Για παράβαση καθήκοντος κατ’ εξακολούθηση στέλνει στο Ειδικό Δικαστήριο η εισαγγελέας του Δικαστικού Συμβουλίου του Αρείου Πάγου, Γεωργία Αδηλίνη τον Νίκο Παππά.
Η εισαγγελέας στην πρότασή της σημειώνει πως ο τότε υπουργός Επικρατείας «ευνοώντας την εταιρεία (σ.σ. του Χρήστου Καλογρίτσα) προκειμένου να αποκτήσει άδεια τηλεοπτικού καναλιού ελεγχόμενου από τον ίδιο τον υπουργό, το κόμμα του και την τότε κυβέρνηση, παρέβη την υποχρέωση του να διασφαλίσει την πολυφωνία, αλλά και το ατομικό δικαίωμα της πληροφόρησης που κατοχυρώνεται με την αντικειμενικό και επί ίσοις όροις πληροφόρηση από τα ΜΜΕ».
Στην πρότασή της τονίζεται πως «στις πράξεις του δε και παραλείψεις αυτές (παράβαση καθήκοντος κατ’ εξακολούθηση) προέβη με τη συνδρομή, που του πρόσφερε κατά την τέλεση της άδικης πράξης του ο Χρήστος Καλογρίτσας, με σκοπό να προσπορίσει στο κόμμα του (ΣΥΡΙΖΑ), στην τότε κυβέρνηση της χώρας (κυβέρνηση ΣΥΡ17Α-ΑΝΕΛ) και σε αυτόν τον ίδιο ως κυβερνητικό στέλεχος παράνομη και θίγουσα την υπηρεσιακή χρηστότητα και καθαρότητα ωφέλεια, συνισταμένη στην εξ υπαρχής δημιουργία υπό τις εντολές του, την καθοδήγηση και τον έλεγχο εκ μέρους του και του κόμματός του μέσων μαζικής ενημέρωσης με αδιαφανείς διαδικασίες και αδιαφανές ιδιοκτησιακό καθεστώς».
Σύμφωνα με Τα Νέα, στην εισαγγελική πρόταση περιγράφονται οι κινήσεις του Νίκου Παππά και του Χρήστου Καλογρίτσα από τον Ιούνιο του 2016, οπότε και ήρθαν σε συμφωνία για τη συνεργασία τους για απόκτηση καναλιού. Μεταξύ αυτών και η συνάντηση που είχε με τον επιχειρηματία Ευάγγελο Μαρινάκη στις 22/9/2016, κατά την οποία ο Καλογρίτσας του ζήτησε να δανειοδοτήσει την καταβολή της πρώτης δόσης του τιμήματος για μία από τις τέσσερις άδειες. Σημειώνεται δε ότι στις 18/4/2018 ο Ευάγγελος Μαρινάκης κατήγγειλε το περιστατικό δημόσια χαλώντας τον Νίκο Παππά να το διαψεύσει, κάτι που δεν έπραξε.
Περιγράφονται επίσης δύο συναντήσεις που φέρεται ότι είχε ο Καλογρίτσας, με τη μεσολάβηση του Νίκου Παππά και πάλι, με τον επιχειρηματία Δημήτρη Κοντομηνά, στην οποία ο Καλογρίτσας αρχικώς του «μεταβίβασε απαιτήσεις που του είχαν διατυπώσει, δηλώνοντας πως εκείνοι που τον έστειλαν (εννοώντας κυβερνητικούς αξιωματούχους) ήθελαν να συνεργασθούν και να έχουν τον απόλυτο έλεγχο του δελτίου ειδήσεων και γενικώς του ειδησεογραφικού τομέα, να έχουν δε και ψυχαγωγική παρεμβατική (αποσκοπούσα να επηρεάσει τις διαθέσεις και γνώμες των τηλεθεατών επί διαφόρων ζητημάτων) εκπομπή, η οποία θα παρουσιαζόταν από επιλεγμένο από το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ», ενώ, στη συνέχεια, διαπραγματεύτηκε μαζί του συνεργασία στην οποία θα έχει τον έλεγχο του καναλιού, χωρίς να καταλήξουν σε συμφωνία.
Σε ό,τι αφορά την εφημερίδα «Documento», η εισαγγελέας στην πρότασή της αναφέρει πως ο Νίκος Παππάς παρότι ως υπουργός «όφειλε να απέχει από οποιαδήποτε πρωτοβουλία και δραστηριότητα σε σχέση με την έκδοση και τον έλεγχο εφημερίδων πανελλήνιας κυκλοφορίας», είχε συνάψει συμφωνία με τον Χρήστο Καλογρίτσα για την ίδρυση της εφημερίδας στην οποία ασκούσε «συνεχή και καθοριστικό έλεγχο» με σκοπό «την προώθηση της κομματικής πολιτικής και τον επηρεασμό της κοινής γνώμης». Σημειώνεται δε ότι αυτή η δραστηριότητα αποτελεί ασυμβίβαστο όχι μόνο για τους υπουργούς, αλλά και για τους βουλευτές.
Στην παραπάνω πρόταση της εισαγγελέως ο Νίκος Παππάς απάντησε με ανακοίνωσή του στην οποία κάνει λόγο για «ψευδείς ισχυρισμούς», υποστηρίζοντας ότι οι τότε πράξεις του «αποδεικνύουν ότι υπερασπίστηκα το δημόσιο συμφέρον, εκεί που για πολλά χρόνια άλλοι πολιτικοί και δημόσιοι λειτουργοί το άφηναν χωρίς προστασία να κάμπτεται υπό το βάρος και προς όφελος ιδιωτικών συμφερόντων».