ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, κόμμα Τσίπρα και Πλεύση Ελευθερίας αυτοπροσδιορίζονται ως κεντροαριστερά και ως… προοδευτικοί και αναζητούν τρόπους ώστε πριν ή μετά τις επόμενες εκλογές να καταστεί εφικτή μια συγκυβέρνηση αγνοώντας ή παραβλέποντας μια σημαντική παράμετρο της εκλογικής νομοθεσίας

Ποια είναι αυτή; Ότι για να πάρει ένα κόμμα το εκλογικό μπόνους, όπως λέγεται, των επιπλέον εδρών πρέπει να πιάσει το 25%. Και σε αυτήν την περίπτωση όμως οι έδρες δίνονται κλιμακωτά μέχρι το κόμμα να φτάσει περίπου το 40% για να πάρει το σύνολο των 50 εδρών.

Αυτό είναι η μια παράμετρος, αν και βασική. Η άλλη είναι ότι όλα αυτά τα κόμματα και οι πολιτικοί αρχηγοί τους πρέπει να… συμπλεύσουν σε ένα κοινό πρόγραμμα και όχι σε μια λογική «να φύγει ο Μητσοτάκης και βλέπουμε» προκειμένου να πειστούν και οι πολίτες ότι υπάρχει μια εναλλακτική λύση που δεν έχει σχέση με την πολιτική επιβίωση του καθενός εξ αυτών.

Το ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη δηλώνει αυτόνομη πορεία, αλλά αφήνει ανοιχτή την πόρτα μετέπειτα συνεργασιών και συμμαχιών αφού, όπως λέει ο αρχηγός του, θα είναι πρώτο κόμμα στις εκλογές έστω και με μία ψήφο. Τα στελέχη του τον τραβάνε από το μανίκι ώστε οι συνεργασίες να εκκινήσουν νωρίτερα και ν’ αποδεχθεί συνεργασία και με το υπό ίδρυση κόμμα του Αλέξη Τσίπρα.

Ο ίδιος βέβαια γνωρίζει πως κάτι τέτοιο θα σημάνει την αρχή του οριστικού τέλους του και θα προκαλέσει και αντιπαραθέσεις εσωκομματικές με στελέχη που ακούν Αλέξη Τσίπρα αλλά και ΣΥΡΙΖΑ και θυμούνται τι υπέστησαν από το 2010 και μετά. Υπάρχουν όμως και οι ψηφοφόροι που στέλνουν μηνύματα μέσω δημοσκοπήσεων αφού πολλοί εξ αυτών τάσσονται θετικά με κινήσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Ο ΣΥΡΙΖΑ τώρα ζει στον αστερισμό της επιστροφής του… μεσσία Αλέξη. Ακόμη και ο εκλεγμένος πρόεδρός του Σωκράτης Φάμελλος έχει ρίξει λευκή πετσέτα, ενώ παράλληλα τρέχει σε εκδηλώσεις που δύναται να ταυτιστούν με μια τάση συνεργασιών μεταξύ των κομμάτων της αντιπολίτευσης που κινούνται στον χώρο της Αριστεράς.

Το αν θα είναι στην επόμενη Βουλή αυτό το κόμμα είναι κάτι σχετικό. Εν τούτοις με τα σημερινά δεδομένα υπολογίζεται σε ενδεχόμενες συνεργασίες ή θέλει να υπολογίζεται και για αυτό εγείρει με κάθε ευκαιρία το θέμα.

Ο Αλέξης Τσίπρας προς το παρόν πουλάει το βιβλίο του. Θεωρείται δεδομένη η δημιουργία νέου κόμματος αν και κανείς δεν ξέρει τι θα είναι αυτό και ποιοι θα μετέχουν. Η τάση προς το κέντρο δείχνει να τον έλκει αφού και ο ίδιος θεωρεί ότι υπάρχει κενό. Κενό που έχει μείνει από την αριστερή στροφή του Νίκου Ανδρουλάκη και του ΠΑΣΟΚ.

Σε κάθε περίπτωση, τα περί δημοκρατικού καπιταλισμού ενδεχομένως επανέλθουν στο προσκήνιο μέσα από τις παρουσιάσεις του βιβλίου του ανά τη χώρα. Ενός βιβλίου όμως που ήδη συναντά αντιδράσεις τόσο από στελέχη νυν και πρώην του ΣΥΡΙΖΑ όσο και από πολίτες όπως αυτή που είδαμε από όσους έζησαν τη φρίκη της τραγωδίας στο Μάτι.

Σε ό,τι αφορά την Πλεύση Ελευθερίας, η στάση της Ζωής Κωνσταντοπούλου θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες. Πρώτα απ’ όλα από τα ποσοστά που θα λάβει και αμέσως μετά από την παρουσία του Αλέξη Τσίπρα. Είναι δύσκολο για την πρόεδρο του κόμματος ν’ αποδεχθεί μια συνύπαρξη με τον πρώην πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ και το έχει δηλώσει σε όλους τους τόνους, αν και τελευταία αποφεύγει να ασχοληθεί ακόμη και να σχολιάσει σχετικά με το βιβλίο προκαλώντας κάποια ερωτήματα.

Αυτά είναι τα κόμματα –και τα εν δυνάμει– της (κεντρο)αριστεράς. Τη Νέα Αριστερά δεν την υπολογίζουμε γιατί σύντομα ενδεχομένως να γίνουμε μάρτυρες της διάσπασης του… ατόμου στην πολιτική ζωή. Το κόμμα που δεν εξελέγη στις εκλογές και συστάθηκε από βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που έφυγαν ελέω Κασσελάκη αλλά δεν γύρισαν μετά την απομάκρυνσή του, είναι ένα βήμα προς την έξοδο από την υφιστάμενη Βουλή αφού αν χάσει 3 βουλευτές σταματά να υφίσταται.

Τώρα γιατί το συνθετικό Κέντρο είναι σε παρένθεση. Διότι κανένα από τα παραπάνω κόμματα δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ανήκει στο κέντρο. Ούτε το ΠΑΣΟΚ που υπό την ηγεσία του Νίκου Ανδρουλάκη έχει κλίνει προς τα αριστερά σε σημείο να θυμίζει τον παλιό «καλό» ΣΥΡΙΖΑ, ούτε φυσικά μπορεί να θεωρήσει κανείς ότι ο Αλέξης Τσίπρας έγινε μέσα σε δύο χρόνια κεντρώος πολιτικός. Το αντίθετο θα έλεγε κανείς, με την πρώτη κριτική που δέχεται βγαίνει ο παλιός του εαυτός και δείχνει ότι το rebranding απλά δεν πέτυχε.

Η ουσία είναι ότι αυτά τα κόμματα κινούνται σε έναν χώρο –άντε να προσθέσουμε και αυτό του Γιάνη Βαρουφάκη– που θα πρέπει να συνεργαστούν και ως δήθεν προοδευτικοί να κυβερνήσουν –αν ποτέ αυτό καταστεί εφικτό– τη χώρα. Όλα τα υπόλοιπα είναι περιττά…