Το ναυάγιο ανοιχτά της Πύλου μάς φέρνει ξανά αντιμέτωπους με το ζήτημα της διαχείρισης των μεταναστευτικών και προσφυγικών ροών. Μετά από σχετική ενημέρωση της Frontex σε Ελλάδα και Ιταλία, οι αρμόδιες ελληνικές αρχές προέβησαν σε αρκετές διαδοχικές τηλεφωνικές κλήσεις προς το πλοίο για να προσφέρουν βοήθεια, λαμβάνοντας ωστόσο αρνητική απάντηση. Υπό το πρίσμα αυτό, η ελληνική πολιτεία έπραξε όλα τα νομίμως προβλεπόμενα. Από εκεί και πέρα, η διαπίστωση των συνθηκών και των αιτίων της μοιραίας ανατροπής και βύθισης του αλιευτικού σκάφους, με συνέπεια την τραγική απώλεια πολυάριθμων συνανθρώπων μας, και η τυχόν απόδοση ευθυνών επαφίεται στα αρμόδια εντός ενός κράτους δικαίου όργανα.

Υπήρχε δυνατότητα να αποφευχθεί η τραγωδία; Σύμφωνα με το άρθρο 110 της UNCLOS (Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας), πολεμικό πλοίο που συναντά στην ανοικτή θάλασσα ξένο πλοίο που επιδίδεται σε δουλεμπόριο έχει δικαίωμα νηοψίας επ’ αυτού. Αυτή, ωστόσο, η νομική δυνατότητα κρίνεται πάντα επί του πεδίου, λαμβάνοντας υπόψη τα επιχειρησιακά δεδομένα και τις πιθανότητες επιτυχούς έκβασης μιας τέτοιας επιχείρησης. Με άλλα λόγια, η αποστολή πολεμικών πλοίων θα μπορούσε ενδεχομένως να είχε αποτρέψει την τραγωδία αυτήν, θα μπορούσε όμως να οδηγήσει και στα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα, αυξάνοντας ακόμα περισσότερο τον αριθμό των νεκρών και αγνοουμένων. Το γεγονός αυτό καταδεικνύει τη συνθετότητα του προσφυγικού και μεταναστευτικού ζητήματος, επιβεβαιώνοντας ότι στα διαρκώς ανακύπτοντα ζητήματα δεν χωρούν απλοϊκές εξηγήσεις και εύκολες λύσεις.

Το τραγικό ναυάγιο μάς συνδέει με τη μεγάλη εικόνα που είναι η ευρωπαϊκή πολιτική μετανάστευσης και ασύλου. Η ΕΕ συνεχίζει να μεταφέρει το βάρος της διαχείρισης των ροών στις χώρες πρώτης υποδοχής του μεσογειακού Νότου (Δουβλίνο), καθώς και σε τρίτες χώρες εκτός ευρωπαϊκής επικράτειας (Ευρωτουρκική Συμφωνία). Μπροστά σε όλα αυτά η ΕΕ είναι αντιμέτωπη με μία επιλογή: είτε θα οδηγηθεί σε ένα (εκ νέου) αδιέξοδο, υποκύπτοντας σε ιδεολογικοπολιτικές εμμονές και ιδεοληψίες, είτε θα αναζητήσει εποικοδομητικές και κοινές λύσεις με βάση το τρίπτυχο: διαχείριση συνόρων - επιμερισμός ευθύνης - σεβασμός ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Περισσότερο από ποτέ απαιτείται η λήψη μιας σειράς βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων μέτρων για την αποτελεσματικότερη διαχείριση των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών πάνω στη βάση των δύο αλληλένδετων αρχών της ευθύνης και της αλληλεγγύης, όπως είναι: 1) η αναθεώρηση των προβλέψεων για εξέταση των αιτημάτων ασύλου από τη χώρα πρώτης εισόδου (Κανονισμός Δουβλίνο), υπέρ ενός συστήματος κεντρικής διαχείρισης των αιτήσεων που κατατίθενται ανά την Ευρώπη, υπό την επιμέλεια μιας ισχυρής Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Ασύλου, με στοιχεία από το ΑΕΠ, το ποσοστό ανεργίας, τον αριθμό κατοίκων, το ποσοστό αιτούντων άσυλο που ήδη κατοικούν εκεί και το μέγεθος της επικράτειας, 2) η θέσπιση Ευρωπαϊκού Ασύλου ώστε οι αλλοδαποί να ζητούν άσυλο από την Ε.Ε. συνολικά και να κατανέμονται αναλογικά στα κράτη μέλη, 3) η καθιέρωση μηχανισμού υποχρεωτικής ανακατανομής στο εσωτερικό της Ε.Ε. τόσο αναγνωρισμένων προσφύγων όσο και αιτούντων άσυλο με δίκαιο και αναλογικό τρόπο, 4) η ενίσχυση της Frontex και η μετεξέλιξή της σε ένα κοινό λιμενικό σύστημα, σε μία ευρωπαϊκή υπηρεσία προστασίας των συνόρων για την εξάρθρωση των δικτύων λαθρομετανάστευσης και την καταπολέμηση της διακίνησης ανθρώπων.

Το ανθρωπιστικό πνεύμα και η αλληλεγγύη που επέδειξαν οι χώρες της Ε.Ε. πέρυσι προς τους πρόσφυγες από την Ουκρανία δείχνουν ξεκάθαρα τη δυνατότητα που έχει η Ευρώπη (όταν θέλει) να υποδεχτεί και να προστατεύσει τους βίαια εκτοπισμένους ανθρώπους με οργανωμένο, δίκαιο και αποτελεσματικό τρόπο. Η κατεύθυνση είναι πλέον γνωστή. Απαιτούνται, ωστόσο, τολμηρές ριζοσπαστικές κινήσεις που να στέκονται στο ύψος των περιστάσεων. Μένει να φανεί εάν η εμπειρία και η πολιτική δέσμευση θα μεταφραστούν σε άμεση και έμπρακτη δράση.

* Διεθνολόγος, Ειδικός Εμπειρογνώμονας Μετανάστευσης Ασύλου ΕΕ (2017-2019)