Η πρόσφατη τραγωδία στο Γκάζι, με τον θάνατο της 16χρονης από ανακοπή καρδιάς ύστερα από υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ, έφερε με δραματικό τρόπο στο φως το σοβαρό και διαρκώς εντεινόμενο πρόβλημα της κατανάλωσης αλκοόλ από ανηλίκους στην Ελλάδα.

Το περιστατικό αυτό, πέραν της προσωπικής τραγωδίας, αναδεικνύει την ανάγκη για εντατικοποίηση της ευαισθητοποίησης της κοινωνίας, για ενίσχυση των ελέγχων και για στοχευμένες δράσεις από τον δημόσιο τομέα και τους φορείς.

Θλιβερή πρωτιά

Σύμφωνα με μελέτη του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, το 40% των παιδιών στη χώρα μας έχει καταναλώσει αλκοόλ πριν από την ηλικία των 15 ετών – πολύ πριν δηλαδή από τα 18 έτη, που είναι το νόμιμα προβλεπόμενο όριο. Αυτό το ποσοστό κατατάσσει την Ελλάδα στις χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά πρώιμης κατανάλωσης αλκοόλ στην Ευρώπη.

Παράλληλα, η πανευρωπαϊκή έρευνα ESPAD 2024 αποκαλύπτει πως οι 16χρονοι μαθητές στην Ελλάδα εμφανίζουν συστηματικά υψηλότερα ποσοστά κατανάλωσης αλκοόλ, καπνίσματος και ψυχοδραστικών ουσιών σε σχέση με τους συνομηλίκους τους στην υπόλοιπη Ευρώπη.

Συγκεκριμένα, αναφέρεται ότι «η εμπειρία του αλκοόλ είναι σχεδόν καθολική: οι περισσότεροι έφηβοι έχουν πιει τουλάχιστον μία φορά, και τρεις στους πέντε το έχουν κάνει πρόσφατα. Αν και η συνολική κατανάλωση μειώνεται, οι περιπτώσεις υπερβολής αυξάνονται, περισσότεροι νέοι πίνουν πολλά ποτά στην ίδια περίσταση ή δηλώνουν ότι έχουν μεθύσει».

Η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ, γνωστή και ως binge drinking, είναι ιδιαιτέρως ανησυχητική. Στην Ελλάδα, η αναλογία binge drinking μεταξύ εφήβων και ενηλίκων είναι περίπου 5,3 προς 1, δηλαδή οι έφηβοι καταναλώνουν αλκοόλ σε επικίνδυνες ποσότητες σε σχέση με τους ενήλικες (όπως προκύπτει από τα στοιχεία της έρευνας). Αυτή η μορφή κατανάλωσης δεν είναι απλώς «μια βραδιά έξω», αλλά ενέχει σοβαρούς κινδύνους: από ατυχήματα και τραυματισμούς μέχρι σεξουαλική εκμετάλλευση, χρήση άλλων ουσιών και πιθανή εξάρτηση στην ενήλικη ζωή.

Οι συνέπειες είναι πολλαπλές:
1. Η κατανάλωση αλκοόλ σε νεαρή ηλικία συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο ατυχημάτων, επιθετικής συμπεριφοράς, παραβατικότητας και σεξουαλικών κινδύνων.

2. Οι νεαροί εγκέφαλοι, που βρίσκονται σε φάση ανάπτυξης, είναι περισσότερο ευάλωτοι στις επιβλαβείς επιπτώσεις του αλκοόλ, με ενδεχόμενες μακροχρόνιες συνέπειες στην υγεία και τη συμπεριφορά.

3. Η πρόωρη και υπερβολική χρήση αλκοόλ μπορεί να οδηγήσει σε άλλες μορφές εξάρτησης, καθώς και να επηρεάσει τις σχολικές επιδόσεις και τη γενικότερη ψυχοκοινωνική ανάπτυξη.

Σύμφωνα με τα παραπάνω, η τραγωδία στο Γκάζι αποτελεί θλιβερή υπενθύμιση ότι πίσω από τα στατιστικά υπάρχουν πρόσωπα, οικογένειες και μια κοινωνία που καλείται να δράσει.

Νομοθετικά μέτρα

Το πρόβλημα δεν αγνοήθηκε από την πολιτεία. Η κυβέρνηση έχει αναγνωρίσει ότι η κατανάλωση αλκοόλ από ανηλίκους αποτελεί κρίσιμο ζήτημα δημόσιας υγείας και κοινωνικής ευθύνης, και έχει προχωρήσει στη λήψη νομοθετικών και γραφειοκρατικών μέτρων.

Ο νόμος 5216/2025 προβλέπει αυστηρότερους ελέγχους ταυτοπροσωπίας, απαγόρευση πώλησης και εισόδου ανηλίκων σε καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος, καθώς και σημαντικά πρόστιμα σε επιχειρήσεις που παραβιάζουν τους κανόνες.
Επιπλέον, η συνεργασία μεταξύ Ελληνικής Αστυνομίας και υγειονομικών-εποπτικών αρχών έχει ενισχυθεί, με κοινές δράσεις ελέγχου και επιτήρησης, που στοχεύουν στη μείωση της προσβασιμότητας των ανηλίκων στο αλκοόλ και στην προληπτική ενημέρωση της κοινωνίας. Τα μέτρα αυτά δεν περιορίζονται μόνο στη νομοθεσία, αλλά περιλαμβάνουν και εκστρατείες ευαισθητοποίησης, προγράμματα ενημέρωσης στα σχολεία και συνεργασίες με ΜΜΕ και ΜΚΟ.

Η κατεύθυνση είναι σαφής: η πρόληψη, ο έλεγχος και η κοινωνική κινητοποίηση. Όμως, όπως κάθε φορά που μιλάμε για κοινωνικά φαινόμενα, η εφαρμογή είναι εξίσου σημαντική. Ο νόμος μπορεί να υπάρχει, αλλά απαιτούνται και η συμμόρφωση, η επιτήρηση, η αλλαγή νοοτροπίας και η σταθερή δράση.

Κοινωνικές συνέπειες

Η κατανάλωση αλκοόλ από ανηλίκους έχει οδηγήσει σε μια σειρά τραγικών αλλά και λιγότερο γνωστών περιστατικών στην Ελλάδα. Συχνά οι έφηβοι καταναλώνουν αλκοόλ σε πάρτι ή σε δημόσιους χώρους, χωρίς επίβλεψη ενηλίκων, γεγονός που αυξάνει την επικινδυνότητα των καταστάσεων.

Τα αποτελέσματα είναι ορατά: ατυχήματα και τραυματισμοί ύστερα από υπερβολική κατανάλωση, σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και θάνατοι, όπως της 16χρονης στο Γκάζι. Οι κοινωνικές συνέπειες, επίσης, είναι βαθύτερες: η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ συνδέεται με αυξημένη επιθετικότητα, βίαιες συμπεριφορές και παραβατικότητα. Παράλληλα, η χρήση αλκοόλ σε νεαρή ηλικία μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην ψυχική υγεία και την ανάπτυξη του εγκεφάλου, καθώς και να οδηγήσει σε εξαρτήσεις στην ενήλικη ζωή.

Η πρόσφατη έρευνα ESPAD ανέδειξε, μεταξύ άλλων, πως η χρήση αλκοόλ «είναι λιγότερο συχνή, αλλά πιο έντονη». Δηλαδή, παρότι τα περιστατικά μπορεί να έχουν μειωθεί ελαφρώς, οι περιπτώσεις υπερβολής αυξάνονται.

Ταυτόχρονα, υπάρχει αύξηση σε άλλες μορφές ρίσκου: το κάπνισμα και η χρήση ηλεκτρονικών τσιγάρων στα έφηβα παιδιά, η μη ιατρική χρήση φαρμάκων, η ενασχόληση με τον τζόγο – όλα συνθέτουν ένα ευρύτερο πλαίσιο κοινωνικής κρίσης.

Η περίπτωση της 16χρονης στο Γκάζι δεν είναι μεμονωμένη, είναι σύμπτωμα μιας μεγαλύτερης, σοβαρής πραγματικότητας. Η πρόκληση είναι διπλή: αφενός πρέπει να αντιμετωπιστεί η άμεση διάσταση του προβλήματος, η κατανάλωση, η πρόσβαση, η εποπτεία, η νομοθεσία. Αφετέρου, πρέπει να υπάρξει αλλαγή κουλτούρας, ενημέρωση και εμπλοκή της οικογένειας, του σχολείου, της τοπικής κοινωνίας και της αγοράς.

Η υλοποίηση των νομοθετικών μέτρων είναι απαραίτητη, αλλά όχι επαρκής: χρειάζεται συνεχής έλεγχος, αποτελεσματική επιτήρηση, διεύρυνση των εκπαιδευτικών δράσεων και ενίσχυση των υποστηρικτικών δομών (όπως συμβουλευτικά κέντρα για νέους, υπηρεσίες ψυχικής υγείας, ομάδες πρόληψης). Παράλληλα, η συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα –καταστήματα, μπαρ, εστιατόρια– πρέπει να εξασφαλίζει ότι οι κανόνες τηρούνται και ότι οι ανήλικοι δεν έχουν πρόσβαση σε αλκοόλ ούτε σε ανεπίσημα σημεία διάθεσης.

Τέλος, η κοινωνία οφείλει να αντιληφθεί ότι η κατανάλωση αλκοόλ από ανηλίκους δεν είναι «κάτι φυσιολογικό» ή «μια φάση», είναι ζήτημα που αφορά τη δημόσια υγεία, την ασφάλεια, τη μελλοντική ποιότητα ζωής των νέων μας. Η ανάγκη είναι επιτακτική: να δράσουμε τώρα – όχι μόνο με νόμους, αλλά με κατανόηση, πρόληψη και αλληλεγγύη.