Αν και τα σενάρια πρόωρων εκλογών διαψεύδονται από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, ο οποίος επαναλαμβάνει πως θα γίνουν κανονικά την άνοιξη του 2027, η σχετική συζήτηση παραμένει στο προσκήνιο. Συνδυάζεται δε με άλλα σενάρια που αφορούν είτε την επιστροφή του Αλέξη Τσίπρα σε ηγετικό αντιπολιτευτικό ρόλο –και όχι στην ενεργό πολιτική, όπως είπε ο ίδιος σε πρόσφατη συνέντευξή του, αφού είναι εν ενεργεία βουλευτής– είτε τη δημιουργία του αποκαλούμενου «αντιμητσοτακικού μετώπου», εννοώντας φυσικά τη συνεργασία των κομμάτων της αντιπολίτευσης προκειμένου ν’ ανταγωνιστούν τη ΝΔ και τον Κυριάκο Μητσοτάκη και να καλύψουν τη χαώδη διαφορά που εξακολουθεί να χωρίζει στις δημοσκοπήσεις και στην πρόθεση ψήφου το κυβερνών από το δεύτερο κόμμα.
Υπό αυτές τις συνθήκες, ο στόχος της ΝΔ και του κ. Μητσοτάκη είναι δεδομένος: να μπορέσει να επιτύχει την απαιτούμενη συσπείρωση, έστω στο σενάριο επαναληπτικών εκλογών – όπως έγινε το 2023– και να αποκτήσει η ΝΔ αυτοδυναμία. Στόχος που θεωρητικά παραμένει εφικτός με τα δεδομένα που προκύπτουν ακριβώς από τις δημοσκοπήσεις, αλλά κάποιοι εξακολουθούν να τις διαβάζουν… ανάποδα. Να ενθαρρύνουν δηλαδή τα σενάρια επιστροφής Τσίπρα ή ένωσης των κομμάτων της αντιπολίτευσης προκειμένου να στερηθεί η ΝΔ την αυτοδυναμία και να επαναφέρουν στο προσκήνιο σενάρια ακυβερνησίας.
Κάποιοι δειλά δειλά άρχισαν έτσι να κάνουν λόγο ακόμη και για «κυβερνήσεις ειδικού σκοπού» ή να αναζητούν τρίτο πρόσωπο για την πρωθυπουργία ακόμη και από τους κόλπους της ΝΔ, αποκλείοντας απλώς τον κ. Μητσοτάκη από την εξίσωση.
Είτε πρόκειται για ευσεβείς πόθους είτε για σενάρια συνωμοσίας, κοινός παρονομαστής είναι πως όλα αυτά υποκινούνται και διακινούνται –όχι τυχαία προφανώς– από εκδοτικά συγκροτήματα και επιχειρηματικά συμφέροντα που τα παλιότερα χρόνια ήταν γνωστά με τον όρο «διαπλοκή». Έστω κι αν σε κάποια εξ αυτών απλώς άλλαξαν οι ιδιοκτήτες…
Το βέβαιο είναι ένα: η έναρξη της νέας πολιτικής περιόδου με τη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης και τις πολυαναμενόμενες εξαγγελίες του πρωθυπουργού από το βήμα της συμπίπτει με την έναρξη μιας παρατεταμένης προεκλογικής περιόδου που θα είναι ιδιαίτερα σκληρή.
Στον δρόμο προς τις κάλπες όλοι θα τραβήξουν λοιπόν τα χαρτιά τους και τους άσους που (θεωρούν ότι) έχουν στο μανίκι και στο επίκεντρο θα βρεθούν συζητήσεις για την επιστροφή Τσίπρα ή για την «επιστράτευση» του ΠΑΣΟΚ, του ΣΥΡΙΖΑ, της Νέας Αριστεράς σε ένα δήθεν πατριωτικό μέτωπο για να αντιπολιτευτεί τη ΝΔ και τον κ. Μητσοτάκη.
Ή ακόμη και ένα νέο κόμμα υπό τον κ. Τσίπρα, ενώ κάποιοι δεν παραλείπουν να βάλουν σ’ αυτή την εξίσωση και άλλους παράγοντες-παίκτες, όπως π.χ. ο δήμαρχος Αθηναίων, Χάρης Δούκας, ο οποίος φιλοδοξεί και δεν το κρύβει να γίνει ηγέτης της ενωμένης Κεντροαριστεράς.
Επίσης ο Γιώργος Παπανδρέου, ο οποίος μπορεί να ενώσει –όπως ισχυρίζονται κάποιοι– το ΠΑΣΟΚ με τον ΣΥΡΙΖΑ και τον κ. Τσίπρα, αλλά και ο Στέφανος Κασσελάκης, ο οποίος επιδιώκει από την πλευρά του να επανακάμψει με όποιο τίμημα στην πρώτη γραμμή και να μην παραμένει στο… σκοτάδι του 2%-3%.
Το κρίσιμο ερώτημα ωστόσο που ευλόγως αποσιωπάται από αυτούς τους κύκλους της διαπλοκής και μη είναι εάν μια επιστροφή Τσίπρα μπορεί να λειτουργήσει ευεργετικά και συσπειρωτικά ή να διχάσει ακόμη περισσότερο τον αντιπολιτευτικό χώρο. Και βέβαια να ενισχύσει ακόμη περισσότερο την αντισυστημική και αντιδραστική ψήφο, είτε αυτή κατευθύνεται προς την Ακροδεξιά είτε προς τη ριζοσπαστική Αριστερά – κυρίως προς την Πλεύση Ελευθερίας της Ζωής Κωνσταντοπούλου, η οποία κάπως έτσι και εντελώς ανέλπιστα βρέθηκε στη δεύτερη θέση των δημοσκοπήσεων πριν από μερικούς μήνες.
Η πλειονότητα των ψηφοφόρων γνωρίζει άλλωστε πως ο κ. Τσίπρας κάθε άλλο παρά το νέο και το καινοτόμο εκφράζει, και παραμένει ένα πρόσωπο που προκαλεί περισσότερο αντιπάθειες παρά μπορεί να παρουσιαστεί ως το «αντίπαλον δέος» απέναντι στον κ. Μητσοτάκη.