Την αναστολή της κρατικής χρηματοδότησης του κόμματος των Σπαρτιατών προβλέπει τροπολογία του υπουργείου Εσωτερικών που κατατέθηκε χθες το βράδυ στη Βουλή στο νομοσχέδιο του υπουργείου Εξωτερικών με τίτλο «Παρεμβάσεις στην οργάνωση και τη λειτουργία του Υπουργείου Εξωτερικών» το οποίο εισάγεται σήμερα για συζήτηση και ψήφιση στην ολομέλεια της Βουλής.
Η τροπολογία αφορά -μεταξύ άλλων- στην αναστολή χρηματοδότησης κομμάτων και συνασπισμών κομμάτων σε περιπτώσεις καταδίκης του επικεφαλής και στον χρόνο εκκίνησης της αναστολής.
Με την τροπολογία του υπουργείου Εσωτερικών διευκρινίζεται ρητά ότι εκλογική κρατική χρηματοδότηση παρέχεται αποκλειστικά για την κάλυψη των εκλογικών δαπανών των κομμάτων. Επιπλέον προβλέπεται επιστροφή της κρατικής χρηματοδότησης στο υπουργείο Εσωτερικών σε περίπτωση μη συμμετοχής ενός κόμματος ή συνασπισμού κομμάτων στην εκλογική διαδικασία, για οποιονδήποτε λόγο, όπως συνέβη με τους Σπαρτιάτες στις ευρωεκλογές.
Χαρακτηριστικά αναφέρεται στην Έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους που συνοδεύει την τροπολογία: «Τα ανωτέρω κόμματα συνασπισμοί κομμάτων υποχρεούνται να επιστρέψουν, στο ακέραιο εντός της τασσόμενης προθεσμίας, το ποσό της εκλογικής χρηματοδότησης, το οποίο συμψηφίζεται και παρακρατείται με τυχόν επικείμενη τακτική ή έκτακτη εκλογική κρατική χρηματοδότηση προς το εν λόγω κόμμα συνασπισμό κομμάτων».
Επισημαίνεται πως οι Σπαρτιάτες έχουν λάβει περίπου 85.000 ευρώ ως εκλογική χρηματοδότηση, ενώ το συνολικό ποσό της τακτικής κρατικής χρηματοδότησης είναι κοντά στο 1,5 εκατομμύριο ευρώ από το 2023.
Σύμφωνα με την Ανάλυση Συνεπειών Ρύθμισης, με την τροπολογία αντιμετωπίζεται η ανάγκη συμπλήρωσης, αφενός του ορισμού της εκλογικής κρατικής χρηματοδότησης με την επαναφορά της διατύπωσης περί κάλυψης εκλογικών δαπανών, που καταργήθηκε με την περ. α' της παρ. 1 του άρθρου 112 του ν. 4604/2019 (Α' 50), και η ανάγκη πρόβλεψης των προϋποθέσεων υπό τις οποίες αυτή επιστρέφεται, και αφετέρου του υφιστάμενου πλαισίου για την αναστολή καταβολής κάθε είδους κρατικής χρηματοδότησης και οικονομικής ενίσχυσης προς τα πολιτικά κόμματα και τους συνασπισμούς κομμάτων, που συνδέονται με την τέλεση των εγκλημάτων της συγκρότησης και της συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση, καθώς και της σύστασης και συμμετοχής σε τρομοκρατική οργάνωση και την τέλεση τρομοκρατικών πράξεων.
Σκοπός της ρύθμισης, παραμένει η αποτροπή του ενδεχόμενου της άμεσης ή έμμεσης κατάχρησης της κρατικής χρηματοδότησης και οικονομικής ενίσχυσης για τη στήριξη εγκληματικών δραστηριοτήτων των άρθρων 187 και 187Α του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α' 95), η οποία υπαγορεύεται «από την ανάγκη αντιμετώπισης ενός σοβαρού δημόσιου προβλήματος, και μάλιστα όχι αποκλειστικά ελληνικού, του φαινομένου δηλαδή της ανάπτυξης εγκληματικής δραστηριότητας εκ μέρους πολιτικών κομμάτων στα πλαίσιο της λειτουργίας αυτών», και «εκτείνεται σε κάθε περίπτωση διαπίστωσης από τη Βουλή της συνδρομής των προϋποθέσεων εφαρμογής (της), οι οποίες είναι αντικειμενικές και προϋποθέτουν προηγούμενη σχετική κρίση οργάνων εντεταγμένων στη δικαστική εξουσία, η οποία εκφέρεται στα πλαίσια της προβλεπόμενης από τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας διαδικασίας».
Στο ερώτημα «Γιατί αποτελεί πρόβλημα;», στην ίδια ανάλυση σημειώνεται ότι «η πρόβλεψη αυτή κρίνεται αναγκαία, προκειμένου το πλέγμα προστασίας του δημοκρατικού πολιτεύματος, το οποίο ενισχύει η προτεινόμενη ρύθμιση, να προλαμβάνει όλες τις περιπτώσεις άμεσης ή έμμεσης ενίσχυσης εγκληματικών δραστηριοτήτων ανεξάρτητα από το κόμμα-κέλυφος, στο πλαίσιο του οποίου συντελέστηκαν οι εν λόγω εγκληματικές πράξεις, όπως, άλλωστε κρίθηκε και με την 1/2024 απόφαση του ΑΙ Πολιτικού Τμήματος Αρείου Πάγου, κατά την οποία η πραγματική ηγεσία ενός κόμματος, το οποίο τελεί υπό το πρόσχημα της νομιμοφάνειας και τον μανδύα ενός νέου νόμιμου πολιτικού κόμματος, ανήκει σε πρόσωπα που έχουν διαπράξει τα ανωτέρω αδικήματα, στο πλαίσιο πρότερης πολιτικής δράσης, προωθώντας «μια πολιτική που δεν σέβεται τη δημοκρατία και στοχεύει στην αποδυνάμωση και κατάλυση του δημοκρατικού πολιτεύματος και των θεσμών του κράτους δικαίου».