Πλειοδοσία άκρατου εθνικισμού και ανθελληνισμού επικρατεί στην Τουρκία, μετά από την υποβολή του χάρτη για τον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό από την Ελλάδα στην ΕΕ.

Στο εθνικο-ισλαμιστικό παραλήρημα πρωτοστατεί το κεμαλικό Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP), το κόμμα του φυλακισμένου δημάρχου της Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου, το οποίο χαρακτηρίζει τη νόμιμη κίνηση της πατρίδας μας ως «πράξη πολέμου».

Αν γείτονάς μας δεν ήταν η Τουρκία αλλά μια οποιαδήποτε ευρωπαϊκή χώρα, για τη διαφορά μας στο Αιγαίο η προσφυγή στο Δικαστήριο της Χάγης θα ήταν μονόδρομος... Ομως επειδή είμαστε «αιχμάλωτοι της γεωγραφίας» –για να θυμηθούμε ένα από τα πιο ενδιαφέροντα βιβλία γεωπολιτικής, αυτό του Τιμ Μάρσαλ– η Χάγη, δυστυχώς, δεν είναι μονόδρομος!

Η Τουρκία λειτουργεί ως κράτος-τρομοκράτης που, κατά παράβαση κάθε έννοιας δικαίου, δηλώνει απροκάλυπτα –διά στόματος Ερντογάν– ότι «δεν είμαστε μόνο κάτοικοι, αλλά και οι ιδιοκτήτες της γεωγραφίας» αυτής της περιοχής!

Έτσι, η νόμιμη ενέργεια της πατρίδας μας θα μπορούσε να λειτουργήσει είτε ως καταλύτης έντασης είτε ως αφορμή για προσφυγή στη Χάγη, εφόσον, βέβαια, συνοδευτεί από διπλωματική πίεση και διαπραγμάτευση για κοινό συνυποσχετικό. Αυτό το τελευταίο είναι και η λυδία λίθος για τη λύση της μιας και μοναδικής διαφοράς Ελλάδας-Τουρκίας.

Η Ελλάδα θέλει το συνυποσχετικό για την προσφυγή στη Χάγη μόνο για καθορισμό ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας, ενώ η Τουρκία θέλει να εντάξει και άλλα ζητήματα, κάτι που η Ελλάδα απορρίπτει.

Πόσο εφικτό, όμως, είναι ο Ερντογάν να πιεστεί διπλωματικά, για να μπορέσει η Χάγη να γίνει μονόδρομος; ΗΠΑ και ΕΕ μπορούν να παίξουν στο θέμα αυτό καθοριστικό ρόλο. Με την ΕΕ είναι θετικό ότι το Διεθνές Δίκαιο για τη Θάλασσα είναι μέρος του κοινοτικού κεκτημένου κι ως εκ τούτου η Ελλάδα, ως κράτος-μέλος της, έχει δικαίωμα σε θαλάσσιες ζώνες και μπορεί να ασκήσει πολιτική πίεση στην Τουρκία ζητώντας αποδοχή του Διεθνούς Δικαίου. Αλλά επειδή ο Ερντογάν καταλαβαίνει μόνο όταν η πίεση έχει κάποιο ισχυρό διακύβευμα, αυτό που θα μπορούσε να κάμψει τις αντιρρήσεις του θα ήταν το παζάρι γύρω από τα ευρωπαϊκά χρηματοδοτικά εργαλεία ή η άσκηση βέτο στην τελωνειακή ένωση ΕΕ-Τουρκίας.

Οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως «εγγυητής ισορροπίας», με δεδομένο μάλιστα ότι ενδιαφέρονται για τη σταθερότητα στη ΝΑ Μεσόγειο, ιδιαίτερα εν μέσω των κρίσεων μεταξύ Ρωσίας-Ουκρανίας από τη μια και Ισραήλ-Ιράν από την άλλη. Είναι βέβαιο –όσο μπορεί να είναι κάποιος με έναν απρόβλεπτο ηγέτη όπως ο Τραμπ– ότι θα αποφύγουν να πάρουν θέση επί της ουσίας στην οριοθέτηση, αλλά θα ενθαρρύνουν την προσφυγή στη Χάγη.

Ταυτόχρονα, για να μην υπάρξουν απρόβλεπτες εξελίξεις από κάποιο θερμό επεισόδιο, θα πιέσουν την Τουρκία να απέχει από προκλητικές ενέργειες. Στην περίπτωση που η διπλωματία κολλήσει, οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να αναλάβουν και ρόλο διαμεσολαβητή, όπως είχαν κάνει στις ελληνοτουρκικές εντάσεις του 1987 και του 1996. Δυνητικά, οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να επιβλέπουν την «πειθάρχηση» των δύο πλευρών στην όποια απόφαση την οποία θα στήριζε πολιτικά η ΕΕ.

Αναφορικά με τον άλλο στρατηγικό παίκτη στην περιοχή, το Ισραήλ, μπορεί να σοβεί η αντιπαράθεσή του με την Τουρκία, αλλά η εμπλοκή του στην ελληνοτουρκική διαμάχη δεν μπορεί να είναι άμεση... Μπορεί όμως να είναι έμμεση και κρίσιμη ασκώντας επιρροή στην Ουάσιγκτον υπέρ της σταθερότητας στην περιοχή και κατά της τουρκικών θέσεων. Επίσης, το Ισραήλ θα αποφύγει να παρέμβει σε μονομερείς επιθετικές τουρκικές ενέργειες, εκτός αν θεωρήσει ότι διακυβεύονται δικά του ζωτικά συμφέροντα.

Η Ελλάδα δεν είναι απομονωμένη. Είναι μέλος της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Επιπλέον, έχει αναπτύξει στρατηγικές σχέσεις με χώρες όπως οι ΗΠΑ, Γαλλία, Ισραήλ και Αίγυπτος. Και έχει κάθε λόγο να αξιοποιήσει τις συμμαχίες της, όχι μόνο στρατιωτικά αλλά και πολιτικοδιπλωματικά...

Οφείλει, όμως, να είναι αυτάρκης στην άμυνά της και να στηρίζεται στις δικές της δυνάμεις. Η στρατηγική της ισχύος βρίσκεται στην ισορροπία: ισχυρή άμυνα και έξυπνη αξιοποίηση των συμμαχιών. Αυτός είναι ο ρεαλιστικός και αποτελεσματικός δρόμος σε μια γειτονιά με έναν ταραχοποιό γείτονα.