Μια βάση δεδομένων, στην οποία θα περιλαμβάνονται όλες οι κινηματογραφικές ταινίες (ελληνικές και ξένες), που διαδραματίζονται σε ελληνικές θάλασσες πρόκειται να δημιουργήσει το Εθνικό Κέντρο Οπτικοακουστικών Μέσων και Επικοινωνίας (ΕΚΟΜΕ), όπως αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο προϊστάμενος της Διεύθυνσης Ανάπτυξης και Διαχείρισης Ψηφιακού Περιεχομένου του ΕΚΟΜΕ, Στέλιος Κυμιωνής.
Ήδη έχει γίνει σχετική προεργασία ώστε να δημιουργηθεί ένα ερευνητικό πρόγραμμα, με στόχο η βάση δεδομένων να αποτελέσει έναν κόμβο πληροφοριών, που θα μπορεί να αξιοποιηθεί τόσο από την ελληνική ερευνητική κοινότητα και τα πανεπιστήμια, όσο και από τις Κινηματογραφικές Λέσχες που αποτελούν ένα ζωντανό κύτταρο μέσα στο οποίο δημιουργείται μια ουσιαστική σχέση ανάμεσα στους κινηματογραφιστές, τους σκηνοθέτες και το κοινό.
«Αυτές οι ταινίες γίνονται όλο και περισσότερες όσο περνάει ο καιρός. Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε πώς μας βλέπουν οι ξένοι ή τι βλέπουμε εμείς μέσα από αυτές τις ταινίες, γιατί, καλώς ή κακώς, ο κινηματογράφος είναι μέσα στην ατομική και τη συλλογική μας μνήμη, μας διαμορφώνει. Θα πρέπει να τα ξέρουμε αυτά τα πράγματα ή να ασχολούμαστε με αυτά», επισημαίνει χαρακτηριστικά ο κ. Κυμιωνής. Δανείζεται, άλλωστε, στοιχεία από την ταινία του Ζυλ Ντασέν «Ποτέ την Κυριακή», στην οποία, όπως υπογραμμίζει, «ο Ντασέν καλεί τον θεατή να νιώσει την κουλτούρα ενός τόπου, να δει τι κάνουν σ’ αυτόν οι πραγματικοί άνθρωποι στις πραγματικές καταστάσεις, να αφήσει πίσω τα δικά του στερεότυπα και να νιώσει τον πολιτισμό που παράγουν οι άνθρωποι σήμερα. Αυτό είναι που μπορεί να κάνει πιο ενδιαφέρον το τουριστικό βλέμμα, να το εμπλουτίσει ώστε να φτάσει σε ένα σημείο που δεν θα καταναλώνει απλώς τα έτοιμα σχήματά του».
Η θάλασσα στο επίκεντρο του 33ου Συνεδρίου της Ομοσπονδίας Κινηματογραφικών Λεσχών Ελλάδας
Για την Ελλάδα του Ζυλ Ντασέν στην εμβληματική ταινία «Ποτέ την Κυριακή» μίλησε ο κ. Κυμιωνής στο 33ο Συνέδριο της Ομοσπονδίας Κινηματογραφικών Λεσχών Ελλάδας που πραγματοποιήθηκε στη Νάξο με θέμα «η θάλασσα στον κινηματογράφο». Ο ίδιος μετέφερε τον τρόπο με τον οποίο ένας ξένος αναπαριστά την Ελλάδα της δεκαετίας του ’60 και αναφέρθηκε στο κυρίαρχο χαρακτηριστικό της θάλασσας που εκφράζεται από τον τόπο στον οποίο διαδραματίζεται η ταινία στο μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας, τις σκηνές που έχουν γυριστεί δίπλα αλλά και μέσα στη θάλασσα αλλά και την χαρακτηριστική ατάκα της Μελίνας Μερκούρη στο ρόλο της κινηματογραφικής Ίλιας, που προσκαλεί όλους να πάνε «μια βόλτα στην παραλία». «Η θάλασσα είναι μια απελευθέρωση. Είναι μια ευτυχής έκφραση. Όχι μόνο για τους ξένους που έρχονται γι’ αυτήν αλλά και για μας που την έχουμε δίπλα», προσθέτει.
Σ’ ένα βήμα παραπέρα, εξηγεί ότι «η Ίλια είναι αντικείμενο διεκδίκησης από διάφορους άνδρες οι οποίοι θέλουν να τη μεταβάλουν, να την κάνουν κάτι άλλο από αυτό που η ίδια θέλει να είναι, για τους δικούς τους σκοπούς. Ο Αμερικάνος, ο εραστής Γιώργος Φούντας, ο αρχιμαστροπός. Παρόλα αυτά η Ελλάδα, η Ίλια, η Μελίνα Μερκούρη που ταυτίστηκε με τη δική της ιδιοσυγκρασία, επιμένει ότι Ελλάδα είναι αυτό που θέλουμε εμείς να είναι Ελλάδα. Αυτό το βρίσκω εξαιρετικά ενδιαφέρον». Την ίδια στιγμή σχολιάζει ότι είναι τόσο εμβληματική η ταινία που κυριαρχεί σε γκράφιτι στο Δήμο της Πάτρας, ενώ «πολλοί σύλλογοι εργαζομένων ή εμπορικοί σύλλογοι χρησιμοποιούν τη φράση «Ποτέ την Κυριακή» για να μην ανοίγουν τα καταστήματα τις Κυριακές. «Δεν πρόκειται μόνο για μια ατάκα αλλά για εκείνο ακριβώς που έλεγε η ίδια η Ίλια, η μυθοπλαστική Μελίνα, ότι “εγώ τις Κυριακές τις θέλω για τον δικό μου χρόνο, για να επιλέγω εγώ τι θα κάνω”», προσθέτει και κάνει λόγο για μια πολυσήμαντη, πραγματικά, κινηματογραφική ταινία.
«Για κάθε λέσχη που αναγκάζεται να κλείσει εμφανίζονται άλλες δύο καινούριες»
Σε ό,τι αφορά τις κινηματογραφικές λέσχες, χαρακτηρίζει πολύ δυναμικούς τους ανθρώπους που βρίσκονται σ’ αυτές, λέγοντας ότι δεν ασχολούνται απλώς με τον πολιτισμό αλλά γίνονται και εκείνοι λίγο παραγωγοί πολιτισμού.
«Στη θέση κάθε μιας λέσχης που αναγκάζεται να κλείσει τα τελευταία 10 με 20 χρόνια εμφανίζονται άλλες δύο καινούριες. Αυτό είναι εκπληκτικά ελπιδοφόρο», λέει και τονίζει ότι μέσα από τις κινηματογραφικές λέσχες διαμορφώνεται μια ζωντανή σχέση ανάμεσα στο κοινό και τους κινηματογραφιστές, ένα πολύ ζωντανό κομμάτι της πολιτιστικής παραγωγής.
Το ΕΚΟΜΕ είναι επένδυση, πολιτισμός, παιδεία
Αναφερόμενος στο έργο του ΕΚΟΜΕ, επισημαίνει ότι αυτό εκφράζεται με τρεις λέξεις: «επένδυση, πολιτισμός και παιδεία» και σημειώνει ότι προσφέρονται επενδυτικά κίνητρα και φορολογικά κίνητρα για την προσέλκυση κινηματογραφικών παραγωγών, όμως «επένδυση είναι και η δημιουργία του εθνικού αποθετηρίου οπτικοακουστικών αρχείων, γιατί επιθυμούμε τις ταινίες που αποτελούν την οπτικοακουστική μας κληρονομιά να τις συλλέξουμε, να τις ψηφιοποιήσουμε, να είναι προσβάσιμες, να μπορούν να ξαναχρησιμοποιηθούν για όλους τους λόγους που έχουμε αναφέρει μέχρι τώρα».
Σχετικά με τον εκπαιδευτικό του ρόλο, αναφέρει τη σημασία της ανάπτυξης της παιδείας στα μέσα και την πληροφορία, ώστε μαθητές, εκπαιδευτικοί και γονείς να γίνονται πιο έξυπνοι χρήστες των οπτικοακουστικών μηνυμάτων. Τέλος, σημειώνει με νόημα: «Δεν αξιολογούμε τη δουλειά μας στο ΕΚΟΜΕ μόνο με τα πιο σημαντικά. Όλες οι δραστηριότητες του ΕΚΟΜΕ έχουν για μας την ίδια αξία και την ίδια σημασία. Με τον ίδιο τρόπο θα αντιμετωπίσουμε φυσικά την ιστορία του Γιάννη Αντετοκούμπο -και εύχομαι αργότερα και του Τσιτσιπά- αλλά θέλουμε να βοηθήσουμε όλους τους ανθρώπους που ασχολούνται με την οπτικοακουστική παραγωγή και εκείνο το ντοκιμαντέρ που οριακά βρίσκεται στον προϋπολογισμό που επιδοτεί το ΕΚΟΜΕ και έχει ένα πιο ταπεινό θέμα…».