Στόχος της σκευωρίας της Novartis ήταν η πολιτική εξόντωση πολιτικών προσώπων, τα οποία εχθρεύονταν συγκεκριμένοι πολιτικοί κύκλοι και όχι η εξυγίανση στο χώρο των φαρμακευτικών, είπε εμμέσως πλην σαφώς στην απολογία του ο ένας από τους δύο κατηγορούμενους στη δίκη των προστατευόμενων μαρτύρων της Novartis.

Ο πρώην μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος με την κωδική ονομασία «Μάξιμος Σαράφης», Φιλίστωρ Δεστεμπασίδης, έκανε λόγο για μαύρο ταμείο που διέθετε η μητρική εταιρεία Novartis, το οποίο μάλιστα αποκάλεσε «Άγιο Δισκοπότηρο», και το οποίο προοριζόταν για γιατρούς, κρατικούς αξιωματούχους, υγειονομικές αρχές και πολιτικούς.

«Η εταιρεία ήταν εξοικειωμένη στη διαφθορά» είπε χαρακτηριστικά ο Δεστεμπασίδης και συμπλήρωσε ότι ο ίδιος παρέδωσε το 2017-2018 λίστα με 4.000 ονόματα και αντίστοιχους τραπεζικούς λογαριασμούς γιατρών, που κατά τον ίδιο λαδώθηκαν από τον φαρμακευτικό κολοσσό, χωρίς όμως κανείς εξ αυτών να καταδικαστεί.

Μάλιστα οι περισσότερες δικογραφίες από όσες σχηματίστηκαν, οδηγήθηκαν στον κάλαθο των αχρήστων, καθώς τα αδικήματα όσων έφτασαν στη Δικαιοσύνη, παραγράφηκαν. 

«Στους γιατρούς τα πράγματα ήταν πιο εύκολα γιατί τα χρήματα πήγαιναν απευθείας σε τραπεζικούς τους λογαριασμούς. Θα σας παραδώσω αρχεία με ΙΒΑΝ και ονόματα γιατρών. Έδωσα στοιχεία στην Εισαγγελία Διαφθοράς για 4.000 γιατρούς και μέχρι σήμερα δεν υπάρχει καμία καταδικαστική απόφαση. Στη μεγαλύτερη πλειοψηφία τους τα αδικήματα παραγράφηκαν. Μου κάνει αλγεινή εντύπωση που δεν υπάρχει καταδίκη, τη στιγμή μάλιστα που στις δίκες υπήρχε υποστήριξη κατηγορίας από δικηγόρους του ΕΟΠΥΥ για να πιστοποιεί ότι ζημιώθηκε το Δημόσιο», ανέφερε μεταξύ άλλων στην απολογία του ο Δεστεμπασίδης.

Κοινώς, ουδείς σοβαρά τα ήλεγξε ή είχε σκοπό το σπάσιμο του «αποστήματος» που λυμαίνονταν τον χώρο της υγείας. Αντίθετα, όλο το βάρος του υποτιθέμενου σκανδάλου έπεσε πάνω σε δέκα πολιτικούς, για τους οποίους δεν υπήρξε καμία ευθεία απόδειξη ότι τα πήραν, παρά μόνο οι καταθέσεις ΔΥΟ προσώπων – του Φιλίστορα Δεστεμπασίδη και της Μαρίας Μαραγγέληπου έλεγαν ότι άλλο πρόσωπο, τρίτο σε αυτούς (Κ. Φρουζής), τους εκμυστηρεύθηκε ότι λάδωσε τους πολιτικούς. 

Σε αυτήν την περίπτωση, λοιπόν, παρά τα ισχνά έως ανύπαρκτα στοιχεία, η Δικαιοσύνη, διά της Εισαγγελίας Διαφθοράς, επέδειξε ιδιαίτερο ζήλο. Σχημάτισε δέκα ξεχωριστές δικογραφίες, για δέκα πολιτικούς που υποτίθεται ότι δωροδοκήθηκαν από τον Φρουζή, τους έδωσε βορά στα αρπακτικά της σπέκουλας και τους άφησε μόνους να διάγουν προσωπικό δικαστικό αγώνα για να δικαιωθούν.

Για τον Δεστεμπασίδη, μάλιστα, η λοιδορία και ο πόλεμος λάσπης που υπέστησαν αθώοι άνθρωποι ήταν απλώς… μια «χιονοστιβάδα εξελίξεων». «Δεν είχα καμία πρόθεση να γίνουν όλα αυτά», είπε απολογούμενος, αλλά και τα έκανε και τα είπε.

«Δεν ήρθε κανένας να με πιάσει και να μου πει έλα εδώ θα κάνουμε μια συμμορία και εσύ θα είσαι το πρόθυμο πιστόλι, όπως είπαν. Ποτέ κανένας δεν διόρθωσε καμία κατάθεση, ήμουν ένας ποταμός», τόνισε ο κατηγορούμενος ψευδομάρτυρας, που όμως αν γύριζε τον χρόνο πίσω δεν θα το ξαναέκανε και δεν θα έλεγε τα ίδια.

«Με καμία κυβέρνηση, δεν θα το ξανάκανα» είπε μετ’ επιτάσεως.

Αλήθεια, όμως, αφού δεν είχε δόλο και αφού δεν είπε ψέματα, παρά μόνο όσα γνώριζε, γιατί δεν θα το ξαναέκανε;, διερωτάται ο κοινός νους. Άλλωστε, το περιγράφει πολύ σοφά η λαϊκή ρήση: Καθαρός ουρανός, αστραπές δεν φοβάται… Ή μήπως όχι;