«Πολύ ορθά επιλέγουμε τον δρόμο που μας δείχνει το Διεθνές Δίκαιο. Το ίδιο καλείται να πράξει και η Τουρκία» τονίζει σε συνέντευξή του στα Παραπολιτικά ο Δημήτρης Αβραμόπουλος. Ο πρώην Επίτροπος εκφράζει την ελπίδα ότι «δεν θα γυρίσουμε πίσω στην ένταση και δεν θα μπούμε σε συγκρουσιακό τροχιά». «Ο διπλωματικός δρόμος να παραμείνει ανοικτός και να μείνει ανοικτή η πόρτα για μια επικοινωνία κορυφής ανάμεσα στον πρωθυπουργό της Ελλάδος και τον πρόεδρο της Τουρκίας» συμπληρώνει.

Πώς κρίνετε τη νέα φάση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, με την επανέναρξη των διερευνητικών συνομιλιών έπειτα από πέντε χρόνια και με την πρώτη δημόσια αντιπαράθεση των δύο υπουργών Εξωτερικών την περασμένη εβδομάδα στην Αγκυρα;

Θα έλεγα ότι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις βρίσκονται αυτήν τη στιγμή σε μετέωρη φάση. Ακόμη δεν έχει ξεκαθαρίσει το νέο τοπίο στο οποίο θα κινηθούν. Μετά την έναρξη των διερευνητικών, θα περίμενε κανείς να περάσουμε σταδιακά σε ένα στάδιο αποκλιμάκωσης, κατ’ αρχήν, και προετοιμασίας για διάλογο επί της ουσίας των διαφορών μας, που, όπως εδώ και δεκαετίες έχει διευκρινισθεί με σαφήνεια από ελληνικής πλευράς, δεν είναι παρά οι θαλάσσιες ζώνες και η οριοθέτησή τους. Βέβαια, τις προάλλες ο Ελληνας υπουργός Εξωτερικών, αντιδρώντας σε προκλητική αναφορά του Τούρκου συναδέλφου του, άνοιξε τη βεντάλια όλων των τουρκικών αιτιάσεων, τονίζοντας, όμως, ότι μία είναι η διαφορά πάνω στην οποία η Ελλάδα αποδέχεται τον διάλογο. Ας ελπίσουμε ότι δεν θα γυρίσουμε πίσω στην ένταση και δεν θα μπούμε σε συγκρουσιακό τροχιά. Πολύ ορθά επιλέγουμε τον δρόμο που μας δείχνει το Διεθνές Δίκαιο. Το ίδιο καλείται να πράξει και η Τουρκία. Οτιδήποτε άλλο μόνο ζημιά θα προκαλέσει και για τις δύο χώρες. Ο διπλωματικός δρόμος να παραμείνει ανοικτός και να μείνει ανοικτή η πόρτα για μια επικοινωνία κορυφής ανάμεσα στον πρωθυπουργό της Ελλάδος και τον πρόεδρο της Τουρκίας.

Η χρονιά που πέρασε ήταν γεμάτη προκλήσεις από πλευράς της Τουρκίας, από τα γεγονότα στον Εβρο μέχρι το «Ορούτς Ρέις» νότια του Καστελλόριζου. Υπάρχει βάσιμη προοπτική βελτίωσης των διμερών σχέσεων και πώς μπορεί να επιτευχθεί αυτή;

Είπα πρωτύτερα ότι, ακόμα και τώρα, οφείλουμε να επιμείνουμε στον δρόμο του διαλόγου, υιοθετώντας την αρχή της «έντιμης διπλωματίας», που έχει ως θεμέλιά της την ειλικρίνεια, την αμοιβαία κατανόηση και τον αμοιβαίο σεβασμό και να κοιτάξουμε μπροστά. Η Ελλάδα έχει το δίκιο με το μέρος της και, μέσα από τον διάλογο, τον οποίον δεν φοβάται, και με άξονα αναφοράς της το Διεθνές Δίκαιο, μπορεί να το κατοχυρώσει. Ωστόσο, αυτό που οφείλουμε να προσέξουμε είναι ότι τον τελευταίο καιρό έχουμε επιστροφή στο πολιτικό και διπλωματικό προσκήνιο του «βαθέως κράτους» της Τουρκίας, το οποίο έχει διαχρονικούς σχεδιασμούς, τους οποίους ενεργοποιεί, όταν κορυφώνονται εντάσεις και κρίσεις, εκτός αλλά και εντός της Τουρκίας. Το τι συνέβη στην Κύπρο το ’74 το επιβεβαιώνει. Η γειτονιά μας, στην καρδιά μιας ευρύτερης γεωπολιτικής ζώνης αστάθειας και «κινούμενης άμμου συμμαχιών», όπου διασταυρώνονται και εναλλάσσονται γεωστρατηγικά και οικονομικά συμφέροντα μεγάλων και μικρών παικτών, μπορεί να γίνει μια γειτονιά ασφάλειας, ειρήνης και σταθερότητας. Και αυτό είναι θετικό για όλους.

Συμπληρώσαμε 14 μήνες μετά το πρώτο κρούσμα κορωνοΐού στη χώρα μας. Είστε ικανοποιημένος από τη διαχείριση της πανδημίας στην Ελλάδα, αλλά και σε κεντρικό επίπεδο στην Ευρωπαϊκή Ενωση;

Γνωρίζω από πρώτο χέρι πώς λειτουργεί η Ευρωπαϊκή Ενωση μπροστά στις κρίσεις. Το βίωσα, άλλωστε, προσωπικά, ως επίτροπος αρμόδιος για τη Μετανάστευση και την Εσωτερική Ασφάλεια, όταν τότε, το 2015, βρεθήκαμε αντιμέτωποι με το Προσφυγικό και την τρομοκρατία, που δοκίμαζαν την ικανότητα των 28 τότε ευρωπαϊκών χωρών να συνεργάζονται στη βάση της αλληλεγγύης, η οποία, παρότι υπαρξιακός όρος της Ε.Ε., ερμηνευόταν κατά το δοκούν. Πρόκειται, λοιπόν, για μια πολύ δύσκολη εξίσωση για την Ευρώπη, από την ώρα που ακόμη ανθίσταται η κρατική-κυβερνητική γραμμή αρκετών κρατών-μελών απέναντι σε μια κοινή ευρωπαϊκή στάση. Δεν σας κρύβω ότι με προβλημάτισε και με ανησύχησε η διαχείριση της πανδημίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Καθυστερήσεις, αργή ανακλαστικά, ανταγωνισμοί και έξαρση του εθνικισμού, που στέρησαν τη δυνατότητα στην Ευρωπαϊκή Ενωση να κινηθεί άμεσα, οργανώνοντας νωρίτερα αυτό που τελικά έγινε, δηλαδή να υιοθετήσει μια ευρωπαϊκή πλατφόρμα και ένα ενιαίο ευρωπαϊκό πρόγραμμα για την αντιμετώπιση της κρίσης. Είναι, ωστόσο, θετικό ότι. έστω και με καθυστέρηση, αυτό έγινε. Και πολύ ορθά η Ελλάδα συμμετέχει σε αυτό το ευρωπαϊκό πρόγραμμα, που έχει ως σκοπό την εξασφάλιση της απαραίτητης ποσότητας εμβολίων για τη σταδιακή κάλυψη του συνόλου του ευρωπαϊκού πληθυσμού. Ωστόσο, αρκετές χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, παράλληλα με τη συμμετοχή τους στο πρόγραμμα, ακολούθησαν και τον δικό τους δρόμο. Η ασκούμενη κριτική εξηγείται από τα όσα είπαμε πριν, αλλά θα ήταν άδικο να μη σημειώσουμε ότι η πολιτική της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τελικά έχει αρχίσει να δίνει αποτελέσματα, ενώ συγχρόνως βάζει τα θεμέλια ενός μόνιμου μηχανισμού για την αντιμετώπιση παρόμοιων μελλοντικών κρίσεων. Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, εκτιμώ ότι η συνολική διαχείριση, παρά τις αντικειμενικές δυσκολίες που εκδηλώνονται, είναι σωστή. Και αυτό αποτυπώνεται και στην άποψη του μεγαλύτερου μέρους της κοινής γνώμης. Εάν δεν είχαμε επανάληψη του γνώριμου στην Ελλάδα φαινομένου, ακόμα και σε τέτοιες δύσκολες καταστάσεις η αντιπολίτευση να ασκεί σχεδόν πολεμική κριτική στην κυβέρνηση, θα υπήρχε ακόμα θετικότερο κλίμα και, βέβαια, βαθύτερη κατανόηση των πραγματικών δεδομένων της κρίσης και των συνολικών μας ευθυνών.

Σας ανησυχεί ενδεχόμενη αύξηση «λουκέτων» επιχειρήσεων και άνοδος της ανεργίας μετά το τέλος της πανδημίας; Εχει τις βάσεις και τα «εργαλεία» η ελληνική οικονομία για να ανακάμψει;

Είναι φυσικό όλοι να ανησυχούμε για την επόμενη μέρα μιας πρωτοφανούς παγκόσμιας υγειονομικής κρίσης με σοβαρότατες επιπτώσεις στην οικονομία. Η ελληνική κυβέρνηση, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, με μια συντονισμένη πολιτική στο πλαίσιο της Ε.Ε., πέτυχε, με εφαρμογή μιας σειράς μέτρων, να διατηρηθούν οι θέσεις εργασίας και να μη διακόψει τη λειτουργία του σημαντικός αριθμός μεγάλων και μικρών επιχειρήσεων. Ο παραγωγικός ιστός της χώρας ενισχύθηκε και μεγάλο μέρος της απώλειας εισοδήματος αναπληρώθηκε. Για την επόμενη ημέρα έχουν ήδη αποφασιστεί η παράταση της δημοσιονομικής χαλάρωσης μέχρι και το 2022, η ρύθμιση του ιδιωτικού χρέους προς τις τράπεζες και το ελληνικό Δημόσιο και ένα μεγάλο αναπτυξιακό πρόγραμμα, το οποίο θα χρηματοδοτηθεί από το Ταμείο Ανάκαμψης. Ελπίζω και άλλα μέτρα να αποφασιστούν, ωστε να δοθεί χρόνος και ρευστότητα για την ανάκαμψη και τη μετάβαση στην ανάπτυξη, με συμμετοχή όσο το δυνατόν περισσότερων Ελλήνων από όλους τους τομείς της οικονομίας. Πιστεύω ότι η πολιτική αυτή, εξελισσόμενη στο πλαίσιο των συνθηκών που δημιουργούνται, θα επιτύχει τελικά τους στόχους της άμεσα και μεσοπρόθεσμα. Είμαι αισιόδοξος για την επόμενη μέρα. Η ελληνική οικονομία θα τα καταφέρει και, από κοινού με τις μεταρρυθμίσεις που εφαρμόζονται, θα ανοίξει τον δρόμο για μια δυναμική ανάπτυξη.

Πώς κρίνετε το προσχέδιο του ευρωπαϊκού Συμφώνου για τη Μετανάστευση και το Ασυλο;

Σίγουρα δεν βοηθά τις χώρες πρώτης υποδοχής, ανάμεσά τους και την Ελλάδα. Εκτιμώ ότι δεν ανταποκρίνεται στα σημερινά και τα μελλοντικά δεδομένα της μετανάστευσης, που για πολλά χρόνια θα είναι στην προτεραιότητα της παγκόσμιας ατζέντας, αφού οι λόγοι που την προκαλούν όχι μόνο δεν εκλείπουν, αλλά αυξάνουν. Την επομένη του CΟVID, η Ευρώπη θα είναι και πάλι επιθυμητός προορισμός ασφάλειας για μεγάλο αριθμό μεταναστών, κυρίως από την Αφρική, η οποία θα συνεχίζει να δοκιμάζεται από την πανδημία, δεδομένου και του πολύ μικρού ποσοστού εμβολιασθέντων. Μεγάλη η ευθύνη, αυτόν τον καιρό, του «πολιτισμένου» κόσμου απέναντι στις φτωχές χώρες της Αφρικής και της Ασίας μπροστά στην απειλή του CΟVID-19.

Βλέπετε στον ορίζοντα εκλογές;

Η κυβέρνηση είναι σταθερή και η πολιτική της επικροτείται από την κοινωνία. Δεν τίθεται, λοιπόν, θέμα εκλογών.