Μέσα στη ροή της καθημερινότητας και των ζητημάτων που αντιμετωπίζει ο καθένας σε προσωπικό επίπεδο «χάνονται» σημαντικές ειδήσεις, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι χρέος του κυβερνητικού επιτελείου να τις διαβάζει. Όχι μόνο γιατί αυτή είναι η «δουλειά» που του έχει αναθέσει ο πρωθυπουργός, αλλά και γιατί από τη σωστή ανάγνωση των μηνυμάτων μπορεί να προσεγγιστεί και ένα πολύ κρίσιμο κομμάτι της κοινωνίας.
Και γίνομαι πιο συγκεκριμένος: Ο Κ. Μητσοτάκης ανακοίνωσε ότι «η ανεργία στη χώρα μας είναι σήμερα μικρότερη από αυτή της Σουηδίας, της Φινλανδίας και της Ισπανίας». Τον Απρίλιο, το ποσοστό έπεσε στο 8,3%, έναντι 10,8% τον Απρίλιο του 2024. Παράλληλα έδωσε και τη δική του –σωστή– ερμηνεία.
Ότι η μείωση της ανεργίας δεν πραγματοποιήθηκε γιατί έτσι... διέταξε η κυβέρνηση της ΝΔ, αλλά γιατί υπήρξε σχέδιο με λιγότερους φόρους και κυρίως με περισσότερες επενδύσεις που δημιουργούν πολλές νέες δουλειές. Αυτή είναι σίγουρα η πρώτη ανάγνωση, η οποία έχει και θετικό πρόσημο.
Όμως υπήρχαν και στοιχεία που αποτελούν «καμπανάκι», με κυριότερο την ανεργία στους νέους. Εκεί τα πράγματα θα πρέπει να προβληματίσουν το κυβερνητικό επιτελείο καθώς ναι μεν η ανεργία έπεσε από το 24% που ήταν πέρυσι τέτοια εποχή, αλλά είναι στο 20,4%! Και εάν αυτό το συνδυάσουμε με τα δημοσκοπικά ποσοστά που λαμβάνει η ΝΔ στους νέους, τότε κάποιοι πρέπει να ξαναδούν τα πράγματα από την αρχή.
Το γιατί οι νέοι δεν πάνε εύκολα να εργαστούν σίγουρα δεν είναι μόνο ελληνικό πρόβλημα. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν πρέπει να υπάρξει κυβερνητικό σχέδιο, ώστε αυτό το τμήμα της κοινωνίας να ενταχθεί στην παραγωγική διαδικασία, να πιστέψει ξανά στην πολιτική και, κυρίως, να πάψει να εκφράζει τη δυσαρέσκεια και την οργή του μέσα από κόμματα και κινήσεις που πατούν σε ψεκασμένες θεωρίες και σε τοξικότητα.
Γι’ αυτό χρειάζονται συγκεκριμένα μέτρα με αρχή, μέση και τέλος.