Ανεβαίνοντας τον Κηφισό, κατευθυνόμενος προς μια πολιτική συγκέντρωση, παρατήρησα στον φωτεινό πίνακα της Περιφέρειας Αττικής ένα μήνυμα που δεν είχα ξαναδεί. «Χρησιμοποιείτε τα φλας» και η αλήθεια είναι ότι το σκεφτόμουν μέχρι που έφτασα στο Κεφαλάρι. Είναι αυτονόητο ότι όταν αλλάζεις πορεία ή λωρίδα, πρέπει να ειδοποιείς όσους σε ακολουθούν στον δρόμο, αλλά όχι στην Ελλάδα. Κάτι άλλο που δεν φαίνεται αυτονόητο στον διάλογο της κεντρικής πολιτικής σκηνής είναι η συζήτηση που αφορά στα ζητήματα της καθημερινότητας.

Αν παρακολουθήσει κανείς τις συζητήσεις στις τηλεοπτικές εκπομπές, τις πολιτικές ομιλίες, τις συζητήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης θα ακούσει καβγάδες, συζητήσεις για το παρελθόν, μακρινό ή πρόσφατο, στατιστικά δεδομένα που τεκμηριώνουν την υπεροχή του ενός κόμματος ή την υστέρηση του άλλου κ.ά. Δύσκολα, όμως, θα ακούσει κάτι που να αφορά άμεσα στην καθημερινότητά του. Αυτό έχει αποτέλεσμα ο πολιτικός διάλογος να μοιάζει πολύ μακρινός και διαφορετικός από τους διαλόγους στην πραγματική ζωή.

Αυτός είναι ένας από τους λόγους που η πλειοψηφία των πολιτών αποφεύγει τις πολιτικές συζητήσεις ή διστάζει να απαντήσει στις βεβαιότητες που εκφράζονται στο πλαίσιό τους. Όχι όμως ο μοναδικός. Η ύπαρξη μιας σιωπηρής πλειοψηφίας δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο, ούτε και η ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς. Αλλά ούτε και η δυσκολία των ερευνών κοινής γνώμης να εντοπίσουν τις μετατοπίσεις που έχουν συμβεί στη χώρα τα τελευταία χρόνια.

Οι πολίτες αποφασίζουν να αλλάξουν τις πολιτικές κατευθύνσεις τους χωρίς να το διατυμπανίζουν, όπως συνέβαινε άλλες εποχές, που αυτές τις αλλαγές τις σηματοδοτούσε η αλλαγή τρόπου ζωής, ένδυσης, κοινωνικού κύκλου, ακόμη και καφενείου, από πράσινο σε μπλε και το αντίστροφο. Σαν τους οδηγούς που δεν βγάζουν φλας προτού στρίψουν.

Η πολιτική συγκέντρωση στην οποία έφτασα τελικά, ήταν η ιδρυτική μιας δημοτικής παράταξης. Με έκπληξη είδα το πλήθος των συμμετεχόντων αλλά και άκουσα τα θέματα που συζητούσαν. Ήταν όλα θέματα καθημερινότητας και ποιότητας ζωής τα οποία ο υποψήφιος δήμαρχος έθετε σε διάλογο καλώντας τους συνδημότες να συμμετέχουν. Εκεί οι πολίτες δεν είχαν πρόβλημα να δείξουν την κατεύθυνση στην οποία θα κινηθούν, ίσως γιατί τους απασχολεί περισσότερο η γειτονιά τους ή επειδή αισθάνονται ότι έχουν τη δύναμη να επηρεάσουν τις αποφάσεις. Το ίδιο ισχύει σε εθελοντικές οργανώσεις για το περιβάλλον, τη φιλοζωία, την υγεία, σε αθλητικά σωματεία, δραστηριότητες κ.ά. Όλα αυτά που δεν έχουν την ταμπέλα των κομμάτων και της κεντρικής πολιτικής σκηνής, αλλά είναι πολιτικά.

Αυτό είναι το στοίχημα για την κεντρική πολιτική σκηνή και τους εκπροσώπους της: να κάνουν την πολιτική και τον πολιτικό διάλογο περισσότερο σέξι για τους πολίτες. Το αποτέλεσμα της 21ης Μαΐου και η επικράτηση του Κυριάκου Μητσοτάκη δείχνει ότι όταν ένας πολιτικός ηγέτης μιλά απλά και κατανοητά και εργάζεται σκληρά και οργανωμένα για την υλοποίηση των πολιτικών επιβραβεύεται από τους εκλογείς. Αλλά είμαστε ακόμη στην αρχή.

Χρειαζόμαστε περισσότερους ενεργούς πολίτες στην πολιτική και για να καλυφθεί αυτή η έλλειψη απαιτείται τα πολιτικά κόμματα να ενισχύσουν τις αντένες τους για να κατανοήσουν αυτά που απασχολούν τους πολίτες. Απαιτείται επίσης και οι πολίτες να μιλούν περισσότερο για αυτά που τους ενδιαφέρουν, χωρίς να ξεχάσουν φυσικά να συμμετέχουν στις εκλογές. Η αποχή τούς βγάζει εκτός δρόμου.

Μόνο μέσα στον δρόμο μπορούν να βγάζουν πρώτα φλας και στη συνέχεια να στρίβουν τη χώρα προς την κατεύθυνση που επιθυμούν, χωρίς συγκρούσεις και εκτροχιασμούς. Γιατί έχουν τη δύναμη! Καλή ψήφο!

*Ο Δημήτρης Σ. Παπαγγελόπουλος είναι σύμβουλος Επικοινωνίας και Πολιτικής Διαχείρισης και έχει τον ρόλο του συντονιστή του Διαγραμματειακού Οργάνου της Νέας Δημοκρατίας