Την ώρα που στην Ελλάδα ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ αναζητούν ηγεσία με μοναδικό γνώμονα τη δυνατότητα να κερδίσει σε κάποιες εκλογές τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο Έλληνας πρωθυπουργός βρίσκεται στη Νέα Υόρκη υλοποιώντας σειρά σημαντικών επαφών και πραγματοποιώντας ομιλίες στο πλαίσιο της συνεδρίασης του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Η βράβευσή του από το Atlantic Council ήρθε απλά να αναδείξει το έργο που έχει πραγματοποιηθεί στη χώρα από την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη και το οποίο το 2027 θα κριθεί και από τους ψηφοφόρους, όπως έχει δηλώσει ο ίδιος.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν ένας από τους τέσσερις ηγέτες που βραβεύτηκαν από το παγκοσμίως αναγνωρισμένο think tank, η επιδραστικότητα του οποίου είναι ιδιαιτέρως σημαντική λειτουργώντας από το 1961 με γνώμονα τις διεθνείς σχέσεις και επαφές και τη στήριξη χωρών.
«Απόψε, το Ατλαντικό Συμβούλιο αναγνωρίζει λίγους, λίγους που εμπνέουν εμάς και τον κόσμο να λάμψουμε, να πιστέψουμε σε κάτι καλύτερο και να αγωνιστούμε για κάτι πιο φωτεινό και να διαφυλάξουμε αυτά τα ιδανικά που θεωρούμε ιερά. Αντιπροσωπεύουν το καλύτερο της διατλαντικής συνεργασίας μας και χρησιμεύουν ως φάροι, που μας καθοδηγούν προς την υψηλότερη φιλοδοξία μας», δήλωσε ο πρόεδρος του Atlantic Council, Τζον Ρότζερς, για τους τέσσερις ηγέτες που βραβεύθηκαν.
Ανάλογη ήταν όμως και η αναφορά του διευθύνοντα συμβούλου της Pfizer, δρος Άλμπερτ Μπουρλά που έδωσε το βραβείο του Παγκοσμίου Πολίτη (Global Citizen Award) στον Έλληνα πρωθυπουργό, δηλώνοντας «ενθουσιασμένος με το προνόμιο να παρουσιάζει τον πρωθυπουργό Μητσοτάκη, καθώς λαμβάνει την ανώτατη τιμή του Atlantic Council για τους παγκόσμιους πολίτες».
Μάλιστα, ο κ. Μπουρλά χαρακτήρισε τον Κυριάκο Μητσοτάκη «έναν οραματιστή υπέρμαχο μιας νέας εποχής οικονομικής ευημερίας, έναν ηγέτη αφοσιωμένο στη χώρα του που κέρδισε την εμπιστοσύνη των Ελλήνων. Έναν ταπεινό ηγέτη, του οποίου η επανεκλογή έδειξε ότι τηρεί τις πολιτικές υποσχέσεις του, ενώ παράλληλα έχει τον σεβασμό των ηγετών του κόσμου».
Η απάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη ενδεικτική του τρόπου με τον οποίο έχει από την αρχή αποφασίσει να κυβερνήσει τη χώρα. Πρώτα απ’ όλα τόνισε «ότι αυτό το βραβείο ανήκει σε όλους τους Έλληνες για την ανθεκτικότητα και την επιμονή τους, για όσα έχουν πετύχει τα τελευταία χρόνια».
Στη συνέχεια επισήμανε πως «αυτό που πετύχαμε στην Ελλάδα είναι να δείξουμε ότι μπορεί κανείς να κυβερνήσει από το πολιτικό κέντρο. Ότι μπορεί να είναι υπέρ της ανάπτυξης αλλά και δημοσιονομικά υπεύθυνος. Ότι μπορεί να είναι, και εδώ να αντηχήσουν τα λόγια της καλής μου φίλης Τζόρτζια Μελόνι, ένας αληθινός πατριώτης, εστιάζοντας στην ισχυρή άμυνα και την προστασία των συνόρων, ενώ ταυτόχρονα να είναι κοινωνικά φιλελεύθερος, παρέχοντας υψηλής ποιότητας δημόσια αγαθά και μειώνοντας τις ανισότητες»,
Στη συνέχεια αναφέρθηκε στον λαϊκισμό σημειώνοντας ότι η επανεκλογή της κυβέρνησής του ήταν η απάντηση στον τρόπο με τον οποίο μπορεί να νικηθεί ο λαϊκισμός, για να επισημάνει όμως και τα εξής, εξίσου σημαντικά:
«Οι δυσαρέσκειες των ανθρώπων που ψηφίζουν τους λαϊκιστές είναι απολύτως πραγματικές, είτε σχετίζονται με την ανισότητα των εισοδημάτων, είτε με ζητήματα ταυτότητας, είτε με τις συνέπειες της παγκοσμιοποίησης – με τους κερδισμένους και τους χαμένους. Αυτές είναι πραγματικές δυσαρέσκειες και πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί στο να τις αντιμετωπίζουμε και σίγουρα να μη φαινόμαστε υποτιμητικοί προς τις ανησυχίες των απλών ανθρώπων. Η κυβέρνησή μας δίνει έμφαση στην πολιτική, όχι στα πολιτικά. Είναι ευθύνη μας ως ηγέτες να βρίσκουμε λύσεις και θα κριθούμε από το πόσο βελτιώσαμε τις ζωές των πολιτών μας».
Τέλος, μνημόνευσε μια αναφορά του Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ που όπως είπε τον είχε εντυπωσιάσει. «‘‘Όταν εκλεγόμαστε, όλοι ξέρουμε τι πρέπει να κάνουμε’’ είχε πει ο Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ, προσθέτοντας ότι ‘‘απλά δεν ξέρουμε πώς να επανεκλεγούμε αν κάνουμε αυτό που πρέπει’’. Λοιπόν, αν υπάρχει ένα μάθημα από την ελληνική ιστορία, είναι ότι ο καλός μου φίλος έκανε λάθος. Επανεκλεγήκαμε κάνοντας ακριβώς αυτό που ήταν σωστό, και ο ελληνικός λαός μάς αντάμειψε για αυτό».
Η όποια σύγκριση στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό είναι καταλυτική. Διότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης κινείται με γνώμονα το σύνθημα «το είπαμε το κάναμε». Όπως ακριβώς το ανέφερε και στην ομιλία του στο Atlantic Counsil. Αυτός είναι και ο λόγος που δηλώνει πως επιθυμεί να κριθεί στο τέλος της θητείας της κυβέρνησής του αναφορικά με το κατά πόσο υλοποιήθηκαν οι δεσμεύσεις του. Και αυτό κόντρα σε κάθε είδους καταστροφολογία και κυρίως κόντρα στην τοξικότητα.
Δηλαδή κόντρα στην προσπάθεια να διαμορφωθεί εντός Ελλάδας μια ατζέντα που δεν έχει σχέση με την πολιτική, κυρίως με την εφαρμοσμένη πολιτική. Μια ατζέντα στην οποία επένδυσαν και επενδύουν τόσο ο σπαρασσόμενος ΣΥΡΖΑ –για τον οποίο ουδείς γνωρίζει αν θα υπάρχει μετά τις εσωκομματικές εκλογές– όσο και το ΠΑΣΟΚ όπου οι υποψήφιοι πρόεδροι, στην πλειονότητά τους, διεκδικούν ψήφους με φρασεολογία δεκαετίας του 1980 και συνθήματα του… Ανδρέα Παπανδρέου.