Η Αριστερά στην Ελλάδα έχει το ταλέντο να αυτοκαταστρέφεται με περισσότερη συνέπεια απ’ ό,τι να κυβερνά. Μετά από μήνες διασπάσεων, μνησίκακων δηλώσεων και μικροηγεμονισμών, ΣΥΡΙΖΑ και Νέα Αριστερά ανακάλυψαν ξαφνικά ότι ο δρόμος της μοναξιάς οδηγεί κατευθείαν στο πολιτικό περιθώριο.
Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις είναι αμείλικτες: η Νέα Αριστερά κινείται εκτός Βουλής, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ τρέμει πάνω από το ψυχολογικό όριο του 3%, λες και παίζει σε τοπικό πρωτάθλημα και όχι στον χάρτη της κεντρικής πολιτικής σκηνής.
Ο Αλέξης Χαρίτσης, με το ύφος ανθρώπου που μόλις ανακάλυψε την πυρίτιδα, δηλώνει ότι «δεν θα πει όχι» σε μια συζήτηση για κοινή κάθοδο. Σαν να υπήρχε ποτέ πολυτέλεια για «όχι». Αντίστοιχα, στην Κουμουνδούρου μιλούν για «ενότητα» λες και το είχαν πρώτο μέλημα τα τελευταία χρόνια, όταν κάθε εσωκομματική σύσκεψη έμοιαζε με οικογενειακό καυγά για το ποιος θα πάρει το κληρονομικό δυάρι.
Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο είναι το φάντασμα του Αλέξη Τσίπρα, που παραμένει βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ αλλά φλερτάρει με την ιδέα νέου κόμματος. Έτσι, η Αριστερά καλείται να διαλέξει: θα χωρέσει όλους τους «πρώην» κάτω από την ίδια στέγη ή θα συνεχίσει να παράγει πολιτικά παρακλάδια πιο γρήγορα κι από μανιτάρια μετά τη βροχή;
Η πραγματικότητα είναι σκληρή: χωρίς επανένωση, οι μεν θα εξαφανιστούν, οι δε θα συρρικνωθούν σε μια θλιβερή παρένθεση του παρελθόντος. Η «μεγάλη επιστροφή» μοιάζει περισσότερο με υποχρεωτική συγκατοίκηση δύο αποτυχημένων συγκάτοικων που τσακώνονται για το ποιος θα πληρώσει το ρεύμα. Κι όμως, είναι μονόδρομος: ή θα ξανασμίξουν τα αηδόνια, έστω και παράφωνα, ή θα σιγήσουν οριστικά από την πολιτική σκηνή.