Γράφει η Έρση Παπαδάκη 

Από το καλοκαίρι του 2019, όταν δηλαδή ο Κυριάκος Μητσοτάκης παρέλαβε το τιμόνι της χώρας και το κρατάει έκτοτε σταθερά, μία από τις βασικές διαπιστώσεις για την πορεία της Ελλάδας στο εξωτερικό είναι ότι επέστρεψε στην κανονικότητα. Παρά τις πρωτόγνωρες κρίσεις που βίωσε ενδιαμέσως, με κορυφαία ασφαλώς την πανδημία του κορωνοϊού, η αίσθηση και μόνο ότι η χώρα μας έχει επιστρέψει στην κανονικότητα έπειτα από μία σχεδόν πενταετή περιπέτεια και τους ακροβατισμούς που λίγο έλειψαν να τη φέρουν έξω από την ευρωπαϊκή οικογένεια και το κοινό νόμισμα ήταν ανακουφιστική για όλο τον κόσμο. Και ασφαλώς ήταν και παραμένει ένα από τα στοιχεία στα οποία βασίζεται η υπεροχή του Κυριάκου Μητσοτάκη και η ευρεία αποδοχή της Νέας Δημοκρατίας από το εκλογικό σώμα. 

Ουδόλως σημαίνει βέβαια αυτό ότι στο ενδιάμεσο δεν υπήρξαν κραδασμοί ή ακόμη και άστοχες κινήσεις, αλλά η διαχείριση που επιφύλαξε η κυβέρνηση και προσωπικά ο (τότε) πρωθυπουργός αρχικά στην κρίση του Eβρου και εν συνεχεία εν μέσω της πανδημίας –ιδίως δε κατά την πρώτη περίοδό της– και αργότερα με το «άνοιγμα» των δραστηριοτήτων μετά τα lockdowns της πανδημίας, με την ενεργειακή κρίση και τον πόλεμο στην Ουκρανία, ενέπνευσε εμπιστοσύνη στους πολίτες. Το αίσθημα της ασφάλειας ήταν έντονο και εξίσου καθοριστικό όλη αυτή την περίοδο και βοήθησε έτσι τους πολίτες να δουν στη συντριπτική πλειονότητά τους ότι κάτι άλλαξε προς το καλύτερο τα τελευταία τέσσερα χρόνια. 

Ενίσχυση της αξιοπιστίας 

Η κανονικότητα στην οποία επέστρεψε η χώρα με τη διακυβέρνηση Μητσοτάκη επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι βρίσκεται στα πρόθυρα της επενδυτικής βαθμίδας. Ισως μάλιστα αυτό να είναι το μεγαλύτερο επίτευγμα της κυβέρνησης, καθώς ύστερα ακριβώς από την καταστροφική περίοδο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, κατάφερε όχι μόνο να βάλει την εθνική οικονομία σε τροχιά ανάπτυξης σε μια δύσκολη και ιδιαίτερη περίοδο, αλλά κυρίως να αποκαταστήσει την αξιοπιστία της Ελλάδας και της οικονομίας της απέναντι στους επενδυτές. 

Να καταστήσει έτσι την Ελλάδα έναν ελκυστικό επενδυτικό πόλο με τις μεταρρυθμίσεις και τις φοροελαφρύνσεις στις οποίες προχώρησε και να καταφέρει να πείσει άπαντες ότι τα καλύτερα είναι μπροστά. Διότι τη στιγμή που ο πόλεμος στην Ουκρανία και η ενεργειακή κρίση με τον υψηλό πληθωρισμό «φρέναραν» την ευρωπαϊκή οικονομία στο σύνολό της, η Ελλάδα από τη δική της πλευρά παρουσίασε εξαιρετικές επιδόσεις που ενισχύουν διαρκώς την αξιοπιστία της. 

Σεβασμός και αναγνώριση 

Αντίστοιχη είναι και η εικόνα που φρόντισε να περάσει για την Ελλάδα στο εξωτερικό ο Κυριάκος Μητσοτάκης, βοηθώντας στην αποκατάσταση της αξιοπιστίας της στα μάτια των εταίρων και σε διπλωματικό και πολιτικό επίπεδο. Κορυφαία στιγμή υπήρξε ασφαλώς η ομιλία του στο αμερικανικό Κογκρέσο, η οποία έδειξε ότι η χώρα μας τυγχάνει σεβασμού και αναγνώρισης στο εξωτερικό όταν διαθέτει μια εμπνευσμένη ηγεσία. Μια ηγεσία, η οποία κατόρθωσε να διαχειριστεί τις κρίσεις που συνάντησε στο διάβα της με αποτελεσματικό τρόπο, όπως ειπώθηκε και παραπάνω. Αλλά κυρίως διότι εμπνέει εμπιστοσύνη και αυτοπεποίθηση εντός και εκτός των συνόρων. 

Ακόμη και σε επίπεδο διαχείρισης της καθημερινότητας, κανονικότητα είναι η δυνατότητα και η ικανότητα του ηγέτη να διαχειριστεί με αποτελεσματικό τρόπο τα όποια προβλήματα, αμβλύνοντας τις αντιθέσεις. Eτσι, γνώμονας της δράσης του Κυριάκου Μητσοτάκη και της κυβέρνησής του ήταν και παραμένει η άρση των αδικιών που είχαν δημιουργηθεί, π.χ., στη φορολογία ή στην κοινωνική πρόνοια από την προηγούμενη κυβέρνηση, πάντοτε με τρόπο ενωτικό και χωρίς αποκλεισμούς και κυρίως κομματικές εξάρσεις. Καταφέρνοντας δηλαδή να «εξαφανίσει» από το προσκήνιο τα μνημονιακά πάθη και τον τοξικό λόγο στον οποίο είχε επενδύσει ο ΣΥΡΙΖΑ, παρά το γεγονός ότι η χώρα υπέφερε ακριβώς από αυτές τις λογικές και πολιτικές για πολλά χρόνια. 

Και τώρα, εν όψει μιας νέας θητείας, μετά τη σταθεροποίηση της κατάστασης και την επιστροφή στην κανονικότητα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης μπορεί δικαίως να υπόσχεται καλύτερες μέρες. Καλύτερες δουλειές, καλύτερους μισθούς, καλύτερη Παιδεία, καλύτερη Υγεία...