Η Ελεονώρα Μελέτη δεν κρύβει και σ’ αυτή τη συνέντευξη ότι το κίνητρο που την παρακίνησε να αφήσει τον τηλεοπτικό φακό και τον χώρο της δημοσιογραφίας για να ασχοληθεί μ’ έναν κατ’ εξοχήν παράλληλο και άκρως ανταγωνιστικό χώρο, αυτόν της πολιτικής, ήταν η προσωπικότητα του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη. Μετά τη συνάντηση που είχε μαζί του, όπως επισημαίνει, η υποψηφιότητά της αποτελεί μια πρόκληση για την ίδια να αγωνιστεί για τα κοινωνικά ζητήματα που αναδείκνυε ως δημοσιογράφος στο κέντρο λήψης των σημαντικών αποφάσεων: το Ευρωκοινοβούλιο. Γιατί όπως αναφέρει χαρακτηριστικά χρειάζεται «η Ευρώπη να αποδείξει ότι μπορεί και να παρεμβαίνει και όχι μόνο να περιμένει τις εξελίξεις που αφορούν τη ζωή των εκατομμυρίων πολιτών της».

Επιτυχημένη τηλεoπτική παρουσιάστρια και δημοσιογράφος, με έντονη κοινωνική δράση, τι είδατε στον Κυριάκο Μητσοτάκη που σας έδωσε την ώθηση να θέσετε υποψηφιότητα με τη Νέα Δημοκρατία;

Πριν τη συνάντησή μας με τον πρωθυπουργό, είχα ήδη δώσει την ψήφο εμπιστοσύνης μου στον Κυριάκο Μητσοτάκη, γιατί στο πρόσωπό του βλέπω έναν ικανό ηγέτη, έναν ψύχραιμο πολιτικό αρχηγό, με γνώσεις και ικανότητα να αντιμετωπίζει μεγάλες προκλήσεις. Εχει καταφέρει να δημιουργήσει ένα κλίμα σταθερότητας, σε μια χώρα που μέχρι και πριν από λίγα χρόνια δεν είχε κανένα πρόσωπο αξιοπιστίας τόσο για τους Ελληνες πολίτες όσο και για την Ευρώπη. Στη συνάντησή μας, εισέπραξα και την ανάγκη του να θέσει στο επίκεντρο μία ατζέντα κοινωνικών ζητημάτων, που ένιωσα ότι τον απασχολούν πολύ, όπως όλους άλλωστε. Οση ώρα μιλούσαμε, μέσα μου γεννιόταν ένας ενθουσιασμός και μια ορμή για όλα όσα άκουγα, έμενε να δω αν πρακτικά μπορεί να υλοποιηθεί η σκέψη του και να μπορέσω να δεχτώ την υποψηφιότητα.

Δηλώσατε ότι θέλετε να αναδείξετε καθημερινά κοινωνικά ζητήματα, μεταξύ άλλων αυτά που αφορούν κοινωνικές ανισότητες, τη θέση της γυναίκας στην εργασία και στον κοινωνικό ιστό, την έμφυλη βία κ.ά. Με ποιους τρόπους πιστεύετε ότι μπορείτε να συνεισφέρετε στο Ευρωκοινοβούλιο προς το συμφέρον της Ελλάδας;

Υπάρχει ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό που διέπει τα κοινωνικά ζητήματα. Αφορούν σοβαρά σε όλες τις χώρες της Ευρώπης και έχουν τα ίδια ποιοτικά χαρακτηριστικά για όλους μας, που σημαίνει πως για την πρόληψη ή την αντιμετώπισή τους χρειάζεται μία ενιαία, οριζόντια πολιτική η οποία δεν θα εξυπηρετεί μεμονωμένα συμφέροντα, αλλά θα αποσκοπεί στο ευρύτερο καλό. Κάποιες χώρες της Ευρώπης ωστόσο, που εξελίσσονται και προχωρούν σε ένα πιο φιλελεύθερο πνεύμα, σε κάποια ζητήματα έχουν ήδη εφαρμόσει κάποιες πολύ αποδοτικές πολιτικές, που θα μπορούσαν να αποτελέσουν πηγή έμπνευση για δράσεις και προτάσεις που θα μπορούσαν να βρουν το χώρο τους και στην ελληνική κοινωνία. Η Ευρώπη, λοιπόν, είναι σε θέση να γίνει ένα σημείο αναφοράς, πάνω στο οποίο μπορούμε αν θέλουμε να στηρίξουμε την προσπάθειά μας για πρόοδο και εξέλιξη, π.χ. όσον αφορά στα δικαιώματα των ευάλωτων ομάδων για κοινωνική ισότητα, στη θέση της γυναίκας στο χώρο εργασίας, στην ψυχική υγεία, στην αντιμετώπιση της βίας σε κάθε της μορφή ή στις προτάσεις για διευθέτηση του δημογραφικού. Την ίδια ώρα, η Ευρώπη μπορεί να αποτελέσει μία πηγή σοβαρής χρηματοδότησης για δράσεις και πολιτικές είτε με το χαρακτήρα της μεταρρύθμισης είτε με τη μορφή παράλληλων πολιτικών και δράσεων σε ήδη εφαρμοσμένες αρχές, που θα έχουν ως επίκεντρο τον άνθρωπο, την εύρυθμη λειτουργία της κοινωνίας, την ευημερία των πολιτών, την ευνοϊκή διαμόρφωση όλων μας σε ένα πιο υγιές και φιλευρωπαϊκό περιβάλλον.

Η ακρίβεια είναι το βασικό πρόβλημα των Ευρωπαίων πολιτών και αυτό που ενισχύει την άνοδο των λαϊκιστικών κομμάτων. Τι πιστεύετε ότι θα μπορούσε να κάνει παραπάνω η Ευρωπαϊκή Ενωση για να το λύσει;

Η Ευρωπαϊκή Ενωση είναι προορισμένη να λειτουργεί ως ασπίδα απέναντι σε απειλές, κρίσεις και προκλήσεις. Για να το κάνει αυτό, όμως, πρέπει να μπορεί να προσαρμόζεται, να εξελίσσεται και να τολμά. Το ζήτημα της ακρίβειας είναι ευρωπαϊκό και όχι ελληνικό, όπως επιμένουν κάποιοι να το παρουσιάζουν στη χώρα μας. Ωστόσο, η μόνη ουσιαστική πρωτοβουλία για την αντιμετώπισή του έχει ξεκινήσει αυτή τη στιγμή, και μιλώ φυσικά για την επιστολή που απέστειλε ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, στην πρόεδρο της Κομισιόν. Πρέπει να καταπολεμήσουμε ως Ενωση τις αθέμιτες, κερδοσκοπικές πρακτικές των πολυεθνικών κολοσσών και να προστατεύσουμε την ενιαία αγορά με μια πολιτική αυστηρών κανόνων και αξιών. Πρέπει να χαλιναγωγήσουμε το λαϊκισμό όσων ρέπουν σε μαγικές λύσεις και ατεκμηρίωτες αναλύσεις. Πρέπει, τέλος, ως υπερεθνική οντότητα, η Ευρώπη να αποδείξει ότι μπορεί και να παρεμβαίνει και όχι μόνο να περιμένει τις εξελίξεις που αφορούν τη ζωή των εκατομμυρίων πολιτών της.