Η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο αποδείχθηκε εν τέλει πιο εύκολη απ’ όσο ίσως θα περίμεναν ακόμη και ο ίδιος με τους συνεργάτες του. Η συζήτηση, ωστόσο, για το τι ακριβώς ήταν αυτό που οδήγησε τον υποψήφιο των Ρεπουμπλικάνων σ’ αυτήν τη σαρωτική επικράτηση έχει μόλις ανοίξει στις ΗΠΑ και σε ολόκληρο τον κόσμο και δεν πρόκειται να κλείσει σύντομα, παρότι ο Τραμπ έσπευσε να δηλώσει ότι στο τέλος της ημέρας μετράει μόνο το αποτέλεσμα.

Γράφει η Έρση Παπαδάκη

Το γεγονός, για παράδειγμα, ότι ο Τραμπ και οι Ρεπουμπλικάνοι κέρδισαν το στοίχημα της λαϊκής ψήφου ή ότι κατάφεραν να επικρατήσουν με χαρακτηριστική άνεση και στις επτά Swing States, δηλαδή στις Πολιτείες στις οποίες το αποτέλεσμα θεωρούνταν οριακό και κρίσιμο για τους εκλέκτορες που «βγάζουν» πρόεδρο, είναι δύο ζητήματα που δεν μπορούν να περάσουν απαρατήρητα τόσο από τους πολιτικούς αναλυτές όσο και από τους ψηφοφόρους. Το ίδιο και το γεγονός ότι οι ισπανόφωνοι ψηφοφόροι έδωσαν θετική ψήφο στον Τραμπ, αφού το ποσοστό του στη συγκεκριμένη πληθυσμιακή ομάδα εκτινάχθηκε στο 45% από 32% που ήταν στις εκλογές του 2000, μολονότι η Κάμαλα Χάρις επικράτησε στο σύνολο με 53%.

Η υποψήφια των Δημοκρατικών, η οποία διεκδικούσε να γίνει η πρώτη γυναίκα πρόεδρος των ΗΠΑ, υποτίθεται ότι διέθετε επίσης ως ισχυρό χαρτί τις γυναίκες ψηφοφόρους. Και πράγματι, επικράτησε και σ’ αυτήν την ομάδα με 54% στο σύνολο, ωστόσο ο Τραμπ κατέγραψε αντίστοιχα ποσοστό 44%, πολύ υψηλότερο, δηλαδή, από αυτό που είχε εκτιμηθεί από όλους τους δημοσκόπους, ακυρώνοντας παράλληλα στην πράξη τις αιτιάσεις της Χάρις κατά του Τραμπ για το ζήτημα των αμβλώσεων. Αν κάποιος λάβει υπόψη μάλιστα ότι το συγκεκριμένο ζήτημα υπήρξε μία από τις αιχμές της προεκλογικής εκστρατείας των Δημοκρατικών, τότε κατανοεί πολλά για τους λόγους που οδήγησαν τον Τραμπ σ’ αυτό το ηχηρό comeback. Κάτι ανάλογο συνέβη δε και με τους αφροαμερικανούς ψηφοφόρους, με τον Τραμπ να αυξάνει σημαντικά τη χαμηλή, παρ’ όλα αυτά, επιρροή του και μάλιστα σε συγκεκριμένες Πολιτείες.

Το ολέθριο σφάλμα της Χάρις

Ο νέος (και παλιός) πρόεδρος κατάφερε επίσης να εκμεταλλευτεί την ανησυχία των Αμερικανών για την οικονομία και το μεταναστευτικό, εκμεταλλευόμενος και εκείνος με τη σειρά του τη χαρακτηριστική αδυναμία της Χάρις να αντιπαρατεθεί μαζί του, τουλάχιστον στο πεδίο της οικονομίας. Κάνοντας μάλιστα τις αμβλώσεις και γενικότερα τη λεγόμενη woke ατζέντα κυρίαρχο στοιχείο της δικής της προεκλογικής εκστρατείας, η Χάρις κατανόησε μόλις το βράδυ των εκλογικών αποτελεσμάτων το ολέθριο σφάλμα στο οποίο υπέπεσε. Οπως έπραξε και απέναντι στο σύνθημα του Τραμπ «να κάνει την Αμερική μεγάλη», το οποίο αποδείχθηκε στην πράξη ότι μέτρησε πολύ περισσότερο, ως εθνική ανάταση, στη συνείδηση των ψηφοφόρων.

Με άλλα λόγια, ο Τραμπ κατάφερε να κάνει την αντίπαλό του να μην κερδίσει σε κανένα πεδίο, παρότι τυπικά εκείνος ηττήθηκε από τη Χάρις σε συγκεκριμένα κοινά. Η ίδια εικόνα αποτυπώθηκε και στον εκλογικό χάρτη, όπου κατά βάση οι Ρεπουμπλικάνοι διατήρησαν με χαρακτηριστική ευκολία τις Πολιτείες που θεωρούνται παραδοσιακά προπύργιά τους, αλλά κατάφεραν είτε να μειώσουν τη διαφορά είτε να κάνουν την ανατροπή σε Πολιτείες όπου προηγούνταν οι Δημοκρατικοί ή τις είχαν κερδίσει το 2020 με τον Τζο Μπάιντεν. Διότι, σε γενικές γραμμές, ο Τραμπ κέρδισε τη στήριξη ψηφοφόρων που θεωρούνταν ότι στηρίζουν παραδοσιακά τους Δημοκρατικούς, όπως π.χ. οι μαύροι ή η εργατική τάξη, αλλά και τη στήριξη των νέων, ηλικίας 18 έως 29 ετών, οι οποίοι του έδωσαν 43% έναντι 36% το 2020.

Εάν στην εξίσωση προστεθούν όσα αναφέρθηκαν για την οικονομία ή το μεταναστευτικό και η αποδοκιμασία της woke ατζέντας που «σήκωσε» η διοίκηση Μπάιντεν την προηγούμενη περίοδο έναντι των παραδοσιακών αμερικανικών αρχών, τότε (σχεδόν) όλες οι απαντήσεις βρίσκονται πάνω στο τραπέζι για την επικράτηση του Τραμπ. Και κάπως έτσι, το θρίλερ που ανέμεναν όλοι στις επτά Swing States έλαβε τέλος προτού καν ξεκινήσει, κι έτσι ο Τραμπ πήρε τον δρόμο της επιστροφής στο Οβάλ Γραφείο του Λευκού Οίκου...