Μια σημαντική απόφαση έλαβαν οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πρόσφατο Συμβούλιο ECOFIN, εγκρίνοντας την κατάργηση της απαλλαγής από δασμούς για δέματα αξίας κάτω των 150 ευρώ που εισάγονται από τρίτες χώρες. Η κίνηση αυτή σηματοδοτεί το τέλος μιας μακροχρόνιας εξαίρεσης που ευνοούσε κυρίως το ηλεκτρονικό εμπόριο φθηνών προϊόντων από την Ασία, μέσω δημοφιλών πλατφορμών όπως το Temu και το Shein.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση στοχεύει να εφαρμόσει το νέο καθεστώς από το πρώτο τρίμηνο του 2026, νωρίτερα από το αρχικά προγραμματισμένο χρονοδιάγραμμα (μέσα του 2028). Η επιτάχυνση της εφαρμογής θα γίνει μέσω ενός μεταβατικού συστήματος, το οποίο αναμένεται να εγκριθεί στην επόμενη συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της ΕΕ, στις 12 Δεκεμβρίου.
Αντιμετώπιση στρεβλώσεων και φοροδιαφυγής
Το μέτρο έρχεται ως απάντηση στη ραγδαία αύξηση των μικροδεμάτων που εισάγονται από την Κίνα και άλλες τρίτες χώρες. Σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εκατοντάδες εκατομμύρια δέματα αξίας κάτω των 150 ευρώ εισέρχονται ετησίως στην ευρωπαϊκή αγορά χωρίς να καταβάλλουν δασμούς ή ΦΠΑ, δημιουργώντας σοβαρές στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό και απώλειες εσόδων για τα κράτη μέλη.
Επιπλέον, πολλές από τις παραγγελίες αυτές χαρακτηρίζονται εσφαλμένα ως «χαμηλής αξίας» προκειμένου να αποφύγουν τον τελωνειακό έλεγχο, ενώ ένα μέρος των προϊόντων δεν συμμορφώνεται με τα ευρωπαϊκά πρότυπα ασφάλειας, υγείας και περιβαλλοντικής προστασίας. Με την κατάργηση της απαλλαγής, η ΕΕ επιχειρεί να δημιουργήσει ίσους όρους ανταγωνισμού μεταξύ ευρωπαίων και εξωευρωπαϊκών εμπόρων.
Παράλληλα, η ΕΕ σχεδιάζει να θεσπίσει τέλος διεκπεραίωσης για κάθε μικροδέμα που εισέρχεται από τρίτη χώρα, το οποίο θα επιβαρύνει είτε τον αποστολέα είτε τον παραλήπτη. Αν και το ύψος του τέλους δεν έχει ακόμη οριστικοποιηθεί, η πρόταση της Κομισιόν που κατατέθηκε τον Μάιο προβλέπει χρέωση δύο ευρώ ανά δέμα. Το μέτρο αυτό αναμένεται να τεθεί σε εφαρμογή προς τα τέλη του 2026, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης μεταρρύθμισης της τελωνειακής ένωσης.
Στόχος είναι η ενίσχυση των τελωνειακών ελέγχων και η ψηφιοποίηση των διαδικασιών, ώστε να διαχειρίζεται αποτελεσματικά ο τεράστιος όγκος αποστολών που φτάνει καθημερινά στα ευρωπαϊκά σύνορα.
Τι σημαίνει για τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις
Για τους Ευρωπαίους καταναλωτές, η αλλαγή αυτή πιθανόν να οδηγήσει σε αύξηση του τελικού κόστους των προϊόντων που αγοράζονται από πλατφόρμες εκτός ΕΕ, καθώς θα προστεθούν οι δασμοί, ο ΦΠΑ και το τέλος διεκπεραίωσης. Παράλληλα, ενδέχεται να υπάρξουν καθυστερήσεις στις παραδόσεις λόγω των επιπλέον ελέγχων.
Αντίθετα, οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και ειδικά οι μικρομεσαίοι λιανοπωλητές, που μέχρι σήμερα αντιμετώπιζαν άνισο ανταγωνισμό από τις κινεζικές πλατφόρμες χαμηλού κόστους, αναμένεται να ωφεληθούν. Η εξίσωση των φορολογικών υποχρεώσεων θα συμβάλει στην ενίσχυση της εγχώριας αγοράς, προσφέροντας μια πιο ισότιμη βάση ανταγωνισμού.
Μια κίνηση με οικονομικό και γεωπολιτικό αποτύπωμα
Η απόφαση του ECOFIN εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο ενίσχυσης της ευρωπαϊκής αυτονομίας και προστασίας της εσωτερικής αγοράς από φαινόμενα αθέμιτου εμπορίου. Παράλληλα, στέλνει ένα μήνυμα προς τις μεγάλες ασιατικές πλατφόρμες ότι η ΕΕ σκοπεύει να ελέγξει αυστηρότερα την ποιότητα και τη φορολογική συμμόρφωση των εισαγόμενων προϊόντων.
Η κατάργηση της αφορολόγητης εισαγωγής μικροδεμάτων αποτελεί μια στρατηγική επιλογή ισορροπίας μεταξύ καταναλωτικής ελευθερίας και οικονομικής δικαιοσύνης. Αν και βραχυπρόθεσμα θα επηρεάσει τις διαδικτυακές αγορές, μακροπρόθεσμα ενισχύει τη διαφάνεια και την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής αγοράς. Το κρίσιμο ζητούμενο θα είναι η αποτελεσματική εφαρμογή του μέτρου, χωρίς να προκαλέσει υπερβολική γραφειοκρατία ή αύξηση του κόστους για τους πολίτες. Αν η ΕΕ καταφέρει να ισορροπήσει ανάμεσα στην προστασία του καταναλωτή και τη δίκαιη φορολόγηση, τότε το νέο πλαίσιο μπορεί να αποτελέσει ένα σημαντικό βήμα προς μια πιο βιώσιμη και ισότιμη ευρωπαϊκή οικονομία.
- Ο Χρήστος Κουπελίδης είναι Οικονομολόγος & Σύμβουλος Στρατηγικής Ανάπτυξης