Η σημερινή πορεία προς την Πρεσβεία των ΗΠΑ, όσο φορτισμένη κι αν είναι κάθε χρόνο, βρίσκει τη χώρα σε μια εντελώς διαφορετική συγκυρία. Γιατί, κακά τα ψέματα, έχουν περάσει δεκαετίες από τότε που η αμερικανική διπλωματία έπαιζε στην Ελλάδα τον ρόλο του μακρινού παρατηρητή. Με την άφιξη της Κίμπερλι Γκιλφόιλ και με αφορμή τη χθεσινή υπογραφή της επιστολής προθέσεων για το LNG, ο τόνος, ο ρυθμός και κυρίως η ουσία αυτής της σχέσης δείχνουν να αλλάζουν.

Η Κίμπερλι δεν ήρθε για να χαθεί στη γραφειοκρατία. Μέσα σε λίγες μέρες έκανε τόσες εμφανίσεις στο Μαξίμου όσα δεν θυμόμαστε από κανέναν προηγούμενο πρεσβευτή. Συναντήθηκε ξανά και ξανά με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, έτρεξε σε συσκέψεις, βρέθηκε σε δείπνα, μίλησε δημόσια και έστειλε μηνύματα που δεν πέρασαν απαρατήρητα. Και χθες, με αφορμή τον κάθετο αγωγό LNG, είπε το αυτονόητο με τρόπο που λίγοι διπλωμάτες τολμούν να αρθρώσουν: «Η ενεργειακή ασφάλεια είναι εθνική ασφάλεια». Τελεία.

Δεν ήταν μια απλή δήλωση καλής θέλησης. Ήταν μια ξεκάθαρη πολιτική θέση, που φέρει την έγκριση και το βάρος της Ουάσινγκτον. Και για πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια, η Ελλάδα δεν βρίσκεται στη γνώριμη θέση του αποδέκτη. Με το LNG, με τις νέες συνεργασίες στην περιοχή και με την ουκρανική Naftogaz στο τραπέζι, η χώρα εμφανίζεται ως κομβικός παίκτης. Όχι απλώς χρήσιμος. Αναγκαίος.

Γι’ αυτό και η φετινή πορεία προς την Πρεσβεία αποκτά έναν ιδιαίτερο συμβολισμό. Μέσα στο τελετουργικό της ημέρας, μέσα στα συνθήματα και τις μνήμες, προβάλλει μια αλήθεια που δύσκολα κρύβεται: η σχέση Ελλάδας και ΗΠΑ δεν θυμίζει σε τίποτα τις δεκαετίες που γέννησαν την επέτειο. Εξελίσσεται, βαθαίνει και, το σημαντικότερο, λειτουργεί προς όφελός μας.

Και κάπου εδώ, ανάμεσα στο παρελθόν που τιμούμε και στο παρόν που διαμορφώνεται, ξεχωρίζει η φιγούρα μιας πρέσβειρας που δουλεύει με την ενέργεια ανθρώπου που παίζει σε τελικό. Γιατί σε μια εποχή γεμάτη κινδύνους, μας έστειλε μια Κίμπερλι. Όχι για να μας κάνει μάθημα, αλλά για να ανοίξει πόρτες. Και, όπως ήδη αποδεικνύεται, για να κλείσει και μερικά στόματα.