Αν και επίσημα στόχος είναι να μην υποστεί μια μεγαλύτερη συντριβή στις νέες εκλογές, εμμένει στις «δοκιμασμένες» και βγαλμένες από άλλες εποχές τακτικές του… «πολακισμού» και του ριζοσπαστισμού.

ΕΡΣΗ ΠΑΠΑΔΑΚΗ

Με την αμφισβήτηση να έχει φωλιάσει πλέον για τα καλά στην Κουμουνδούρου, μετά τη συντριβή που υπέστη ο ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές της περασμένης Κυριακής και με δεδομένη την απόφασή του να παραμείνει στο πόστο του και να μην αναλάβει στο ελάχιστο τις ευθύνες του, ο Αλέξης Τσίπρας επιχειρεί να καταστρώσει τη στρατηγική που θ’ ακολουθήσει το κόμμα του εν όψει της αναμέτρησης της 25ης Ιουνίου. Αντικειμενικός στόχος ασφαλώς είναι ο ΣΥΡΙΖΑ να μην υποστεί μια μεγαλύτερη συντριβή, καθώς τα πρώτα μηνύματα από τις μετεκλογικές δημοσκοπήσεις δεν είναι ενθαρρυντικά.

Εχει όμως εξαιρετικό ενδιαφέρον πως ο κ. Τσίπρας όχι μόνο δεν δείχνει να έχει κατανοήσει ότι οι πολίτες στην πλειονότητά τους αποδοκίμασαν τη στρατηγική διχασμού και πόλωσης που ακολούθησε κατά την προεκλογική περίοδο, αλλ’ αντιθέτως επιλέγει να οδηγήσει τον ΣΥΡΙΖΑ στις κάλπες του Ιουνίου εμμένοντας στον «πολακισμό» και τον ριζοσπαστισμό που παραπέμπει στις ακόμη πιο σκληρές εποχές της περιόδου 2012-2015. Αρχής γενομένης από το «διάγγελμά του» για το εκλογικό αποτέλεσμα, στο οποίο κατηγόρησε ΠΑΣΟΚ και ΚΚΕ για το αποτέλεσμα που είχε ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και τους ψηφοφόρους για την επιλογή τους. Την άκρως προσβλητική λογική άλλωστε των «κοψοχέρηδων» υποστηρίζουν ανοιχτά στελέχη που βρίσκονται κοντά στον κ. Τσίπρα, όπως ο πρώην υπουργός, Νίκος Ξυδάκης.

Προφανώς η τακτική αυτή ενέχει τον κίνδυνο ν’ αποδειχθεί αυτοκτονική για τον ΣΥΡΙΖΑ εφόσον πράγματι το ΠΑΣΟΚ κατορθώσει ν’ αναδειχθεί στις επόμενες εκλογές ως ο βασικός εκφραστής του προοδευτικού χώρου. Η τρικυμία ωστόσο που επικρατεί στην Κουμουνδούρου από το βράδυ της Κυριακής και τα μαντάτα της συντριβής στις κάλπες φαίνεται ότι εμποδίζει τον κ. Τσίπρα και την ηγετική ομάδα να σκεφθούν με καθαρό μυαλό. Ετσι, παρά το γεγονός ότι ξεκάθαρα αποδεικνύεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πλήρωσε ακριβώς αυτήν τη στρατηγική και αποδοκιμάστηκε από τους ψηφοφόρους, ο αρχηγός του εμμένει σ’ αυτήν, θεωρώντας προφανώς ότι τον διαφοροποιεί από τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης. Κάτι τέτοιο μαρτυρά βέβαια πως ακόμη και στην Κουμουνδούρου έχουν πάρει απόφαση ότι δεν αποτελούν πλέον κόμμα εξουσίας, διότι μια τέτοια επιλογή δεν μπορεί να συνάδει με ένα κόμμα εξουσίας…

Ιστορίες με… λύκους

Δεδομένης της αδυναμίας λοιπόν του ΣΥΡΙΖΑ να διεκδικήσει την πρωτιά και την εξουσία στις κάλπες της 25ης Ιουνίου, το αφήγημα που επιστρατεύει ο κ. Τσίπρας εστιάζει στους αντιπάλους του και κυρίως στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Μιλά για «σκληρή δεξιά» και «παντοδυναμία και αλαζονεία», απέναντι στην οποία το κόμμα του και τα στελέχη του θα πρέπει να σταθούν ως «ισχυρό ανάχωμα». Επίσης, για την «προσπάθεια παλινόρθωσης ενός βολικού δικομματισμού», στρέφοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τα βέλη του και στο ΠΑΣΟΚ, αλλά και στη ΝΔ, την οποία εμμέσως κατηγορεί ότι διαλέγει το ΠΑΣΟΚ ως αντίπαλό της. Εμμένει δηλαδή στα αντιδεξιά σύνδρομα και τον αντιμητσοτακισμό που καλλιέργησε τα τελευταία χρόνια και ηγήθηκαν αυτού ακραία στελέχη, όπως π.χ. ο Παύλος Πολάκης, αγνοώντας ότι ένας από τους λόγους για τους οποίους οι πολίτες αποδοκίμασαν τον ΣΥΡΙΖΑ στις κάλπες ήταν ακριβώς αυτός, καθώς και ότι αγνοούν πλέον τις διαχωριστικές γραμμές και δεν αναγνωρίζουν απαραίτητα ως προοδευτικό μόνο ό,τι προέρχεται από την Αριστερά, όπως υποστηρίζει ο κ. Τσίπρας.

Με άλλα λόγια, και για μία ακόμη φορά, στον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ και την ηγετική ομάδα του φταίνε οι άλλοι και όχι ο ίδιος. Φταίει, για παράδειγμα, ο κ. Μητσοτάκης που είναι «αλαζονικός» και «παντοδύναμος», παραγνωρίζοντας ωστόσο ότι η «παντοδυναμία» του προκύπτει από την εντολή αυτοδυναμίας που έδωσαν στη ΝΔ οι πολίτες την περασμένη Κυριακή.

«Χέρι» στα ψηφοδέλτια

Οσον αφορά τα εσωτερικά του ΣΥΡΙΖΑ, δεν αποκλείεται ο κ. Τσίπρας να προχωρήσει σε αλλαγές στα ψηφοδέλτια δεδομένης της λίστας κι έτσι οι υποψήφιοι βουλευτές για τις εκλογές του Ιουνίου να μην είναι στα ψηφοδέλτια με τη σειρά που προέκυψαν από τη σταυροδοσία των εκλογών του Μαΐου. Κατ’ αυτόν τον τρόπο θα επιχειρήσει πέραν του… εσωτερικού ελέγχου να στείλει προς τα έξω και ένα μήνυμα ανανέωσης, ιδιαίτερα εφόσον υπάρξουν και νέα πρόσωπα. Ομως, και στην περίπτωση αυτήν φαίνεται ότι ισχύει η γνωστή αγγλοσαξονική παροιμία πως «δεν μπορείς να μάθεις σε έναν γέρικο σκύλο νέα κόλπα».