Ο Ντόναλντ Τραμπ βρέθηκε αναμφίβολα στο επίκεντρο της κατάπαυσης του πυρός στη Μέση Ανατολή, εμφανιζόμενος ως ο άνθρωπος που «έσωσε την κατάσταση» και ανέλαβε κεντρικό ρόλο ως ειρηνοποιός. Ωστόσο, όσο η προσοχή του κοινού επικεντρωνόταν στον πρόεδρο των ΗΠΑ, στο παρασκήνιο διαδραματιζόταν μια παράλληλη διπλωματική σκακιέρα – με τον Βλαντιμίρ Πούτιν να κινεί διακριτικά τα δικά του πιόνια.

Από την πρώτη στιγμή της στρατιωτικής σύγκρουσης Ισραήλ – Ιράν, ο Ρώσος πρόεδρος ανέλαβε συνεχείς επαφές με όλους τους βασικούς παράγοντες: τον Ντόναλντ Τραμπ, τον Μπενιαμίν Νετανιάχου και τον Ιρανό πρόεδρο Μασούντ Πεζέσκιαν.

Είχε επίσης συνομιλίες με τους ηγέτες της Κίνας, του Ιράκ και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, ενώ τη Δευτέρα συναντήθηκε διά ζώσης στη Μόσχα με τον υπουργό Εξωτερικών του Ιράν.

Η κινητοποίηση αυτή δεν ήταν τυχαία. Η Τεχεράνη αποτελεί καίριο στρατηγικό σύμμαχο της Ρωσίας, ειδικά μετά την ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ στη Συρία – μια εξέλιξη που έχει εντείνει τις ανησυχίες στο Κρεμλίνο.

Όπως δήλωσε πρόσφατα Ρώσος αξιωματούχος στο Sky News, ένα παρόμοιο σενάριο αλλαγής καθεστώτος στο Ιράν είναι για τη Μόσχα «αδιανόητο».

Ωστόσο, σύμφωνα με πολιτικούς αναλυτές, υπάρχει και μια δεύτερη διάσταση στις ρωσικές μεσολαβητικές προσπάθειες. Ο Πούτιν ενδέχεται να επιδίωξε όχι μόνο τη σταθερότητα στην περιοχή, αλλά και την ενίσχυση της δικής του διαπραγματευτικής θέσης στο ουκρανικό μέτωπο.

Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, η Μόσχα φέρεται να έπεισε το Ιράν να περιορίσει την αντίδρασή του στις αμερικανικές και ισραηλινές επιθέσεις σε ένα συμβολικό, εφάπαξ χτύπημα – εξυπηρετώντας έτσι τις επιδιώξεις του Τραμπ για αποκλιμάκωση. 

«Αντί να υποστηρίξει στρατιωτικά το Ιράν, η Ρωσία το έπεισε να υποχωρήσει», υποστηρίζεται στην ίδια ανάλυση.

Σε μια τέτοια περίπτωση, ο Πούτιν θα μπορούσε να προσδοκά ένα αντάλλαγμα: μια μεταστροφή της αμερικανικής στάσης στο ουκρανικό ζήτημα. Είτε μέσω απόσυρσης της στρατιωτικής βοήθειας των ΗΠΑ προς το Κίεβο, είτε μέσω ενός πιεστικού διαλόγου για ειρηνευτική συμφωνία ευνοϊκή προς τη Μόσχα.

Το επιχείρημα αυτό ενισχύεται από τη διαχρονική στάση της Μόσχας, η οποία προσφέρει διαρκώς τις «καλές της υπηρεσίες» ως μεσάζων στις πυρηνικές συνομιλίες ΗΠΑ – Ιράν. Όπως εκτιμούν δυτικοί αναλυτές, η ρωσική διπλωματία λειτουργεί ανταποδοτικά: διευκολύνει μια λύση που ωφελεί τον συνομιλητή, με την προσδοκία ότι θα εισπράξει πολιτικό αντίκρισμα.