Ο διάλογος των δύο Τούρκων δημοσιογράφων έξω από τον Λευκό Οίκο, οι οποίοι βρέθηκαν εκεί στο πλαίσιο της συνάντησης Ντόναλντ Τραμπ και Ταγίπ Ερντογάν, έρχεται αφενός να αναδείξει μια άλλη εικόνα από αυτή που επιχείρησε να δημιουργήσει η τουρκική προεδρία, αφετέρου να επιβεβαιώσει το πόσο βιάστηκαν όσοι –εντός Ελλάδας– θέλησαν να εγείρουν ζήτημα και να εμφανίσουν τον Τούρκο πρόεδρο ως... νικητή και την ελληνική πλευρά ως «ηττημένη».

Ο σάλος που έχει προκληθεί στην Τουρκία από τον διάλογο των δύο δημοσιογράφων –ο ένας εκ των οποίων ήδη έχει απολυθεί– καθώς και τα σενάρια που έχουν αρχίσει σχετικά με τη διαδοχή του Ταγίπ Ερντογάν είναι θέματα που αφορούν τη γείτονα χώρα.

Ομως η ουσία είναι πως στην Τουρκία η συνάντηση Τραμπ-Ερντογάν δεν έτυχε –παρά την επικοινωνιακή προσπάθεια– θετικής υποδοχής, ειδικά λόγω των δισεκατομμυρίων δολαρίων που έβαλε στο τραπέζι ο Τούρκος πρόεδρος για... αγορές και συμφωνίες με τις ΗΠΑ. Η αντιπολίτευση στη γείτονα από την πρώτη στιγμή άσκησε κριτική και για το γεγονός ότι δεν υπήρξαν συγκεκριμένες αποφάσεις.

Πέραν των γλαφυρών αναφορών του δημοσιογράφου, υπάρχει και η εξής τοποθέτησή του ως συμπέρασμα της συνάντησης: «Μίλησαν για τα CAATSA, τα F-35, αλλά έθεσαν όρους. Οπως αν εκδιωχθούν οι Παλαιστίνιοι από τα μέρη τους, να τους πάρει η Τουρκία. Επίσης, του είπε να σταματήσεις να αγοράζεις φυσικό αέριο από τη Ρωσία και να μην κάνεις εμπόριο με την Κίνα και να μεταφέρεις χρήματα στην Παλαιστίνη. Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα από αυτά».

Ουδείς υποστηρίζει ότι τα συμπεράσματα του δημοσιογράφου είναι το επιστέγασμα της συνάντησης. Δίνουν όμως μια εικόνα που στην Ελλάδα η αντιπολίτευση δεν επιχείρησε να αναλύσει. Να βάλει τα κουτάκια, που λένε, και να τοποθετήσει σε αυτά το τι τελικά συνέβη, τουλάχιστον σε αυτή τη φάση, και να αποφύγει να επιχειρεί να εμφανίσει την ελληνική κυβέρνηση ως ηττημένη σε έναν πόλεμο που έχει ξεσπάσει μόνο στο φαντασιακό περιβάλλον των υπερπατριωτών του καναπέ.

Είναι δεδομένο ότι η αντιπολίτευση επιδιώκει να αποδώσει υποχωρητικότητα στην ελληνική κυβέρνηση, αν και αυτό δεν προκύπτει από τα όσα γίνονται. Από τη θωράκιση της χώρας αλλά και από τις αποφάσεις και τις συμφωνίες αναφορικά με ζητήματα όπως οι ΑΟΖ με Ιταλία και Αίγυπτο, οι θαλάσσιοι χωροταξικοί χάρτες που αποτυπώνουν με τη βούλα της ΕΕ τα απώτατα δυνητικά όρια της χώρας και πολλά ακόμη.

Ομως ο ρόλος της αντιπολίτευσης δεν είναι αυτός. Ειδικά με τα εθνικά θέματα και την εξωτερική πολιτική οφείλουν όλοι να είναι προσεκτικοί. Κυρίως τα κόμματα που δηλώνουν και κόμματα εξουσίας. Σε κάθε περίπτωση, στην προ ημερησίας διάταξης συζήτηση που ζήτησε ο πρωθυπουργός θα υπάρξουν οι ανάλογες τοποθετήσεις και όλοι θα τεθούν προ των ευθυνών τους.

Στην Κοπεγχάγη, πάντως, ο Ελληνας πρωθυπουργός επιδιώκει να βάλει ένα ακόμη λιθαράκι στη θωράκιση της χώρας και να διεκδικήσει την επέκταση των κοινών ευρωπαϊκών έργων άμυνας και πέραν των ανατολικών συνόρων της ηπείρου.

* Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση του «Μανιφέστο»