Είναι γνωστό ότι οι εκλογικές αναμετρήσεις για το Ευρωκοινοβούλιο χαρακτηρίζονται παραδοσιακά από χαλαρότητα και αυτήν προσπαθούν να ξορκίσουν όλα τα κομματικά επιτελεία. Οι κάλπες της 9ης Ιουνίου λοιπόν δεν θα μπορούσαν να αποτελούν εξαίρεση, αλλά τούτο κρύβει και κινδύνους – τους οποίους επιχείρησε να επισημάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης με την ομιλία του στο 15ο Τακτικό Συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας.

Γράφει η Έρση Παπαδάκη

Αλλωστε, η καθιέρωση της επιστολικής ψήφου είναι αυτή που βοηθά –θεωρητικά τουλάχιστον– τα κομματικά επιτελεία να ξορκίσουν έναν ακόμη φόβο: αυτόν της αποχής. Ομως, ακριβώς γι’ αυτόν το λόγο ενδέχεται το μειωμένο ενδιαφέρον των ψηφοφόρων και αυτή η χαλαρότητα να εκφραστούν με έναν διαφορετικό τρόπο στην κάλπη: να ψηφίσουν μικρότερα κόμματα περισσότερο για... πλάκα παρά να ψηφίσουν αντισυστημικά, όπως π.χ. θα έκαναν με την ακραία πόλωση που υπήρχε στα χρόνια των Μνημονίων και της κρίσης. Εξάλλου, η γενικότερη τάση που επικρατεί στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες και η στροφή προς ακραία ένθεν κακείθεν κόμματα ενισχύει τις υποψίες και τους φόβους ότι κάτι αντίστοιχο μπορεί να γίνει και εδώ στην Ελλάδα στις προσεχείς ευρωεκλογές.

Θα μπορούσε λοιπόν να πει κάποιος ότι από τη στιγμή που οι ευρωκάλπες δεν αναδεικνύουν κυβέρνηση, τότε η χαλαρότητα αυτή μπορεί να γίνει αποδεκτή. Ωστόσο, τα πράγματα δεν είναι έτσι και αντιθέτως είναι προφανές ότι από το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών θα προκύψουν πολιτικά συμπεράσματα, οπότε η χαλαρότητα κάθε άλλο παρά αποδεκτή μπορεί να είναι. Δεν επιτρέπεται, δηλαδή, ο πήχυς να μπει χαμηλά για το εκλογικό σώμα για τον οποιονδήποτε λόγο. Είτε γιατί κάποιοι ψηφοφόροι θέλουν π.χ. να στείλουν ένα μήνυμα στην κυβέρνηση ή να αποδοκιμάσουν την αντιπολίτευση την οποία θεωρούν ανεπαρκή είτε γιατί κάποιοι εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν ολίγον τι αδιάφορα και ελαφρά τη καρδία αυτή τη διαδικασία, μη έχοντας την παραμικρή έγνοια για το πού θα δώσουν την ψήφο τους.

Αυτοί που... ψάχνονται

Υπάρχει έτσι το φαινόμενο της Ελληνικής Λύσης που φλερτάρει με διψήφια ποσοστά στις δημοσκοπήσεις για τις ευρωεκλογές. Ωστόσο, δεν πρόκειται για την έκφραση ενός συγκεκριμένου τμήματος του εκλογικού σώματος, ήτοι η άνοδος του κόμματος δεν αντικατοπτρίζει απόλυτα, τουλάχιστον, τη στροφή ενός δεξιού και υπερ-δεξιού ή εθνικιστικού κοινού προς αυτό. Ως ένα κόμμα απόλυτα προσωποπαγές, τούτο έχει να κάνει με τον Κυριάκο Βελόπουλο, ο οποίος, αν και δεν καταγράψει ιδιαίτερα υψηλές επιδόσεις στις δημοτικότητες των πολιτικών αρχηγών, καταφέρνει να πείσει κάποιους από αυτούς τους ψηφοφόρους που... ψάχνονται. Και όλα αυτά παρότι έχει λανσάρει τον εαυτό του ως... επιστολογράφο του Ιησού Χριστού ή παλαιότερα συνδέθηκε το όνομά του με το telemarketing και τις πωλήσεις βιβλίων μέσω τηλεοπτικών διαύλων.

Πόσοι θυμούνται άλλωστε ότι ο Κυριάκος Βελόπουλος διετέλεσε κάποτε βουλευτής του ΛΑΟΣ και του Γιώργου Καρατζαφέρη ή πόσοι θυμούνται ότι είχε επιδιώξει την ένταξή του στη Νέα Δημοκρατία την περίοδο 2012-2015 και κατάφερε να πάρει το «ok» του Αντώνη Σαμαρά, αλλά εντέλει προφανώς εζήλωσε τη δόξα του Πάνου Καμμένου και με σημαία του το αντιμνημόνιο προχώρησε στη δημιουργία της Ελληνικής Λύσης, καταγγέλλοντας μάλιστα όσους τον... ευεργέτησαν και του άνοιξαν την πόρτα της κεντροδεξιάς παράταξης; Ωστόσο, όλα αυτά είναι αμφίβολο –έως απίθανο– να τα γνωρίζουν όσοι θα πάνε στην κάλπη και θα επιλέξουν εντέλει την Ελληνική Λύση και τον Κυριάκο Βελόπουλο.

«Γιατί τα λέει ωραία», «γιατί τους τα λέει χοντρά» μπορεί να ψελλίσουν κάποιοι, θέλοντας να δικαιολογήσουν την προτίμησή τους. Εντούτοις, ακόμη και η χαλαρότητα της ψήφου δεν δικαιολογεί μη πολιτικές επιλογές από το εκλογικό σώμα κι αυτό δεν ισχύει προφανώς μόνο για την περίπτωση του προέδρου της Ελληνικής Λύσης. Το έχουμε δει πολλάκις και στο πρόσφατο παρελθόν, ιδιαίτερα έπειτα από τον πολυκερματισμό του πολιτικού συστήματος που προκάλεσαν τα Μνημόνια και η οικονομική κρίση. Στο τέλος της ημέρας, όμως, όλες αυτές οι «χαλαρές» επιλογές δεν αποτέλεσαν κάτι διαφορετικό από διάττοντες αστέρες και σε καμία περίπτωση δεν κατάφεραν να αποδειχθούν επιδραστικοί στο πολιτικό σκηνικό...