Μαρξισμός και ηγεμονία

Στον μαρξισμό, η θεωρία της ηγεμονίας διατυπώθηκε εναργώς από τον Αντόνιο Γκράμσι, ο οποίος θεωρεί ότι η άρχουσα τάξη μπορεί να χειριστεί το σύστημα αξιών και των ηθών της κοινωνίας για να γίνει η θέση της κατεστημένο και να φτάσει στο σημείο εκείνο όπου η εξουσία κερδίζει εύκολα τη συναίνεση των υπηκόων της για να κυβερνήσει. Φαντάζομαι με αυτές ακριβώς τις σκέψεις στον μαρξισμό, εξερχόμενος του Προεδρικού Μεγάρου, ο Αλέξης Τσίπρας χαρακτήρισε τον Κυριάκο Μητσοτάκη «ηγεμόνα».

Ωστόσο, σφάλλει. Διότι ο λαός, παρά τα όσα διακηρύττει η αριστερή θεωρία, σπανίως κάνει λάθος επιλογή. Το 2015, όλοι καταλάβαιναν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ τάζει «γην και ύδωρ» και δίνει υποσχέσεις που δεν μπορεί επ’ ουδενί να υλοποιήσει. Ομως η επιλογή του λαού ήταν ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία. Μπορεί να ήταν ψήφος απόρριψης στον τότε δικομματισμό και ωδή στην αντισυστημικότητα, όμως έτσι ήταν. Και έτσι έγινε ο Αλέξης πρωθυπουργός. Δεν ήταν λάθος, ήταν η επιλογή του λαού. Οπως και τώρα.

Τι εννοούν άραγε «παντοδυναμία»;


Τι ακριβώς σημαίνει «δεν πρέπει οι δημοκρατικές δυνάμεις να επιτρέψουν μια παντοδυναμία Μητσοτάκη»; Το αλλοπρόσαλλο μόρφωμα των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ έγινε κυβέρνηση με 162 βουλευτές. Δεν ήταν «παντοδύναμος πρωθυπουργός» τότε ο Τσίπρας; Οι κυβερνήσεις είθισται να είναι παντοδύναμες εφόσον εξασφαλίζουν κοινοβουλευτική πλειοψηφία. «Ναι, αλλά αν έχει 180 βουλευτές μπορεί να αλλάξει μόνος του το Σύνταγμα». Κατ’ αρχάς, η συζήτηση για τη νέα Αναθεώρηση θα ανοίξει τέλος του 2024.

Κατά δεύτερον, η νέα Βουλή μπορεί απλώς να προτείνει ποιες διατάξεις θα αλλάξουν. Εφόσον οι αναθεωρητέες διατάξεις προταθούν από τουλάχιστον 180 βουλευτές, η μεθεπόμενη Βουλή (μετά το 2027 δηλαδή) μπορεί να καθορίσει τις αναθεωρητέες διατάξεις με απλή πλειοψηφία (151). Οσοι βάζουν στη συζήτηση των εκλογών που θα λάβουν χώρα σε έναν μήνα από σήμερα κάτι που μπορεί να γίνει κάποια στιγμή μετά το 2027 είναι είτε ηλίθιοι είτε έχουν προεξοφλήσει ότι ο Μητσοτάκης θα κερδίσει και τις μεθεπόμενες εκλογές και θα κυβερνά έως το 2031.

Η «ευθύνη» όπως τον βολεύει


Με μια λιτή και απέριττη δήλωση έξω από το Προεδρικό Μέγαρο, μετά τη σύσκεψη των αρχηγών υπό την Κατερίνα Σακελλαροπούλου, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας δήλωσε ότι αναλαμβάνει την ευθύνη για το εκλογικό αποτέλεσμα, συμπληρώνοντας ωστόσο ότι στο δικό του ηθικό λεξιλόγιο «αναλαμβάνω την ευθύνη σημαίνει στέκομαι και δίνω τη μάχη».

Όμως, αν θυμάμαι σωστά, μέχρι την προσωπική και κομματική συντριβή της Κυριακής των εκλογών, στο ίδιο λεξιλόγιο του ίδιου ανθρώπου «αναλαμβάνω την ευθύνη» σήμαινε «παραιτούμαι, φορτώνομαι όλες τις αμαρτίες του κόσμου και θέτω την κεφαλή μου επί πίνακι». Βέβαια θα μου πείτε πού πάμε και τα θυμόμαστε τώρα αυτά. Ο,τι είπαμε νερό κι αλάτι.

Μετάβαση στο… άγνωστο


Με βάση τα όσα είπε την επομένη των βουλευτικών εκλογών στο ACTION24 o επικεφαλής των ευρωβουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρης Παπαδημούλης, το κόμμα του πρέπει να πάει «στις εκλογές με τον Τσίπρα επικεφαλής, αλλά και με μια νέα ομάδα στελεχών, όπως η Αχτσιόγλου, ο Χαρίτσης και ο Ηλιόπουλος, για να δείξουμε το σχέδιό μας για την αντιπολίτευση στην κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη». Πρώτον, είναι προφανές ότι ξεκίνησε η αποκαθήλωση του Αλέξη Τσίπρα και η μετάβαση προς μία νέα ηγεσία. Δεύτερον, το διακύβευμα για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι να συγκρατήσει τη δεύτερη θέση πάση θυσία. Τρίτον, είναι συγκλονιστική η προσωπική φθορά του Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος έναν μόλις χρόνο πριν επανεξελέγη πανηγυρικά πρόεδρος.

Τα πέντε στάδια του πένθους


Ο ψυχικός πόνος που προκαλεί το πένθος εξελίσσεται σε φάσεις που είναι γνωστές ως «τα πέντε στάδια του πένθους», όπου στην ουσία διαστασιολογούν την προσπάθεια του πενθούντα να διεργαστεί το πένθος του. Τα στάδια αυτά είναι, κατά σειρά, η άρνηση, ο θυμός, η διαπραγμάτευση, η κατάθλιψη και η αποδοχή. Αυτή τη στιγμή, ο ΣΥΡΙΖΑ, συνολικά ως οργανισμός, βρίσκεται στο στάδιο της άρνησης. Αδυνατεί να δεχτεί ότι αυτή η κατάσταση είναι πραγματικό γεγονός – αρνείται δηλαδή την ίδια την πραγματικότητα. Κατά την ψυχολογία, η άρνηση της πραγματικότητας αποτελεί έναν αμυντικό μηχανισμό που επιτρέπει τη μείωση των συνεπειών του σοκ και αποτρέπει την ολοκληρωτική κατάρρευση.

Ωστόσο, τα χειρότερα είναι μπροστά για τον ΣΥΡΙΖΑ. Οι δεύτερες κάλπες αποτελούν ένα αργό βασανιστήριο, που ο ίδιος εκουσίως υπέβαλε τον εαυτό του θεσπίζοντας την απλή αναλογική. Εχω ξαναγράψει σε αυτή τη στήλη ότι ο νομοθέτης του Ν. 4654/2019 (του νόμου της Ν.Δ. που επανάφερε την ενισχυμένη αναλογική) τα είχε προβλέψει όλα αυτά στην αιτιολογική έκθεση που συνόδευε το νομοσχέδιο: «Η κυβέρνηση δεν μπορεί να αποτελεί τη σύμπηξη ευκαιριακών ή συγκυριακών κομματικών συσχετισμών με μόνο στόχο την άσκηση εξουσίας, χωρίς τη συνδρομή σταθερού και ενιαίου προγραμματικού πλαισίου (…) Ενα σύστημα απλής αναλογικής αναγκαστικά διαστρεβλώνει τη γνώμη του εκλογέα, καθώς τείνει να μεταθέτει το ζήτημα των κρίσιμων συναινέσεων και συμβιβασμών για μετά τις εκλογές και όχι πριν».

Εδώ που φτάσαμε, βέβαια, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει χρόνο να πενθήσει, ούτε καν να κάνει αλλαγές ή να αναζητήσει τι έφταιξε. Αυτό που οφείλει όμως να κάνει στο δρόμο για τις δεύτερες κάλπες, εάν θέλει να παραμείνει «κόμμα εξουσίας», είναι να παραμερίσει τις γελοιότητες με τις οποίες πολιτεύεται εδώ και τουλάχιστον 15 χρόνια και να απαντήσει με ρεαλιστικές λύσεις στα προβλήματα των πολλών. Είναι η μεγάλη ευκαιρία να απαγκιστρωθεί από εμμονικές ιδεοληψίες που προκαλούν γέλιο. Κρατάω μικρό καλάθι. Ο καιρός γαρ εγγύς…