Η ετήσια έκθεση της Αρχής Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών για το 2022 εμφανίζει ορισμένες πρωτοτυπίες αφού στον μακροσκελή πρόλογό της εκφράζονται οι προσωπικές απόψεις του προέδρου της Χρήστου Ράμμου, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, όπου γίνεται και μια προσπάθεια να ταυτιστούν οι επίσημες και με εισαγγελική απόφαση επισυνδέσεις, είτε για λόγους εθνικής ασφαλείας είτε για θέματα που αφορούν τρομοκρατία και εγκλήματα βίας, με τα παράνομα λογισμικά ιδιωτών. 

Στην πολυσέλιδη έκθεση που αφορά και την περίοδο που επιχειρήθηκε η διαμόρφωση ενός πολιτικού σκηνικού μέσα από την εκμετάλλευση της υπόθεσης των παρακολουθήσεων, δηλαδή από τον Αύγουστο του 2022, καταγράφονται όλες οι περιπτώσεις επισυνδέσεων και το έργο της ΑΔΑΕ. Εν τούτοις στον πρόλογο αυτής ο πρόεδρός της Χρήστος Ράμμος καταγράφει το «παράπονό» του αλλά και τον τρόπο με τον οποίο έγινε η διαχείριση της υπόθεσης. 

Χαρακτηριστικά ο πρόλογος του ιδίου ξεκινά ως εξής: «Το 2022 έμελλε να γίνει η χρονιά που εκτόξευσε την ΑΔΑΕ στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας. Από εκεί που μέχρι τότε ήταν μια σχεδόν άγνωστη -και τούτο δυστυχώς και με δική της ευθύνη- στο ευρύ κοινό και εσωστρεφής Ανεξάρτητη Αρχή, έγινε μια από τις πιο γνωστές και με γενική αναγνώριση. Αναγνώριση συνιστάμενη στο ότι της πιστώθηκε από την ευρύτερη κοινή γνώμη το γεγονός ότι, μπροστά στη λαίλαπα των αποκαλύψεων για παρακολούθηση των τηλεφωνικών συνδέσεων είτε με εισαγγελική διαταγή είτε μέσω του παράνομου κατασκοπευτικού λογισμικού Predator μεγάλου αριθμού προσώπων, μεταξύ δε αυτών και δημοσίων προσώπων, δεν ολιγώρησε ούτε παρέλυσε, αλλά έπραξε το καθήκον της, διερευνώντας, κατόπιν σχετικών ελέγχων τόσο σε παρόχους τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών όσο και σε κρατικές υπηρεσίες, τις καταγγελίες που κατατέθηκαν ενώπιόν της για παραβίαση της νομοθεσίας που διέπει την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών». 

Αφενός κάνει λόγο για… λαίλαπα, αφετέρου βάζει στο ίδιο «κουτί» τις νόμιμες με τις παράνομες επισυνδέσεις γράφοντας: «Μπροστά στη λαίλαπα των αποκαλύψεων για παρακολούθηση των τηλεφωνικών συνδέσεων είτε με εισαγγελική διαταγή είτε μέσω του παράνομου κατασκοπευτικού λογισμικού Predator μεγάλου αριθμού προσώπων, μεταξύ δε αυτών και δημοσίων προσώπων, δεν ολιγώρησε ούτε παρέλυσε, αλλά έπραξε το καθήκον της». 

Επίσης σημειώνει ότι «προσπάθησε» να ενημερώσει θεσμικά το Κοινοβούλιο και μιλά για «αντιδράσεις εκείνων οι οποίοι, για πολλούς και ποικίλους λόγους, δεν ήθελαν να προχωρήσουν οι έρευνες και οι έλεγχοι της ΑΔΑΕ και, σε κάθε περίπτωση, δεν ήθελαν πάντως να γίνουν γνωστά τα αποτελέσματα των ελέγχων αυτών», χωρίς όμως να σημειώνει τι ακριβώς και κυρίως ποιους εννοεί, αν και δείχνει ενοχλημένος τόσο από τον νόμο που η κυβέρνηση έφερε όσο και από τη γνωμοδότηση του πρώην εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Ισίδωρου Ντογιάκου. 

Εκφράζει και το προσωπικό του παράπονο κάνοντας λόγο για «αντιδράσεις στον ευρύτερο δημόσιο χώρο που έλαβαν τη μορφή συκοφαντικών, δυσφημιστικών και υβριστικών σχολίων και μάλιστα σε προσωπικό επίπεδο εις βάρος του υπογράφοντος και άλλων μελών της Ολομέλειας της Αρχής» και επιτίθεται στο πολιτικό σύστημα της χώρας υποστηρίζοντας: 

«Φάνηκε δυστυχώς για μια ακόμη φορά πως το πολιτικό σύστημα της χώρας, αλλά και μια σημαντική μερίδα των ΜΜΕ δεν έχουν κατανοήσει και μάλλον αρνούνται να κατανοήσουν τι ακριβώς είναι μια Ανεξάρτητη Αρχή (και μάλιστα συνταγματικά κατοχυρωμένη), σε τι χρησιμεύει, για ποιο λόγο υπάρχει και κυρίως τι σημαίνει να δρα ανεξάρτητα. Διαχρονικά, δυστυχώς, το ελληνικό πολιτικό σύστημα φαίνεται να θεωρεί ότι οι Ανεξάρτητες Αρχές εκπληρώνουν τον ρόλο τους μόνο όταν δεν ενοχλούν και δεν ασκούν κριτική στην εξουσία και δεν αμφισβητούν τις επιλογές της. Όταν, όμως, εκπληρώσουν τον συνταγματικό τους ρόλο, που είναι να λειτουργούν ως αντίβαρα εξουσίας, τότε υφίστανται μια ολόκληρη σειρά από ανοίκειες επιθέσεις, όπως έδειξαν με τον πιο δυσάρεστο τρόπο οι πιο πάνω επιθέσεις κατά της ΑΔΑΕ και του υπογράφοντος τον παρόντα πρόλογο πρόεδρό της». 

Επί της ουσίας όμως εμφανίζεται να μιλά για ανεξέλεγκτη και όχι ανεξάρτητη αρχή και επιρρίπτει την ευθύνη στο πολιτικό σύστημα που το χαρακτηρίζει «ανώριμο». Δηλώνει όμως ότι η ΑΔΑΕ κατάφερε «να σταθεί όρθια». 

Εντύπωση προκαλεί και η προσωπική του και πάλι εκτίμηση σχετικά με το θέμα των επισυνδέσεων αφού χωρίς να διαχωρίζει τη νόμιμη λειτουργία των κρατικών μηχανισμών για την ασφάλεια της χώρα και των πολιτών κάνει λόγο για… εκβιασμούς χωρίς να παραθέτει το στοιχείο. Αναφορά που θυμίζει κάπως και όσα έχουν ακουστεί στο πολιτικό σκηνικό περί… εκβιαζόμενων πολιτικών. 

Όπως σημειώνει «δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ανάπτυξη για να κατανοήσει κάποιος σε τι δυνατότητες εκβιασμών ανοίγει ο δρόμος όταν περιέλθουν παράνομα σε σκοτεινά και ανέλεγκτα κέντρα πληροφορίες αυτή η μύχια και πολύτιμη για κάθε έναν από εμάς πτυχή της ιδιωτικότητάς μας».
Κάνει και αυτοκριτική. Αναφορικά πάντα με την ΑΔΑΕ. Σημειώνοντας πως «αυτό δεν σημαίνει ότι όλα έγιναν τέλεια από την ΑΔΑΕ» επικεντρώνοντας όμως τις… αδυναμίες της Αρχής στις… καθυστερήσεις που και πάλι όμως οφείλονται στην πολιτεία… 

Ο αυτοαναφορικός πρόλογος καταλήγει ως εξής: «Το μόνο το οποίο θέλει, μπορεί και επιβάλλεται ο υπογράφων να διαβεβαιώσει τους αναγνώστες του παρόντος κειμένου είναι ότι τόσο η ΑΔΑΕ, όσο και ο ίδιος θα εξακολουθήσουν και κατά το έτος 2023 να καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να μη μείνει ποτέ το άρθρο 19 του Συντάγματος απλό ευχολόγιο». 

Η σημείωση στο τέλος πάντως είναι χαρακτηριστική: «Το κείμενο αυτό εκφράζει τις απόψεις του Προέδρου της Αρχής Χρήστος Ράμμος Πρόεδρος της ΑΔΑΕ Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας ε.τ.»