Επενδύσεις σε Ελευσίνα και Αλεξανδρούπολη προαναγγέλλει σε συνέντευξή του στην Καθημερινή και τον Βασίλη Νέδο, ο πρεσβευτής των ΗΠΑ, Τζέφρι Πάιατ, ο οποίος, μάλιστα, τονίζει ότι αμερικανικές εταιρείες είναι έτοιμες για συμπαραγωγή νέων φρεγατών του πολεμικού ναυτικού.
Επισημαίνει πως η Ουάσιγκτον θεωρεί ότι τα νησιά έχουν τα ίδια δικαιώματα με την ηπειρωτική επικράτεια σε υφαλοκρηπίδα και θαλάσσιες ζώνες, ενώ εκφράζει την αμερικανική στήριξη στις προσπάθειες για μείωση των εντάσεων.
Ο Τζέφρι Πάϊατ αναφερόμενος στις συνέπειες τις πανδημίας διαφωνεί με την άποψη ότι η κρίση θα αναιρέσει την παγκοσμιοποίηση. Αφήνει αιχμές κατά της Κίνας σημειώνοντας πως «ο λόγος που βρισκόμαστε στο σημερινό χάος είναι επειδή αυτή η ασθένεια, που θα έπρεπε να είχε περιοριστεί στη Γουχάν, στην επαρχία Χουμπέι, επετράπη από τις Αρχές του Πεκίνου να εξαπλωθεί παγκοσμίως».
Υποστηρίζει πως «θα πρέπει να εργαστούμε από κοινού για τη διαχείριση της πανδημίας, για την ανάπτυξη όποιου εμβολίου τελικά ανακαλυφθεί, αλλά και για να διασφαλίσουμε ότι αυτό δεν θα ξανασυμβεί».
Μιλώντας για τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις εξηγεί πως «είμαστε πολύ τυχεροί που ο πρωθυπουργός βρισκόταν στην Ουάσιγκτον τον Ιανουάριο πριν ξεκινήσει αυτό το χάος. Η επίσκεψη έδωσε σαφές μήνυμα μεταξύ των προτεραιοτήτων των δύο κυβερνήσεων σχετικά με τη σχέση ΗΠΑ – Ελλάδας και βοήθησε να εντατικοποιήσουμε την ατζέντα μας για το έργο που πρέπει να κάνουμε, συμπεριλαμβανομένης της δέσμευσης για την τεχνολογία, τον στρατηγικό διάλογο, την επανεπένδυση στην τριμερή Ελλάδας, Ισραήλ, Κύπρου με τη στήριξη των ΗΠΑ (σχήμα 3+1), τη σχέση άμυνας και ασφάλειας. Η συνάντηση του πρωθυπουργού με τη Νάνσι Πελόσι, τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, τον υπουργό Εξωτερικών Μάικ Πομπέο και τον αντιπρόεδρο Μάικ Πενς, ήταν σαφές μήνυμα διακομ- ματικής υποστήριξης προς την Ελλάδα σε ένα έτος πολύ δύσκολων εκλογών στις ΗΠΑ».
Συνεχίζοντας σημείωσε πως «η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης στην υγεία μάς έκανε να επικεντρωθούμε για δύο μήνες σε αυτήν την πτυχή, και είμαι πολύ περήφανος για τη συνεργασία που είχαμε με τα υπουργεία Υγείας και Προστασίας του Πολίτη, καθώς εργαστήκαμε για να διασφαλιστεί ότι η Ελλάδα είχε μια σαφή εικόνα τού τι συνέβαινε στην Αμερική και η κυβέρνηση των ΗΠΑ είχε μια σαφή εικόνα τού τι συνέβαινε στην Ελλάδα. Τώρα που η χώρα ανοίγει ξανά, μεταφέραμε την προτεραιότητά μας πίσω στην οικονομία: πώς βοηθάμε την Ελλάδα να διασφαλίσει μια ανάκαμψη σε σχήμα V, να επιστρέψει στην ανάπτυξη το συντομότερο δυνατόν. Πιστεύω ότι η προσπάθεια θα βοηθηθεί από δύο παράγοντες. Ένας είναι η φήμη που έχει αποκομίσει η Ελλάδα λόγω της πολύ καλής διαχείρισή της πανδημίας, του τρόπου με τον οποίο υπερέβη στις προσδοκίες και ξεπέρασε πολλούς Ευρωπαίους γείτονές της. Δεύτερον, είναι η τεράστια πρόοδος που η κυβέρνηση, ο πρωθυπουργός, οι υπουργοί Κυριάκος Πιερρακάκης και Αδωνις Γεωργιάδης και άλλοι κατόρθωσαν να συντελέσουν στον ψηφιακό μετασχηματισμό της Ελλάδας».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:
- 80% χαμηλότερο το κόστος των ηλεκτρικών αυτοκινήτων
- «Βόμβα» ΕΥΠ: 30 αστυνομικοί, δικηγόροι και επιχειρηματίες σε κύκλωμα διαφθοράς
- Τσιάρας: Οι πολίτες θα έχουν πρόσβαση σε μια μία γρήγορη και ψηφιακή Δικαιοσύνη
- Ο Γιάννης σε πορεία κατά του ρατσισμού στο Μιλγουόκι (vid)
- Σκευωρία Novartis: Σε “μόνιμη άγνοια” η Τουλουπάκη- Αποκαλυπτικά έγγραφα
- Διακοπές στην Ελλάδα για τον Μπρους Γουίλις (vid)
Μιλώντας για τον ρόλο της Διεθνούς Επιχείρησης Οικονομικής Ανάπτυξης (DFC) εξήγησε πως αποτελεί «μια εναλλακτική λύση στη διπλωματία του βιβλίου επιταγών με την οποία η Κίνα και άλλοι έχουν εμπλακεί με μηχανισμούς όπως το πρότζεκτ ‘’Belt and Road’’». «Οταν ήμουν στην Ουάσιγκτον τον Νοέμβριο για το συνέδριο της «Καθημερινής», είχα την ευκαιρία να συναντηθώ με τον Ανταμ Μπέλερ, ο οποίος είναι ο διευθύνων σύμβουλος της DFC, και την ομάδα του. Μιλήσαμε πολύ για την Ελλάδα ως χώρα που είναι μέλος της Ευρωζώνη, της Ε.Ε., μια ανεπτυγμένη οικονομία, αλλά την οποία η ίδια η Κίνα έχει αναγνωρίσει ως το «κεφάλι του δράκου» της πρωτοβουλίας «Belt and Road» στην Ευρώπη. Τόνισα ότι χρειαζόμαστε εργαλεία όπως η DFC. Ημουν πολύ χαρούμενος που με μερικούς από τους συναδέλφους μου και συνομιλητές μου στο Κογκρέσο καταφέραμε να επιτύχουμε υποστήριξη τον Δεκέμβριο για μια τροπολογία του αμερικανικού νόμου, που εξουσιοδότησε συγκεκριμένα την DFC να λάβει οικονομική θέση σε ανεπτυγμένες χώρες όπως η Ελλάδα, όπου υπάρχουν στρατηγικά σημαντικά έργα, ιδιαίτερα συνδεδεμένα με τον ενεργειακό τομέα. Ετσι, η DFC είναι ανοιχτή για δουλειές στην Ελλάδα. Ενα έργο για το οποίο έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον είναι τα ναυπηγεία της Ελευσίνας. Βλέπουμε τα ναυπηγεία ως μοντέλο παρόμοιο με εκείνο της Σύρου, όπου μια αμερικανική εταιρεία, η Onex, συνεργάστηκε επιτυχώς με δύο ελληνικές κυβερνήσεις, την κυβέρνηση Τσίπρα και την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Γνωρίζω ότι οι εργαζόμενοι στα ναυπηγεία της Σύρου είναι πολύ υπερήφανοι για το γεγοvός ότι μπόρεσαν να εφαρμόσουν ξανά τις δεξιότητές τους, και δεν θα συνέβαινε χωρίς την Onex και τα αμερικανικά κεφάλαια. Η DFC έχει επίσης προτεραιότητα σε ολόκληρο το πλέγμα έργων γύρω από την Αλεξανδρούπολη, την ιδιωτικοποίηση λιμένων, το FSRU, τον υπόγειο αποθηκευτικό χώρο της Καβάλας, την ιδιωτικοποίηση της Εγνατίας. Ολα αυτά αποτελούν μέρος αυτού του κόμβου εφοδιασμού και μεταφοράς γύρω από την Αλεξανδρούπολη. Είναι ευπρόσδεκτη είδηση ότι το ΤΑΙΠΕΔ ανακοίνωσε ότι η ιδιωτικοποίηση της Αλεξανδρούπολης θα προχωρήσει με το λιμάνι της Καβάλας και ότι αυτή θα ήταν μία από τις προτεραιότητες. Αρα το DFC θα είναι πολύ σημαντικό για όλα αυτά. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι επενδύσεις θα επιβραδυνθούν λόγω του σοκ της οικονομικής επιβράδυνσής ως αποτέλεσμα της πανδημίας, αλλά πρέπει να θυμάστε ότι ήταν μια συμμετρική επιβράδυνση. Τα κεφάλαια όμως πρέπει να πάνε κάπου. Σίγουρα, όσον αφορά την DFC, η Ελλάδα είναι μία από τις κορυφαίες προτεραιότητές τους στην Ευρώπη. …Η DFC έχει επίσης σαφή εντολή να εργαστεί και στα δυτικά Βαλκάνια, και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η Αλεξανδρούπολη είναι τόσο σημαντική. Επειδή τα έργα εκεί συνδέονται με πράγματα όπως η διασύνδεση φυσικού αερίου με τη Βόρεια Μακεδονία, η προοπτική μεταφοράς φυσικού αερίου στη Σερβία…».
Απαντώντας για την αμυντική συνεργασία, ο Αμερικανός πρέσβης εξήγησε πως «έχουμε ήδη μεγάλη μεταφορά τεχνολογίας συμπαραγωγής άμυνας και συνεργασίας, ειδικά με την ΕΑΒ. Τμήματα της παγκόσμιας παραγωγής των C-130 και F-16 παράγονται στην ΕΑΒ. Τώρα συνεργαζόμαστε με την κυβέρνηση, ώστε να αναπτυχθεί η ικανότητα της ΕΑΒ να εφαρμόσει το πρόγραμμα αναβάθμισης των F-16 και των Ρ-3, αλλά και να εξεταστεί πως η ΕΑΒ θα διαδραματίσει ακόμα μεγαλύτερο ρόλο μακροπρόθεσμα ως μέρος μιας παγκόσμιας συνεργασίας με τη Λόκχιντ. Θα μου άρεσε πολύ να επιτύχουμε το ίδιο στην Ελευσίνα. Θα ήταν τεράστιο βήμα εάν μπορούσαμε να προσδιορίσουμε μια επιλογή για την επόμενη γενιά φρεγατών της Ελλάδας και να κάνουμε τη συμπαραγωγή τους στην Ελευσίνα. Είναι ένα από τα πράγματα που οι αμερικανικές εταιρείες κάνουν πολύ καλά. Η κυβέρνηση έχει κάποιο δρόμο μέχρι να αποφασίσει ποια θα είναι η επόμενη γενιά φρεγατών. Γνωρίζω ότι οι αμερικανικές εταιρείες που ενδιαφέρονται έχουν ένα σαφές σχέδιο για το πως θα μπορούσαν να συνεργαστούν με την ελληνική βιομηχανία και την ελληνική ναυτιλιακή βιομηχανία, για να προσθέσουν αξία εδώ στην Ελλάδα».
Για τα ελληνοτουρκικά και το ποιες είναι οι εγγυήσεις που οι ΗΠΑ μπορούν να παράσχουν ότι η κατάσταση δεν πρόκειται να χειροτερέψει, ο Τζέφρι Πάιατ απάντησε με αναφορά στον Κωστή Χατζηδάκη: «παρότι δεν είναι διπλωμάτης αλλά έχει εσωτερικεύσει την πρώτη αρχή της διπλωματίας, που υπαγορεύει ότι χρειάζονται δύο για να χορέψει ταγκό. Και ήταν πολύ ξεκάθαρος για την επιθυμία της Ελλάδας να έχει μια κανονική σχέση με την Τουρκία, συμπεριλαμβανομένων των ενεργειακών θεμάτων, της ανοιχτής αρχιτεκτονικής που προβλέπει η Ελλάδα, για περιφερειακή ενεργειακή συνεργασία, αρκεί η Τουρκία να είναι έτοιμη να εμπλακεί με βάση την αναγνώριση του διεθνούς δικαίου. Το μόνο που μπορούν να κάνουν οι ΗΠΑ είναι να στηρίξουν τις προσπάθειες που κατέβαλαν ο πρωθυπουργός Μητσοτάκης και η κυβέρνησή του για τη διαχείριση των εντάσεων και τον εντοπισμό τομέων συνεργασίας. Δεν μπορώ να δώσω υποσχέσεις για το τι θα φέρει το μέλλον. Αλλά αυτό που μπορώ να σας διαβεβαιώσω είναι ότι η πολιτική των ΗΠΑ θα παραμείνει σαφής με τον ίδιο τρόπο που το ακούσατε από τον βοηθό γραμματέα Φάνον».