδιο, ώστε τελικά αυτή η μεγάλη εθνική προσπάθεια, που έχει ξεκινήσει εδώ και πολλές δεκαετίες, κάποια στιγμή θα τελεσφορήσει».
Στην πρόσφατη Εκθεση της UNESCO γίνεται ακόμα αναφορά στις κακές συνθήκες έκθεσης των Γλυπτών στο Βρετανικό Μουσείο. Το φαινόμενο είναι συχνό και επαναλήφθηκε και φέτος, μετά τις έντονες βροχοπτώσεις στις 25 Ιουλίου, που οδήγησαν σε νέα διαρροή εντός του μουσείου. Την ίδια ώρα, το ελληνικό επιχείρημα είναι ότι το Μουσείο της Ακρόπολης, το οποίο ανέφερε ουκ ολίγες φορές και ο κ. Μητσοτάκης στις δηλώσεις του στον βρετανικό Τύπο, είναι ένα σύγχρονο μουσείο με όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις για τη συντήρηση των Γλυπτών.
Τέλος, στη συντονισμένη προσπάθεια που έχει ξεκινήσει η ελληνική πλευρά, συμπεριλαμβάνεται η λέξη «επανένωση». Τα κλεμμένα Γλυπτά που βρίσκονται στο Λονδίνο αποτελούν περίπου το 50% του συνόλου του γλυπτού διακόσμου του Παρθενώνα που σώζεται σήμερα, και η ανάγκη για την επανένωσή τους με το άλλο 45% περίπου, που βρίσκεται στην Αθήνα, αποτελεί πολιτιστική και πανανθρώπινη επιταγή. Ταυτόχρονα ακυρώνει το επιχείρημα της βρετανικής πλευράς που λέει πως η επιστροφή θα ανοίξει την όρεξη και σε άλλες χώρες να ζητήσουν τον επαναπατρισμό δικών τους αρχαιοτήτων, καθώς εδώ έχουμε να κάνουμε με επανένωση και όχι απλή επιστροφή.
Πηγή: Η Καθημερινή