Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, παρέδωσε στον πρόεδρο της Βουλής, Κώστα Τασούλα, τον κρατικό προϋπολογισμό για το 2024 με όλα τα οικονομικά στοιχεία του κράτους.   

Όπως ανακοίνωσε ο κ. Τασούλας η συζήτηση του στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής θα ξεκινήσει στις 23, 24 και 27 Νοεμβρίου με διπλή συνεδρίαση. Στην Ολομέλεια της Βουλής θα εισαχθεί προς συζήτηση την 13η Δεκεμβρίου, θα ολοκληρωθεί σε πέντε συνεδριάσεις στις 17 Δεκεμβρίου τα μεσάνυχτα και αμέσως μετά θα διεξαχθεί η φανερή ονομαστική ψηφοφορία.

Κυρίαρχο στοιχείο του νέου προϋπολογισμού είναι η πρόβλεψη για αυξήσεις στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων μετά από 14 χρόνια, μία αύξηση που κατά μέσο όρο θα είναι 1.476 ευρώ σε ετήσια βάση. 

Αυξήσεις στις αποδοχές τους δουν επίσης και οι συνταξιούχοι κατά περίπου 3,05%, ενώ μισθωτοί και συνταξιούχοι με παιδιά θα έχουν μεγαλύτερη έκπτωση φόρου λόγω αύξησης του αφορολογήτου ορίου κατά 1.000 ευρώ που μεταφράζεται με αύξηση των καθαρών αποδοχών. 

Στο περιεχόμενο του νέου προϋπολογισμού θα συμπεριληφθεί το κονδύλι ύψους 352 εκατ. ευρώ που αφορά το «επίδομα κοινωνικής αλληλεγγύης» για τα ευάλωτα νοικοκυριά που ανακοινώθηκε την περασμένη Πέμπτη και θα χορηγηθεί τον Δεκέμβριο σε 2,3 εκατ. ενώ οι δαπάνες του προϋπολογισμού σε ευαίσθητους τομείς, όπως η υγεία και η παιδεία, θα ενισχυθούν από τα έσοδα που προβλέπονται από τα νέα μέτρα για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. 

Στους κερδισμένους και οι ιδιοκτήτες ακινήτων που έχουν ασφαλίσει τις κατοικίες τους από φυσικές καταστροφές θα κερδίσουν έκπτωση 10% στον λογαριασμό του ΕΝΦΙΑ. 

Ο προϋπολογισμός του 2024, ενσωματώνει μόνιμες φοροελαφρύνσεις και εισοδηματικές ενισχύσεις ύψους 1,6 δισ. ευρώ για πάνω από 3 εκατ. νοικοκυριά ενώ η πρόβλεψη περί πρωτογενούς πλεονάσματος διαμορφώνεται στο 2,1% του ΑΕΠ έναντι 1,1% στον προϋπολογισμό του 2023.

Οι παρεμβάσεις για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής 

Με γνώμονα την κοινωνική δικαιοσύνη και τη διασφάλιση της δίκαιης κατανομής των φορολογικών βαρών μεταξύ των φορολογουμένων, με απώτερο στόχο τη μείωση αυτών και την ενίσχυση της κοινωνικής πολιτικής, θεσμοθετούνται πολυεπίπεδες παρεμβάσεις για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, όπως αναφέρεται στην εισηγητική έκθεση: 

Αυτές περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων: 

- την ολοκλήρωση της διασύνδεσης των ταμειακών μηχανών με τα POS και την επέκταση της υποχρέωσης κατοχής συστήματος ηλεκτρονικών πληρωμών στους υπόλοιπους κλάδους της λιανικής αγοράς, 

- τον περιορισμό της χρήσης μετρητών με καθιέρωση της αγοραπωλησίας ακινήτων αποκλειστικά με χρήση τραπεζικών μέσων, την πληρωμή των προνοιακών επιδομάτων μέσω χρεωστικών καρτών και την αύξηση των προστίμων για αγορές άνω των 500 ευρώ με μετρητά, 

- τη θέσπιση υποχρεωτικής ηλεκτρονικής διαβίβασης των λογιστικών αρχείων στην ΑΑΔΕ (myData). Στο πλαίσιο αυτό, δαπάνες προς έκπτωση δεν λαμβάνονται υπόψη εάν τα παραστατικά στα οποία στηρίζονται δεν έχουν διαβιβασθεί ηλεκτρονικά, ενώ έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα δεν μπορεί να είναι μικρότερα από αυτά που έχουν διαβιβαστεί στην πλατφόρμα, 

- την ψηφιοποίηση των ελέγχων της φορολογικής αρχής με χρήση εργαλείων ανάλυσης δεδομένων και επιχειρησιακής νοημοσύνης, σε συνδυασμό με πληροφόρηση από πλήθος ηλεκτρονικών πηγών, 

- την πρόβλεψη χρηματικού μπόνους για τους πολίτες που κάνουν καταγγελίες για παραποιημένες ταμειακές μηχανές, οι οποίες καταλήγουν σε έλεγχο και επιβολή προστίμου, 

- την αυστηροποίηση των κυρώσεων για νοθεία, λαθρεμπόριο καυσίμων ή παρεμπόδιση του ελέγχου καθώς και την ενεργοποίηση του ψηφιακού δελτίου αποστολής και 

- τη μεταρρύθμιση της φορολογίας των ατομικών επιχειρήσεων, από την οποία αναμένεται να βεβαιωθούν πρόσθετα έσοδα της τάξης τουλάχιστον των 600 εκατ. ευρώ (ενώ προβλέπεται μείωση του τέλους επιτηδεύματος για τις ατομικές επιχειρήσεις με εκτιμώμενο κόστος 106 εκατ. ευρώ). Τα επιπλέον έσοδα αναμένεται να διατεθούν κυρίως για την ενίσχυση των δαπανών της υγείας και της παιδείας. Σημειώνεται ότι έχει προβλεφθεί αύξηση της επιχορήγησης προς τα νοσοκομεία κατά 481 εκατ. ευρώ το 2024 έναντι του 2023 (αύξηση 20%), ενώ η αύξηση στον τακτικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού ανέρχεται σε 255 εκατ. ευρώ. 

Μέτρα για τη στήριξη του εισοδήματος και τη μείωση των ανισοτήτων 

Με στόχο την τόνωση του διαθέσιμου εισοδήματος και η μείωση των ανισοτήτων ελήφθησαν μια σειρά από μέτρα, από το πρώτο εξάμηνο του 2023 και συνεχίζουν να υλοποιούνται. 

Συγκεκριμένα: 

- η αναμόρφωση του ειδικού μισθολογίου των ιατρών του ΕΣΥ με μεσοσταθμική αύξηση 10% και κόστος 92 εκατ. ευρώ για το 2023 και 65 εκατ. ευρώ για το 2024 και εφεξής, 

- η κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης στους δημοσίους υπαλλήλους με κόστος 202 εκατ. ευρώ ετησίως και στους συνταξιούχους με ετήσιο κόστος 274 εκατ. ευρώ, οι οποίες θεσπίστηκαν σε συνέχεια της μονιμοποίησης της κατάργησης της εισφοράς αλληλεγγύης στον ιδιωτικό τομέα, 

- η διευθέτηση μισθολογικών αιτημάτων των Ενόπλων Δυνάμεων με κόστος 58,5 εκατ. ευρώ ετησίως, 

- η κατάργηση της ειδικής εισφοράς 1% υπέρ του ΤΠΔΥ με ετήσιο κόστος 80 εκατ. ευρώ, 

- η καταβολή τον Μάρτιο 2023 εφάπαξ οικονομικής ενίσχυσης από 200 έως 300 ευρώ σε συνταξιούχους που δεν έλαβαν αύξηση στις συντάξεις τους το 2023 λόγω προσωπικής διαφοράς, με κόστος 280 εκατ. ευρώ, 

- η αύξηση της διάρκειας του επιδόματος μητρότητας σε εννέα μήνες για γυναίκες απασχολούμενες στον ιδιωτικό τομέα με κόστος 64 εκατ. ευρώ ετησίως και 

- η αύξηση των επιδομάτων αναπηρίας του ΟΠΕΚΑ και του ΕΦΚΑ κατά 8% από 1ης Μαΐου 2023 με κόστος 63 εκατ. ευρώ για το 2023 και 95 εκατ. ευρώ για το 2024 και εφεξής. 

Επιπλέον, τον Απρίλιο 2023 αυξήθηκε ο κατώτατος μισθός στα 780 ευρώ από το ποσό των 713 ευρώ. 

Μετά τις διπλές εκλογές του Μαΐου - Ιουνίου 2023, τον σχηματισμό κυβέρνησης τον Ιούνιο 2023 και τις προγραμματικές δηλώσεις, εξαγγέλθηκε πλέγμα παρεμβάσεων, που αφορούσε στο δεύτερο εξάμηνο του έτους 2023 και το 2024, για την τόνωση του διαθέσιμου εισοδήματος και τη μείωση των ανισοτήτων. Ειδικότερα, προβλέφθηκαν τα παρακάτω μέτρα: 

- αναμορφώνεται το μισθολόγιο του δημόσιου τομέα για την ενίσχυση των εισοδημάτων στον δημόσιο τομέα, τη στήριξη σε μεγαλύτερο βαθμό των χαμηλόμισθων δημοσίων υπαλλήλων, των οικογενειών με παιδιά και όσων κατέχουν θέση ευθύνης στο Δημόσιο (συνολικό δημοσιονομικό κόστος 25 εκατ. ευρώ για το 2023 και 931 εκατ. ευρώ για το 2024). Οι βασικές παρεμβάσεις αφορούν στην οριζόντια αύξηση κατά 70 ευρώ στον βασικό μισθό, στην αύξηση της οικογενειακής παροχής από 20 έως 50 ευρώ μηνιαίως, στην αύξηση των επιδομάτων θέσης ευθύνης κατά 30% και στην αύξηση του επιδόματος παραμεθορίου και ειδικών συνθηκών εργασίας στα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας. Παράλληλα, αυξάνεται το μισθολόγιο των μελών ΔΕΠ καθώς και τα έξοδα μετακίνησης και διανυκτέρευσης του πολιτικού και ένστολου προσωπικού, 

- θεσμοθετήθηκαν αυξήσεις με ετήσιο κόστος 7 εκατ. ευρώ για την αναπροσαρμογή των συντάξεων ειδικών κατηγοριών οι οποίες υπάγονται στη δικαιοδοσία του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών - ΓΛΚ. Λόγω της αναδρομικής ισχύος της ρύθμισης, ανάλογα με την κατηγορία των συνταξιούχων, το δημοσιονομικό κόστος εκτιμάται σε 5 εκατ. ευρώ για το 2023 και 56 εκατ. ευρώ το 2024, 

- θεσμοθετείται μόνιμη παροχή ύψους 150 ευρώ για την πραγματοποίηση αγορών από επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στους τομείς του πολιτισμού, του τουρισμού και των μεταφορών, στο πλαίσιο της οικονομικής ενίσχυσης περίπου 200.000 νέων ηλικίας 18 και 19 ετών (συνολικό δημοσιονομικό κόστος 31 εκατ. ευρώ για καθένα από τα έτη 2023 και 2024), 

- παρέχεται τον Δεκέμβριο 2023 έκτακτη ενίσχυση από 100 έως 200 ευρώ, με δημοσιονομικό κόστος 107 εκατ. ευρώ, για την οικονομική στήριξη περίπου 750.000 συνταξιούχων με συντάξεις έως 1.600 ευρώ που έχουν προσωπική διαφορά άνω των 10 ευρώ, 

- μονιμοποιείται η πλήρης απαλλαγή περίπου 200.000 πρώην δικαιούχων ΕΚΑΣ από τη συμμετοχή τους στη φαρμακευτική δαπάνη (δημοσιονομικό κόστος 38 εκατ. ευρώ κατ' έτος), 

- αυξάνεται από τον Δεκέμβριο 2023 κατά 8% το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα για την εισοδηματική ενίσχυση περίπου 225.000 ευάλωτων νοικοκυριών (δημοσιονομικό κόστος 4 εκατ. ευρώ για το 2023 και 43 εκατ. ευρώ για το 2024), 

- επεκτείνεται το επίδομα μητρότητας από το 2024 στους ελεύθερους επαγγελματίες και τους αγρότες στους εννέα μήνες, για την αντιμετώπιση της υπογεννητικότητας και τη στήριξη της οικογένειας, σε συνέχεια και της ήδη θεσμοθετημένης αύξησης σε εννέα μήνες για τους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα (δημοσιονομικό κόστος 40 εκατ. ευρώ για το 2024), 

- προβλέπεται ο διπλασιασμός του επιτυχημένου προγράμματος «Σπίτι Μου» με επιπλέον 375 εκατ. ευρώ υπό μορφή δανείων, για την αντιμετώπιση του ιδιαίτερα έντονου στεγαστικού προβλήματος, ιδίως των νέων ατόμων και τη στήριξη του οικογενειακού προγραμματισμού. Σημειώνεται ότι ο συνολικός προϋπολογισμός του προγράμματος ανήλθε στο 1 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 750 εκατ. ευρώ προέρχονται από τα ταμειακά διαθέσιμα της ΔΥΠΑ και το υπόλοιπο από τις τράπεζες, 

- αυξάνεται αναδρομικά από την 1η Ιουλίου 2023 το πτητικό επίδομα για τους πιλότους και τα πληρώματα των πυροσβεστικών αεροσκαφών, με δημοσιονομικό κόστος 700 χιλ. ευρώ ετησίως και 

- παρέχεται οικονομική στήριξη κατά τον μήνα Δεκέμβριο 2023 σε ευάλωτα νοικοκυριά, που περιλαμβάνει τους δικαιούχους του επιδόματος παιδιού του ΟΠΕΚΑ (μιάμιση μηνιαία δόση), τους δικαιούχους των αναπηρικών επιδομάτων του ΟΠΕΚΑ και του e-ΕΦΚΑ (200 ευρώ), τους δικαιούχους του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος (50% της μηνιαίας δόσης), χαμηλοσυνταξιούχους χωρίς προσωπική διαφορά με κύριες συντάξεις έως 700 ευρώ και ανασφάλιστους υπερήλικες (150 ευρώ). Το σύνολο των δικαιούχων εκτιμάται σε 2,3 εκατομμύρια, με δημοσιονομικό κόστος 352 εκατ. ευρώ.

Επιπλέον των ανωτέρω δημοσιονομικών μέτρων εφαρμόζονται οι ακόλουθες παρεμβάσεις στην αγορά εργασίας και στο συνταξιοδοτικό σύστημα: 

- από τον Ιανουάριο 2024 αίρεται το πάγωμα των τριετιών στους μισθωτούς, 

- καταργείται η μείωση 30% επί των συντάξεων για τους απασχολούμενους συνταξιούχους και αντικαθίσταται με εισφορά 10% επί των πρόσθετων αμοιβών που λαμβάνουν από την εργασία τους και 

- αυξάνονται εκ νέου από την 1η Ιανουαρίου 2024 οι συντάξεις κατά τον μέσο όρο της αύξησης του ΑΕΠ και του πληθωρισμού 2023, με υπολογιζόμενο κόστος 430 εκατ. ευρώ. 

Επιπλέον, οι παρεμβάσεις φορολογικής φύσης αφορούν: 

- στην αύξηση του αφορολόγητου κατά 1.000 ευρώ στους φορολογούμενους με ένα ή περισσότερα εξαρτώμενα τέκνα (δημοσιονομικό κόστος 135 εκατ. ευρώ για το 2024), 

- στη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 10% για κατοικίες που ασφαλίζονται για φυσικές καταστροφές (δημοσιονομικό κόστος 26 εκατ. ευρώ για το 2024) και 

- στην αναμόρφωση του πλαισίου λειτουργίας της κεφαλαιαγοράς με σημαντικά επενδυτικά και φορολογικά κίνητρα: 

α) μείωση του φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίων από 0,5% σε 0,2% (ετήσιο δημοσιονομικό κόστος 22 εκατ. ευρώ), 

β) μείωση κατά 50% του φόρου χρηματιστηριακών συναλλαγών (ετήσιο δημοσιονομικό κόστος 21 εκατ. ευρώ) και 

γ) κατάργηση του φόρου τόκων ομολόγων σε κρατικά και επιχειρηματικά ομόλογα (ετήσιο δημοσιονομικό κόστος 7 εκατ. ευρώ). 

Επιπλέον, από τον Ιανουάριο 2024 αναμένεται να μονιμοποιηθεί ο μειωμένος συντελεστής ΦΠΑ που εφαρμόστηκε από την περίοδο της πανδημίας του Covid-19 στις μεταφορές, στα γυμναστήρια και σχολές χορού, στους κινηματογράφους και σε μία σειρά αγαθών σχετιζόμενα με τη δημόσια υγεία, με εκτιμώμενο κόστος 305 εκατ. ευρώ κατ' έτος. Οι εν λόγω κατηγορίες αφορούν στις αστικές, προαστιακές, χερσαίες και σιδηροδρομικές μεταφορές, στις θαλάσσιες και αεροπορικές μεταφορές, στα γυμναστήρια και σχολές χορού, στους κινηματογράφους και ζωολογικούς κήπους και σε μία σειρά αγαθών σχετιζόμενα με τη δημόσια υγεία, που περιλαμβάνουν μέσα ατομικής υγιεινής και προστασίας, φίλτρα και γραμμές αιμοκάθαρσης, αιμοδιήθησης, αιμοδιαδιήθησης και πλασμαφαίρεσης καθώς και απινιδωτές. Επιπροσθέτως, ο μειωμένος συντελεστής ΦΠΑ στον καφέ και στα ταξί αναμένεται να επεκταθεί για το πρώτο εξάμηνο του έτους 2024, με εκτιμώμενο κόστος 77 εκατ. ευρώ για έξι μήνες. Ο μειωμένος συντελεστής δεν αναμένεται να επεκταθεί στα σερβιριζόμενα μη αλκοολούχα ποτά, με εκτιμώμενη εξοικονόμηση 37 εκατ. ευρώ ετησίως. Το συνολικό δημοσιονομικό κόστος των ανωτέρω επεκτάσεων εκτιμάται σε 382 εκατ. ευρώ για το 2024. 

Επιπρόσθετα, με στόχο τη ρύθμιση της αγοράς των βραχυχρόνιων μισθώσεων και την αντιμετώπιση των δευτερογενών αρνητικών συνεπειών στην κτηματαγορά και τα ενοίκια, εισάγεται η υποχρέωση για τα φυσικά πρόσωπα που διαθέτουν τρία ή περισσότερα ακίνητα σε βραχυχρόνια μίσθωση να κάνουν έναρξη επιχειρηματικής δραστηριότητας, ενώ το εισόδημα που αποκτάται από τα νομικά πρόσωπα και τα ανωτέρω φυσικά πρόσωπα από τη βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτου, θεωρείται εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα και υπόκειται σε ΦΠΑ και τέλος παρεπιδημούντων. Επιπλέον, αυστηροποιούνται ο ορισμός της βραχυχρόνιας μίσθωσης καθώς και τα πρόστιμα για μη εγγραφή στο Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής.

Ανάπτυξη 2,9%, πληθωρισμός 2,4% και ανεργία 10,6% το 2024 

Άνοδο του ΑΕΠ κατά 2,9% από 2,4% εφέτος, προβλέπει το τελικό κείμενο του προϋπολογισμού. 

Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση, ο πληθωρισμός θα διαμορφωθεί στο 2,6% σε μέσα επίπεδα (από 3,9% εφέτος) και η ανεργία σε 10,6% (από 11,2%). Η ιδιωτική κατανάλωση θα αυξηθεί κατά 1,3% (από 2,9% εφέτος), ενώ η δημόσια κατανάλωση θα μειωθεί κατά 1,6% (από 0,4%). Οι ιδιωτικές επενδύσεις, όπως είχε αποκαλύψει στη συνέντευξή του στο ΑΠΕ- ΜΠΕ ο υπουργός Κωστής Χατζηδάκης, θα αυξηθούν κατά 15,1% (από 7,1% εφέτος). Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών θα αυξηθούν κατά 5,6% (από 2,7% εφέτος), ενώ οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών θα αυξηθούν κατά 4,6% (από 2,2%).

Τι γράφει η εισηγητική έκθεση 

Στην εισηγητική έκθεση αναφέρονται αναλυτικά τα εξής:

«H ισχυρή ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας που αποτυπώθηκε στις εξελίξεις του 2022 και του 2023 προβλέπεται να επιβεβαιωθεί και το 2024, με τον οικονομικό κύκλο να διατηρείται σε φάση ανόδου με συνεπή και μεγάλη διαφοροποίηση από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η ισχυρή δυναμική της ελληνικής οικονομίας εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε θετικές επιδόσεις παρά την οικονομική αβεβαιότητα που αναμένεται να συνεχίσει να επικρατεί σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, ως απόρροια παραγόντων που αναλύθηκαν στις προηγούμενες ενότητες.

Θεμέλιο για τις θετικότερες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας έναντι της μέσης ευρωπαϊκής εκτιμάται ότι θα συνεχίσει να αποτελεί το 2024 η προσήλωση στη συνετή δημοσιονομική διαχείριση, στην οποία θα στηριχθεί η περαιτέρω πορεία αναβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας. Η οικονομική απόδοση των εν εξελίξει διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων θα συμβάλλει στην ενίσχυση της δημοσιονομικής σταθερότητας και στην περαιτέρω μείωση του δημόσιου χρέους.

Εντούτοις, στους τελευταίους εξωγενείς παράγοντες που επιδρούν αρνητικά στην οικονομία περιλαμβάνονται η διεθνής οικονομική συγκυρία, λαμβανομένης υπόψη της προς τα κάτω αναθεωρημένης πρόβλεψης για τον ρυθμό ανάπτυξης στην ευρωζώνη το 2024, οι διαδοχικές αυξήσεις των επιτοκίων από την ΕΚΤ (με αντίκτυπο στις χρηματοδοτικές συνθήκες του επόμενου έτους μέσω υστερήσεων) και η επίδραση στις τιμές ενέργειας εξαιτίας των γεωπολιτικών εξελίξεων, συνεκτιμώμενης της υψηλότερης τεχνικής υπόθεσης για τη διεθνή τιμή πετρελαίου, σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Την ίδια στιγμή οι πλημμύρες στη Θεσσαλία τον Σεπτέμβριο 2023 δρουν και αυτές ως εξωγενώς καθοριζόμενος αρνητικός παράγοντας για την ελληνική οικονομία.

Ωστόσο, αντισταθμιστικά προς τις ανωτέρω εξελίξεις λειτουργούν σε μεγάλο βαθμό τα θετικά μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής που εφαρμόζονται στα τέλη του 2023 και από τις αρχές του 2024, οι αποζημιώσεις των πληγέντων και οι αποκαταστάσεις των ζημιών από τις πρόσφατες καταστροφές καθώς και η αναμενόμενη θετική επίδραση της υλοποίησης του σχεδίου «Ελλάδα 2.0». Λαμβανομένων υπόψη των ως άνω ανοδικών και καθοδικών επιδράσεων στο ΑΕΠ καθώς και των τελευταίων διαθέσιμων οικονομικών στοιχείων, η πρόβλεψη για τον ρυθμό ανάπτυξης του 2024 οδηγείται σε οριακή προς τα κάτω αναθεώρηση, κατά 0,1%, έναντι του προσχεδίου του κρατικού προϋπολογισμού 2024.

Ως εκ τούτου, η τρέχουσα πρόβλεψη για τον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2024 ανέρχεται σε 2,9% σε ετήσια βάση. Βάσει αυτής, το πραγματικό ΑΕΠ του 2024 αναμένεται να ανέλθει στο μεγαλύτερο ύψος της περιόδου μετά το 2010 (υπερβαίνοντας τα 200 δισ. ευρώ σε σταθερές τιμές), ενώ σε ονομαστικούς όρους αναμένεται να ανέλθει σε 233,8 δισ. ευρώ και να υπερβεί κατά 3,5% το μέσο επίπεδο της τελευταίας πενταετίας πριν την είσοδο της Ελλάδας στο πρώτο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής.

Σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ, ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2024 αναμένεται να αποκλίνει προς τα πάνω κατά 1,7 ποσοστιαίες μονάδες, διατηρώντας σχεδόν εξ ολοκλήρου το μέγεθος της αντίστοιχης θετικής απόκλισης που εκτιμάται σήμερα για το 2023 (1,8%, βάσει των προβλέψεων για την ΕΕ στις Φθινοπωρινές Οικονομικές Προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής). Αυτό καταδεικνύει ότι οι εγχώριοι παράγοντες της οικονομίας, δηλαδή η εθνική οικονομική πολιτική και ο σχεδιασμός ανάκαμψης και ανθεκτικότητας που εφαρμόζεται σήμερα στην Ελλάδα, συγκροτούν ένα ανάχωμα απέναντι στη συγκυριακή αστάθεια του διεθνούς περιβάλλοντος. Εκφάνσεις της δυναμικής αυτής αποτελούν οι προβλέψεις για τη συνεχιζόμενη επέκταση της αγοράς εργασίας και για ενεργό ζήτηση σε ιστορικό υψηλό των τελευταίων 14 ετών.

Σε επίπεδο των συνιστωσών του ΑΕΠ, έναντι του προσχεδίου του κρατικού προϋπολογισμού 2024, προκύπτει για το 2024 μικρή προς τα κάτω αναθεώρηση της ιδιωτικής κατανάλωσης και των εξαγωγών, ως απόρροια τόσο της χαμηλότερης εξωτερικής ζήτησης όσο και της οριακά ανοδικής αναθεώρησης της πρόβλεψης για τον ετήσιο ρυθμό πληθωρισμού.

Κατά το μεγαλύτερο μέρος της, η καθοδική πίεση στις ως άνω συνιστώσες του ΑΕΠ αντισταθμίζεται από την αναμενόμενη επιτάχυνση υλοποίησης του σχεδίου «Ελλάδα 2.0», που ωθεί υψηλότερα τις επενδύσεις, από κοινού με την αποκατάσταση των υποδομών στις περιοχές που επλήγησαν από τις πλημμύρες τον Σεπτέμβριο 2023. Οι δαπάνες από επιχορηγήσεις και δάνεια του ΤΑΑ προβλέπεται το 2024 να επιταχύνουν τη συμβολή τους στην ενίσχυση της παραγωγικότητας και στον μετασχηματισμό προς ένα παραγωγικό μοντέλο υψηλής προστιθέμενης αξίας, μέσω φιλόδοξων επενδύσεων (και των συναφών τους διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων) στους τομείς της πράσινης οικονομίας, του ψηφιακού μετασχηματισμού, του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, της εξαγωγικής ικανότητας, του ανθρώπινου κεφαλαίου και της αγοράς εργασίας.

Σημαντική συμβολή στην ανάπτυξη προέρχεται από τις επενδύσεις, οι οποίες το 2024 αναμένεται να αυξηθούν με ρυθμό 15,1% (έναντι 12,1% στο προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού 2024). Ως απόρροια, το πραγματικό επενδυτικό κενό μεταξύ Ελλάδας και Ευρωζώνης προβλέπεται να μειωθεί το 2024 σε 5%, το χαμηλότερο ποσοστό για όλη την περίοδο από το 2010, όπως αποτυπώνεται στο

Κατά δεύτερον, η συνεχιζόμενη αύξηση της απασχόλησης, αν και με ηπιότερο ρυθμό σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, λόγω της αυξανόμενης στενότητας στην αγορά εργασίας (+0,9% το 2024 έναντι +1,4% το 2023), αναμένεται να συνεχίσει να στηρίζει το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών. Σε αυτή τη βάση, η πραγματική ιδιωτική κατανάλωση προβλέπεται για το 2024 να διατηρηθεί σε ανοδική τροχιά ύψους 1,3% σε ετήσια βάση, σε συμφωνία με την πρόβλεψη για ελαφρώς πιο αργή επαναφορά του πληθωρισμού στον μεσοπρόθεσμο στόχο της ΕΚΤ.

Τα κυβερνητικά μέτρα στήριξης της οικονομίας, με έναρξη εφαρμογής το 2024, δημιουργούν επιπλέον συνέργειες με τις ισχύουσες πολιτικές ενίσχυσης των εισοδημάτων και της οικονομικής δραστηριότητας, στοχεύοντας, όπως και η αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, στη μείωση των ανισοτήτων και των στρεβλώσεων. Σημαντική ενίσχυση για το διαθέσιμο εισόδημα αναμένεται από τις αυξήσεις στο μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων, την εκ νέου αύξηση των συντάξεων, την άρση του «παγώματος» των τριετιών, την αύξηση του αφορολόγητου κατά 1.000 ευρώ για οικογένειες με παιδιά, την αύξηση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος κατά 8%, την επέκταση του επιδόματος μητρότητας για αυτοαπασχολούμενους και αγρότες, το ετήσιο βοήθημα προς τους νέους (youth pass), την κατάργηση της συμμετοχής στο κόστος των φαρμάκων για τους πρώην δικαιούχους του Επιδόματος Κοινωνικής Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΚΑΣ) και από μία σειρά άλλων δημοσιονομικών μέτρων.

Παρά τη διατήρηση των τιμών σε υψηλό επίπεδο έναντι της περιόδου πριν την ενεργειακή κρίση, οι ανοδικές πληθωριστικές πιέσεις αναμένεται να εξομαλυνθούν περαιτέρω κατά τη διάρκεια του 2024, στο 2,6% κατά μέσο όρο. Η μικρή προς τα πάνω αναθεώρηση, έναντι της πρόβλεψης στο προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού 2024 (2,4%), απορρέει από τη μεγαλύτερη εκτιμώμενη επίδραση μεταφοράς του 2023, την εκτίμηση των διεθνών τιμών ενέργειας και την πιο αργή αποκλιμάκωση του πληθωρισμού τους πρώτους μήνες του 2024, λόγω των επιπτώσεων των πρόσφατων καιρικών φαινομένων στην αγροτική παραγωγή. Αντίθετα, η σχετική σταθεροποίηση των τιμών στην ενέργεια αναμένεται να δράσει προς εξομάλυνση του ετήσιου ρυθμού πληθωρισμού το 2024.

Η συνεχιζόμενη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας αναμένεται να διαμορφώσει την ανεργία στο χαμηλότερο ποσοστό επί του εργατικού δυναμικού από το 2009, σε 10,6% βάσει της μεθοδολογίας της έρευνας εργατικού δυναμικού και σε 9,3% βάσει των εθνικών λογαριασμών. Βάσει των αναθεωρημένων στοιχείων εθνικών λογαριασμών για το 2022, τα 4,9 εκατομμύρια απασχολούμενων που προβλέπονται κατά μέσο όρο για το 2024, αντιστοιχούν σε ιστορικό υψηλό για όλη την περίοδο διαθέσιμων στοιχείων από το 1995, αντανακλώντας αντίστοιχη εικόνα για τους μισθωτούς (με αύξηση του αριθμού των τελευταίων κατά 1,0% το 2024 σε ετήσια βάση). Ο αριθμός των ανέργων αναμένεται να μειωθεί σε επίπεδα προ της οικονομικής προσαρμογής, παρά το εκτιμώμενο ιστορικά υψηλό ποσοστό συμμετοχής του πληθυσμού ηλικίας 15 - 64 ετών στο εργατικό δυναμικό (82,5%).

Εν μέσω της ελεγχόμενης δημοσιονομικής πολιτικής, η δημόσια κατανάλωση το 2024 αναμένεται να υποχωρήσει κατά 1,6% έναντι του 2023 (έτος για το οποίο ωστόσο εκτιμάται 6,7% υψηλότερα από το προ πανδημίας επίπεδο, σύμφωνα με τα αναθεωρημένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ).

Η συμβολή του εξωτερικού τομέα στην πραγματική ανάπτυξη αναμένεται να κυμανθεί σε οριακά θετικό έδαφος (0,2% του ΑΕΠ, από 0,4% του ΑΕΠ στο προσχέδιο), με την αναθεώρηση να οφείλεται κυρίως στην επιβράδυνση των εξαγωγών αγαθών εξαιτίας της χαμηλότερης εκτιμώμενης ανάπτυξης στην ΕΕ και των χαμηλότερων εξαγωγών αγροτικών προϊόντων λόγω των καιρικών φαινομένων του προηγούμενου διαστήματος.

Ο όγκος των εισαγωγών αγαθών αναμένεται να έχει σημαντική αύξηση, 5,4% σε ετήσια βάση, σε σύνδεση με τις ανάγκες εισαγωγών για την πραγματοποίηση επενδύσεων του σχεδίου «Ελλάδα 2.0», την πραγματοποίηση έργων υποδομών στις περιοχές που επλήγησαν από τα καιρικά φαινόμενα το 2023 και την υποκατάσταση της απολεσθείσας αγροτικής παραγωγής των πληγεισών περιοχών προς κάλυψη των εγχώριων αναγκών. Σε εθνικολογιστικούς όρους, το έλλειμμα του ονομαστικού ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αναμένεται να επιβαρυνθεί ελαφρώς, ανερχόμενο ως ποσοστό του ΑΕΠ σε 5,4% από 5,0% το 2023, ως αποτέλεσμα της επιδείνωσης του ισοζυγίου αγαθών.

Από την άλλη πλευρά, το πραγματικό ισοζύγιο υπηρεσιών προβλέπεται να έχει θετική επίδραση στο ΑΕΠ, ύψους 1,2 ποσοστιαίων μονάδων, η οποία υπερκαλύπτει την εξέλιξη στο ισοζύγιο αγαθών σε όρους όγκου, χάρη στην εκτιμώμενη αύξηση τόσο των πραγματικών εισπράξεων από τον εξωτερικό τουρισμό όσο και των εξαγωγών μεταφορών και λοιπών υπηρεσιών.

Οι βραχυπρόθεσμοι κίνδυνοι για τη διαμόρφωση του ρυθμού ανάπτυξης, τόσο για το 2023 όσο και για το 2024, συνοψίζονται στην περαιτέρω επιβράδυνση της ευρωπαϊκής και παγκόσμιας οικονομίας, στις δυσμενείς διεθνείς γεωπολιτικές εξελίξεις, στη διατήρηση του πληθωρισμού σε υψηλότερα του αναμενομένου επίπεδα, στην όξυνση της ενεργειακής κρίσης, σε ακραία κλιματικά φαινόμενα, στη συνέχιση της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ και στην εξέλιξη της απορρόφησης των κονδυλίων του ΤΑΑ.

Ανοδικά στον ρυθμό ανάπτυξης θα μπορούσαν να επιδράσουν η ενδεχόμενη ταχύτερη αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, η ευνοϊκότερη του αναμενομένου εξέλιξη της τουριστικής κίνησης, η περαιτέρω αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας, οι επιπρόσθετες συνέργειες από την έγκαιρη και αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων του ΤΑΑ καθώς και η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Σημαντική παράμετρος για την επίτευξη των ανωτέρω μακροοικονομικών στόχων είναι η γρήγορη αποκατάσταση της παραγωγικής δραστηριότητας που επλήγη από τις πρόσφατες πλημμύρες, αλλά και η πρόβλεψη έναντι αντίστοιχων μελλοντικών φαινομένων, καθώς η κλιματική αλλαγή δεν αποτελεί ένα παροδικό φαινόμενο. Για αυτόν τον σκοπό η κυβέρνηση λαμβάνει σήμερα επιπρόσθετα μέτρα και πραγματοποιεί σημαντικές επενδύσεις, μέσω εθνικών και συγχρηματοδοτούμενων πόρων, σε τέσσερα επίπεδα: α) στην κλιματική μετάβαση και απανθρακοποίηση, β) στην ανάπτυξη ανθεκτικών υποδομών σε ακραία καιρικά φαινόμενα, γ) στη σημαντική ενίσχυση της πολιτικής προστασίας και της πρόληψης και δ) στη θωράκιση της εθνικής οικονομίας από τις συνέπειες φυσικών καταστροφών, μέσω της πρόβλεψης σχετικών μόνιμων κονδυλίων στον προϋπολογισμό, την ενίσχυση της ασφάλισης καθώς και της ταχύτητας και της αποτελεσματικότητας της κρατικής αρωγής».

Πρωτογενές πλεόνασμα 2,1% 

Σύμφωνα με τις προβλέψεις για το 2024, το πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης σε δημοσιονομική βάση προβλέπεται να διαμορφωθεί σε πλεόνασμα ύψους 4.991 εκατ. ευρώ ή 2,1% του ΑΕΠ. Σημειώνεται ότι το 2024 χαρακτηρίζεται από την άρση της ενεργοποίησης της γενικής ρήτρας διαφυγής του ΣΣΑ. Η ονομαστική αύξηση των καθαρών πρωτογενών δαπανών που χρηματοδοτούνται από εθνικούς πόρους εκτιμάται για το 2024 στο 0,4%, σε πλήρη συμμόρφωση με τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου την άνοιξη του 2023 (κατά την αξιολόγηση του Προγράμματος Σταθερότητας 2023 της χώρας) για συνετή δημοσιονομική πολιτική. 

5,7 δισ. από αποκρατικοποιήσεις 

Τα ταμειακά έσοδα αποκρατικοποιήσεων που αναμένεται να πραγματοποιηθούν μέσω του ΤΑΙΠΕΔ, προβλέπονται στο ποσό των 5.771 εκατ. ευρώ και διακρίνονται ως εξής: 

- ποσό 4.653 εκατ. ευρώ αφορά σε συμβάσεις παραχώρησης που περιλαμβάνεται στις κατηγορίες «Πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών» και «Λοιπά τρέχοντα έσοδα» (μη χρηματοοικονομικές συναλλαγές),

- ποσό 23 εκατ. ευρώ αφορά σε πωλήσεις παγίων που περιλαμβάνεται στην κατηγορία «Πωλήσεις παγίων περιουσιακών στοιχείων» (μη χρηματοοικονομικές συναλλαγές), και 

- ποσό 1.095 εκατ. ευρώ αφορά σε πωλήσεις μετοχών διαφόρων εταιρειών με μέτοχο το Δημόσιο ή/και το ΤΑΙΠΕΔ και περιλαμβάνεται στην κατηγορία 45 «Συμμετοχικοί τίτλοι και μερίδια επενδυτικών κεφαλαίων» (χρηματοοικονομικές συναλλαγές). 

20.000 προσλήψεις

Το 2024 οι νέοι διορισμοί και οι προσλήψεις αναμένεται να ανέλθουν περίπου στις 20.000, στις οποίες περιλαμβάνονται οι εκτιμώμενες προς υλοποίηση προσλήψεις με βάση τον προγραμματισμό προσλήψεων έτους 2024 (συμπεριλαμβανομένων των εισαγωγών σε παραγωγικές σχολές ένστολων) καθώς και προσλήψεις (εντός του κανόνα 1:1) που δεν υλοποιήθηκαν κατά τα προηγούμενα έτη. Από το σύνολο των εγκεκριμένων προσλήψεων τακτικού προσωπικού το μεγαλύτερο μέρος κατευθύνεται σε δύο κρίσιμους τομείς του κράτους, της υγείας και της κλιματικής κρίσης, με τις εγκρίσεις προσλήψεων να φτάνουν τις 6.500 στο υπουργείο Υγείας και 990 στο υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, αντίστοιχα. 

Για την κάλυψη του μεγαλύτερου μέρους της προβλεπόμενης δαπάνης από τους νέους διορισμούς και προσλήψεις για το 2024, έχουν ενσωματωθεί πιστώσεις ύψους 155 εκατ. ευρώ στις «Γενικές Κρατικές Δαπάνες» του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών. 

Αποχωρήσεις τακτικού προσωπικού περιόδου 

Οι αποχωρήσεις λόγω συνταξιοδότησης τακτικών υπαλλήλων, η μισθοδοσία των οποίων βαρύνει απευθείας τον τακτικό προϋπολογισμό, παρουσιάζονται αυξημένες την τελευταία τριετία. Το 2022, βάσει απολογιστικών στοιχείων, αποχώρησαν συνολικά 14.571 τακτικοί υπάλληλοι, εκ των οποίων το 39% από το υπουργείο Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, το 24% από το υπουργείο Υγείας και το 21% συνολικά από τα υπουργεία Εθνικής 'Αμυνας και Προστασίας του Πολίτη. Επίσης, με βάση τα μέχρι σήμερα διαθέσιμα στοιχεία αποχωρήσεων έτους 2023 και λαμβανομένων υπόψη των εκτιμήσεων της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής (ΕΑΑ) αναμένεται ότι οι αποχωρήσεις υπαλλήλων, των οποίων η μισθοδοσία βαρύνει απευθείας τον τακτικό προϋπολογισμό, θα διαμορφωθούν στις 13.287 για το 2023 και στις 7.842 για το 2024. Το μεγαλύτερο ποσοστό εξ αυτών (83%) για καθένα από τα έτη 2023 και 2024 εκτιμάται ότι θα συνεχίσουν να καταλαμβάνουν τα τέσσερα προαναφερθέντα υπουργεία. 

Προϋπολογισμός Δημοσίων Επενδύσεων 

Για το 2024 προβλέπεται συνολικά να δαπανηθούν μέσω του ΠΔΕ, λαμβανομένων υπόψη και των δαπανών του ΤΑΑ, πόροι συνολικού ύψους 12.167 εκατ. ευρώ, που αντιπροσωπεύουν το 5,2% του ΑΕΠ της χώρας και κατανέμονται σε 6.500 εκατ. ευρώ για έργα συγχρηματοδοτούμενα, σε 2.050 εκατ. ευρώ για έργα που θα χρηματοδοτηθούν αποκλειστικά από εθνικούς πόρους και σε 3.617 εκατ. ευρώ για έργα και δράσεις του ΤΑΑ. 

Διαρκής στόχος του ΠΔΕ είναι η εξασφάλιση της πλήρους εισροής της ενωσιακής συνδρομής (συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα) και η αξιοποίηση των πόρων που διατίθενται συνολικά. Έτσι και το 2024, επιλέγονται και χρηματοδοτούνται έργα που εντάσσονται στο ΕΣΠΑ 2021- 2027 και ολοκληρώνονται μεγάλα έργα που ξεκίνησαν στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ 2014- 2020. 

Με εθνικούς πόρους χρηματοδοτούνται δράσεις που δεν είναι επιλέξιμες σε συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα. Σημαντικό μέρος αυτών αποτελούν οι δαπάνες της κρατικής αρωγής, οι οποίες στοχεύουν στην ταχεία ανάκαμψη και την κοινωνική συνοχή των τοπικών οικονομιών που πλήττονται από καταστροφές, συνεπεία ακραίων κλιματικών ή άλλων γεγονότων και για τις οποίες προβλέπονται πιστώσεις 600 εκατ. ευρώ. 

Με τις ανωτέρω πιστώσεις, μεταξύ άλλων, προβλέπεται να καλυφθούν: 

- η πρώτη αρωγή (εν είδει προκαταβολής) έναντι στεγαστικής συνδρομής κατοικιών και επιχειρήσεων ή έναντι επιχορήγησης προς επιχειρήσεις σε περιπτώσεις σοβαρών φυσικών καταστροφών, 

- η στεγαστική συνδρομή, μέσω της παροχής κρατικής αρωγής, και 

- η επιχορήγηση των επιχειρήσεων έναντι της εκτιμηθείσας ζημιάς.

Στις δράσεις αυτές συμπεριλαμβάνεται επίσης η χρηματοδότηση έργων για: 

- την επαναφορά σε ασφαλή και λειτουργική κατάσταση υφιστάμενων πληγεισών υποδομών των ΟΤΑ α' και β' βαθμού, τη βελτίωση της ανθεκτικότητας των υποδομών αυτών, ιδίως σε εξαιρετικά ευάλωτες περιοχές, καθώς επίσης και την πρόληψη νέων καταστροφών στις υποδομές αρμοδιότητας OTA, και 

- την υλοποίηση δράσεων του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας που περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, μέτρα για την αντιδιαβρωτική προστασία του εδάφους μετά από μία φυσική καταστροφή, την αντιπλημμυρική προστασία εκτάσεων που έχουν πληγεί από πυρκαγιές, την αναδάσωση δημόσιων εκτάσεων δασικού χαρακτήρα κ.λπ. 

Κύριες πηγές κινδύνου για τις δημοσιονομικές προβλέψεις 

Οι δημοσιονομικές προβλέψεις του προϋπολογισμού υπόκεινται σε κινδύνους και αβεβαιότητες. Υπό τις παρούσες συνθήκες, οι σημαντικότεροι κίνδυνοι σχετίζονται με τις τρέχουσες γεωπολιτικές εξελίξεις και συγκεκριμένα με την εξέλιξη του πολέμου στην Ουκρανία και των συγκρούσεων στη Μέση Ανατολή. Οι εν λόγω εξελίξεις μπορεί να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στη διεθνή οικονομική δραστηριότητα, ιδίως μέσω των τιμών της ενέργειας. 

Πέραν της εξέλιξης του πολέμου και της πιθανότητας αναβίωσης της ενεργειακής κρίσης, επιπλέον παράγοντες κινδύνου και αβεβαιότητας εντοπίζονται στην πολιτική νομισματικής σύσφιξης, που ακολουθείται διεθνώς με σκοπό την καταπολέμηση των πληθωριστικών πιέσεων. Συγκεκριμένα, υφίσταται σημαντική αβεβαιότητα ως προς την πιθανότητα περαιτέρω αυξήσεων των επιτοκίων, αλλά και ως προς την ταχύτητα με την οποία η αύξηση του κόστους του χρήματος θα επηρεάσει την οικονομική δραστηριότητα και ως προς την επίδρασή της στην καταναλωτική συμπεριφορά των νοικοκυριών και στην επενδυτική ζήτηση. 

Η παρούσα ανάλυση ευαισθησίας αποσκοπεί στο να εκτιμήσει την πορεία των κύριων δημοσιονομικών μεταβλητών κάτω από διαφορετικές παραδοχές περί του ρυθμού μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας κατά το 2024. Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο της ανάλυσης έχει εκτιμηθεί η επίδραση στο εκτιμώμενο δημοσιονομικό αποτέλεσμα για το 2024 από μία μείωση του ρυθμού ονομαστικής μεγέθυνσης του ΑΕΠ κατά 1% σε σχέση με το βασικό μακροοικονομικό σενάριο του προϋπολογισμού. Η επίπτωση αυτή έχει εκτιμηθεί μέσω των ελαστικοτήτων που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής δημοσιονομικής εποπτείας και οι οποίες περιγράφονται στην έκδοση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής "Report on Public Finances in EMU 2018". 

Η μείωση του ονομαστικού ρυθμού μεγέθυνσης κατά 1% σε σχέση με το βασικό μακροοικονομικό σενάριο συνεπάγεται ότι το ΑΕΠ του 2024 (σε τρέχουσες τιμές) θα διαμορφωθεί σε 231,5 δισ. ευρώ από 222,8 δισ. ευρώ το 2023, έναντι ονομαστικού ΑΕΠ ύψους 233,8 δισ. ευρώ το 2024 σύμφωνα με το βασικό σενάριο. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της ανάλυσης ευαισθησίας, μία τέτοια μεταβολή του επιπέδου του ονομαστικού ΑΕΠ θα οδηγούσε σε επιδείνωση του δημοσιονομικού αποτελέσματος κατά 0,5% του ΑΕΠ σε σχέση με το σενάριο του προϋπολογισμού 2024. 

Συγκεκριμένα, στην περίπτωση αυτή το ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης κατά ESA θα διαμορφωνόταν σε -1,6% του ΑΕΠ έναντι -1,1% του ΑΕΠ, ενώ το πρωτογενές δημοσιονομικό αποτέλεσμα κατά ESA θα διαμορφωνόταν σε +1,7% του ΑΕΠ έναντι +2,1% του ΑΕΠ. Σε απόλυτους όρους, ο μειωμένος κατά 1,0% ονομαστικός ρυθμός μεγέθυνσης θα οδηγούσε σε επιπλέον δημοσιονομική επιβάρυνση της τάξης του 1,13 δισ. ευρώ. 

Χρέος Κεντρικής Διοίκησης και Γενικής Κυβέρνησης 

Το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στα 357.000 εκατ. ευρώ ή 160,3% ως ποσοστό του ΑΕΠ στο τέλος του 2023, έναντι 356.597 εκατ. ευρώ ή 172,6% ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2022, παρουσιάζοντας μείωση κατά 12,3 ποσοστιαίες μονάδες έναντι του 2022. Το 2024 το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης προβλέπεται ότι θα διαμορφωθεί στα 356.000 εκατ. ευρώ ή 152,3% ως ποσοστό του ΑΕΠ, παρουσιάζοντας μείωση κατά 8 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ έναντι του 2023.