Έχοντας επισκεφθεί πολλούς προσφυγικούς καταυλισμούς και σημεία υποδοχής προσφύγων σε Ελλάδα και εξωτερικό, θεώρησα υποχρέωσή μου να βρεθώ στα σύνορα Πολωνίας – Ουκρανίας μετά τη ρωσική εισβολή. Όχι μόνο για να διαπιστώσω από κοντά τον αντίκτυπό της, αλλά και για να δούμε πώς μπορεί να συνδράμει η Ελλάδα με την τεχνογνωσία της στο Μεταναστευτικό. Η χώρα μας οφείλει να είναι παρούσα σε αυτή την ανθρωπιστική καταστροφή, που εκτυλίσσεται στα σύνορα της Ευρώπης.
Η εμπειρία στον μεθοριακό σταθμό Dorohusk και στο κέντρο υποδοχής της Chelm ήταν αποκαλυπτική. Πάνω από 2,7 εκατ. Ουκρανοί από τα 4 εκατ. που έχουν εγκαταλείψει τη χώρα εισήλθαν στην Πολωνία, εκ των οποίων 1.330.000 πέρασαν από την επαρχία Lubelskie, που επισκεφθήκαμε. Μέσα σε ένα 24ωρο έχουν διέλθει έως και 20.000 άτομα από εκεί, στη συντριπτική τους πλειονότητα γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένοι. Πολλά παιδιά προέρχονται από νοσοκομεία και ορφανοτροφεία που έκλεισαν – ιδίως στην πολύπαθη Μαριούπολη. Όλοι ελπίζουν να ξαναγυρίσουν.
Μπροστά σε αυτή τη συμφορά, οι Πολωνοί επέδειξαν αλληλεγγύη και ανθρωπιά. Άνοιξαν την αγκαλιά τους, πρόσφεραν τα σπίτια τους και βοηθούν στις τοπικές δομές ως εθελοντές. Όπως μου είπε χαρακτηριστικά ο Αντινομάρχης Robert Gmitruczuk – που φιλοξενεί μια 5μελή οικογένεια – “είναι μια τεράστια κίνηση καρδιάς, είμαι περήφανος για τους Πολωνούς”.
Παράλληλα, ο κρατικός μηχανισμός λειτούργησε αποτελεσματικά. Συνοριοφυλακή, πυροσβεστική, τελωνεία, αστυνομία, όλοι συνδράμουν στη διαχείριση των μαζικών ροών, υποβοηθούμενοι ασφαλώς από την κοινή γλώσσα προσφύγων και υποδοχέων. Ήδη, χιλιάδες πρόσφυγες εντάχθηκαν στο σύστημα υγείας και εκπαίδευσης μέσω ειδικού αριθμού ταυτοποίησης. Αντίστοιχα μέτρα έχει λάβει και η ελληνική κυβέρνηση για τους πάνω από 20.000 Ουκρανούς που έχουν καταφύγει στη χώρα μας.
Στον αντίποδα, αρκετά διαφορετικές ήταν οι εικόνες σε σχέση με τις δομές των ελληνικών νησιών. Όσοι εισέρχονται στην Ελλάδα επιδιώκουν να λάβουν καθεστώς προστασίας, έχουν, όμως, καταστρέψει τα ταξιδιωτικά τους έγγραφα, με αποτέλεσμα ένα τεράστιο διοικητικό βάρος για τη διαδικασία ταυτοποίησης και εξέτασης των αιτήσεων ασύλου – πολλές από τις οποίες στερούνται βάσιμων λόγων. Επίσης, ενώ οι πρόσφυγες στην Πολωνία συμβάλλουν στη διατήρηση της τάξης και της καθαριότητας των χώρων υποδοχής, στην Ελλάδα αυτό αποτελεί μέλημα των τοπικών Αρχών. Είναι, τέλος, χαρακτηριστική η διάθεση συνεργασίας με τις πολωνικές Αρχές και υποβολής σε ελέγχους ταυτοπροσωπίας, ενώ ενδελεχείς είναι και οι έλεγχοι σε αυτοκίνητα και αποσκευές για όπλα και ναρκωτικά.
Στην Πολωνία, γίνεται όντως αξιέπαινη δουλειά, όμως η στήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι αναγκαία, όπως και σε κάθε κράτος – μέλος που αντιμετωπίζει υπερεθνικές προκλήσεις. Η διαχείριση των ροών είναι ζήτημα ευρωπαϊκό και απαιτεί συλλογική απάντηση. Πράγματι, μετά την ελληνική μεταναστευτική κρίση και την κρίση στον Έβρο, η Ευρώπη δείχνει να αντιλαμβάνεται επιτέλους ότι χώρος προστασίας προσφύγων είναι όλη η Ένωση και όχι μόνο η χώρα πρώτης υποδοχής. Μόνο έτσι, άλλωστε, θα διαψεύσει όσους λαϊκίζουν ενάντια στις αξίες της.
Φεύγοντας από τα πολωνο-ουκρανικά σύνορα, το διακύβευμα είναι σαφές. Όταν ο πόλεμος τελειώσει, η Ευρώπη να έχει δρομολογήσει τη δική της επανεκκίνηση.
Το άρθρο δημοσιεύεται στα ΝΕΑ