Καλό το φεστιβάλ, μπράβο στα παιδιά, ωραία τα φώτα, οι προβολείς, τα τραγούδια – ένα το χελιδόνι, δύο οι αντιφάσεις. Διότι μπορεί να ήταν μεγάλη η βραδιά προς τιμήν του Μίκη Θεοδωράκη, αλλά κάπου εκεί ανάμεσα στις νότες και τα σφυροδρέπανα ακουγόταν κι ένας ήχος… σαν γέλιο. Του ίδιου του Μίκη, ίσως. Ή απλώς της Ιστορίας, που ξέρει να τρολάρει καλύτερα από όλους.
Διοργάνωση: Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας.
Αντικείμενο τιμής: Ο συνθέτης που υπήρξε βουλευτής Επικρατείας της Νέας Δημοκρατίας.
Το οποίο μάλλον ξέχασαν οι σύντροφοι του ΚΚΕ – ή το θυμήθηκαν και το αποσιώπησαν, με εκείνο το γνωστό τακτ της εργατικής τάξης, που σε κοιτάζει πάνω απ’ τα γυαλιά και λέει «παρεκτράπη, αλλά τα ’δωσε όλα στη μουσική».
Εμείς πάντως δεν ξεχνάμε. Εμείς τον αγαπήσαμε ακριβώς γι’ αυτό: γιατί, πέρα από τις συναυλίες και τις πορείες, είχε και την τόλμη να δει την πατρίδα αλλιώς. Πιο ευρύχωρα. Πιο αστικά, να το πούμε κι έτσι. Με την ευγένεια της δεξιάς πολυκατοικίας που όταν κάποιος αξίζει, του ανοίγει το ρετιρέ, κι ας έχει παρελθόν στο υπόγειο.
Ο Μίκης ήταν ένας από μας. Όχι επειδή άφησε πίσω του το κόκκινο, αλλά επειδή το ανακάτεψε με το μπλε κι έφτιαξε κάτι πατριωτικό, μεγάλο και βαθύ. Δεν είναι τυχαίο πως στα σπίτια μας έπαιζε Θεοδωράκης τις Κυριακές – όχι Πουλικάκος. Και στην εθνική επέτειο, Μίκης πάλι. Με σημαία, όχι πανό.
Κι έρχεται τώρα το ΚΚΕ, με τη συνέπεια του παλαιού εχθρού, και του κάνει συναυλία. Του στήνει εξέδρα. Του ρίχνει λουλούδια. Μάλιστα. Αυτόν που κατηγόρησαν ότι «νομιμοποιεί την αστική εξουσία». Αυτόν που τους έλεγε «ξεκολλήστε από τα συνθήματα και ελάτε στον λαό». Και τώρα τον ανεβάζουν σε σκηνή, υπό το βλέμμα του σφυροδρέπανου. Έστω και σε ψηφιακή προβολή.
Κατανοητό. Ο Μίκης έχει πεθάνει, άρα μπορεί πια να είναι ακίνδυνα μεγάλος. Να μην έχει πια άποψη για την πολιτική, ούτε για το τι θα ψήφιζε στον δεύτερο γύρο. Οπότε χωράει και σε φεστιβάλ και σε δελτία Τύπου.
Αλλά ας μην παριστάνουμε ότι ήταν μόνο ένας. Ο Μίκης είχε στρατόπεδο και το άλλαξε. Όχι μια φορά. Πολλές. Και τελικά έκατσε μαζί μας. Στο τραπέζι της πατρίδας. Ήπιε κρασί με Μητσοτάκη (τον αυθεντικό), έγραψε επιστολές για τη Μακεδονία, μίλησε για Ενότητα, όχι για Διάσπαση.
Αυτόν τιμήσατε, σύντροφοι. Και καλώς πράξατε – αν και κάπως αργά.
Εμείς, από την πλευρά μας, δεν έχουμε ανάγκη από συναυλίες. Τον ακούμε έτσι κι αλλιώς. Γιατί, μεταξύ μας: ο Μίκης δεν ήταν μόνο μουσική. Ήταν και ένα πολιτικό remix – που στο τέλος κατέληξε σε major label.
Κι ας είχε ξεκινήσει ως αντάρτικο.
